ΑρχικήΕκλογική ΣκακιέραΒρυξέλλες - Βερολίνο: Τα καμπανάκια χτυπούν

Βρυξέλλες – Βερολίνο: Τα καμπανάκια χτυπούν

Από την κρίση που ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 2008 και έπειτα η εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων των χωρών της Ευρώπης (ειδικά των νέων) προς τους πολιτικούς θεσμούς (πχ κόμματα, βουλή) έχει μειωθεί σε σημαντικό βαθμό.

Την περίοδο της ανάκαμψης και ανάπτυξης που ακολούθησε οι πολιτικοί δεν κατάφεραν να την επαναφέρουν σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Πλέον βρισκόμαστε στις αρχές μιας ακόμα κρίσης (μεγάλη ή μικρή θα φανεί) η οποία πιέζει την εμπιστοσύνη ακόμα πιο χαμηλά (αφού οι πολιτικοί, ανεξάρτητα από το μερίδιο ευθύνης που έχουν ή δεν έχουν, είναι συνήθως οι φταίχτες τέτοιων καταστάσεων).

Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής πολιτικά σκάνδαλα αυξάνουν τον πολιτικό κυνισμό. Εκφράσεις όπως «όλοι ίδιοι είναι» είναι χαρακτηριστικές ατόμων με πολιτικό κυνισμό. Σκάνδαλα, όπως το Καταρ-γκέιτ, που χτυπούν την καρδία των θεσμών της Ευρώπης είναι εξαιρετικά σημαντικά καθώς ενισχύουν την άποψη των πολιτικά κυνικών ατόμων αλλά και μειώνουν την πολιτική εμπιστοσύνη και δημιουργούν πολιτικό κυνισμό σε ακόμα περισσότερους ψηφοφόρους. Εκφράσεις όπως «όλοι τα παίρνουν» είναι επίσης χαρακτηριστικές.

Ο συνδυασμός χαμηλής πολιτικής εμπιστοσύνης και ύπαρξης πολιτικού κυνισμού πιέζει τα επίπεδα της εξωτερικής πολιτικής αποτελεσματικότητας (δηλαδή της πίστης ανταπόκρισης των πολιτικών/κυβέρνησης στις επιθυμίες/ανάγκες του ψηφοφόρου) προς τα κάτω. Όταν κάποιος ψηφοφόρος θεωρεί πως μια συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν θα ανταποκριθεί στις επιθυμίες του τότε απομακρύνεται από αυτήν και ενδεχομένως ζητά και την ανατροπή της. Όταν θεωρεί πως ένας θεσμός ή ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα δεν τον καλύπτει τότε απομακρύνεται από το σύστημα. Μπορεί δηλαδή να έχουμε ζήτημα ανατροπής κυβέρνησης μέσω εκλογών ή ανατροπής ολόκληρου του status quo. Σε αρκετές χώρες της Ευρώπης τα επίπεδα εξωτερικής πολιτικής αποτελεσματικότητας των ψηφοφόρων (ειδικά σε Gen Z & Millennials). Επειδή βρισκόμαστε σε περίοδο κρίσης οι τάσεις δείχνουν μια ένταση αυτών των φαινομένων στους ψηφοφόρους που ήδη διακατέχονται από αυτά αλλά και να ακουμπήσουν περισσότερους ψηφοφόρους. Τα επίπεδα της έντασης θα εξαρτηθούν από το μέγεθος της κρίσης αλλά και τις αντιδράσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της ηγεσίας της ΕΕ σε αυτήν.

Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων μαζί με τα επίπεδα της εσωτερικής πολιτικής αποτελεσματικότητας (το κατά πόσο πιστεύουν οι ίδιοι πως κατανοούν την πολιτική και έχουν την ικανότητα να συμμετάσχουν σε αυτή) είναι εξαιρετικά σημαντικά για το τι θα κάνει ο ψηφοφόρος. Εάν έχει χαμηλά επίπεδα εσωτερικής πολιτικής αποτελεσματικότητας τότε το πιο πιθανό είναι να απέχει από τις εκλογές ανεξάρτητα από το βαθμό πολιτικού κυνισμού. Εάν έχει υψηλά επίπεδα εσωτερικής πολιτικής αποτελεσματικότητας τότε θα συμμετάσχει στην πολιτική. Αλλά το πως θα συμμετάσχει εξαρτάται από τους άλλους παράγοντες. Εάν πχ η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι απέναντι σε συγκεκριμένη κυβέρνηση τότε θα ψηφίσει για την ανατροπή της.

Εάν είναι απέναντι σε ένα σύστημα τότε θα ψηφίσει αντισυμβατικά κόμματα, όπως συμβαίνει αυτή την περίοδο σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (για το είδος των αντισυμβατικών κομμάτων που ψηφίζονται και τους λόγους μπορείτε να διαβάσετε προηγούμενα άρθρα). Όταν όμως υπάρχει κυνισμός απέναντι στην πολιτική στο σύνολό της, στους θεσμούς της, τότε η συμμετοχή δε θα γίνει μέσω ψήφου. Τότε θα προσπαθήσει όχι να αλλάξει την πορεία μιας χώρας αλλά να ανατρέψει ολόκληρο το status quo με άλλα μέσα. Όταν προσπαθείς μια τέτοια ανατροπή τότε είτε δημιουργείς ένα καινούριο status quo μέσω νέων ιδεών (πχ κομμουνισμός) είτε το αντικαθιστάς με το αμέσως προηγούμενο. Γι αυτό οι συλλήψεις στη Γερμανία χτύπησαν ένα μικρό μέν αλλά ηχηρό καμπανάκι. Μπορεί να ήταν λίγοι και ανοργάνωτοι όσοι σχεδίαζαν το πραξικόπημα, είχαν όμως ένα ανησυχητικό στοιχείο. Την προσπάθεια επαναφοράς ενός προηγούμενου status quo (αφού αρχηγός τους ήταν ένας πρίγκηπας).

Το μεγάλο στοίχημα των επόμενων ετών λοιπόν δεν είναι το να μην ψηφιστούν αντισυμβατικά κόμματα. Αυτά, εάν έρθουν στην εξουσία, θα αλλάξουν την πορεία της Ευρώπης μέσα από αυτήν, δε θα τη γκρεμίσουν. Το ζήτημα είναι οι θεσμοί οι ίδιοι να προστατεύσουν τον εαυτό τους, να χτίσουν εμπιστοσύνη με τους πολίτες ώστε εκείνοι να μην τους βλέπουν ως την ελίτ που αποφασίζει για αυτούς χωρίς αυτούς. Διότι εάν συνεχίσουμε όπως πάμε τώρα ενδέχεται να φτάσουμε σε καταστάσεις όπου όσοι θέλουν ανατροπή του status quo ούτε λίγοι θα είναι αλλά ούτε και ανοργάνωτοι.