ΑρχικήΠολιτικήΟικονόμου: «Ο κ. Τσίπρας έχει μπερδευτεί, δύο συνεργάτες του πάνε Ειδικό Δικαστήριο,...

Οικονόμου: «Ο κ. Τσίπρας έχει μπερδευτεί, δύο συνεργάτες του πάνε Ειδικό Δικαστήριο, δεν παίρνουν βραβείο»

Στις πρόσφατες αποφάσεις της δικαιοσύνης για την υπόθεση Novartis αναφέρθηκε εκτενώς κατά τη σημερινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, με αφορμή την οποία κατηγόρησε τον κ. Τσίπρα προσωπικά καθώς και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για «ωμή προπαγάνδα».

Η τοποθέτηση του κ. Οικονόμου:

Για το βούλευμα της παραπομπής του κ. Παπαγγελόπουλου

“Ο κ. Παπαγγελόπουλος, o στενότατος συνεργάτης του κ. Τσίπρα,  είναι ο άνθρωπος στον οποίο o κ. Τσίπρας  είχε αναθέσει το χαρτοφυλάκιο του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με αρμοδιότητα τα θέματα διαφάνειας.  Ο  κ. Παπαγγελόπουλος παραπέμπεται  στο Ειδικό Δικαστήριο  για τη λειτουργία  παραδικαστικού κυκλώματος, για κατάχρηση εξουσίας, για ωμές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη για σειρά υποθέσεων, μεταξύ των οποίων και η Νovartis.

Η εξέλιξη αυτή  θέτει ενώπιον όλων ένα βαθύ πολιτικό ζήτημα και οριοθετεί το τεκτονικό ρήγμα που χωρίζει τη Νέα Δημοκρατία με τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο σε επίπεδο αρχών όσο και στο επίπεδο άσκησης της εξουσίας. Αυτό έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρο μετά τις τοποθετήσεις του κ. Τσίπρα το Σάββατο. Ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης θεώρησε σωστό, μετά μάλιστα την παραπομπή και δεύτερου στενού του συνεργάτη σε Ειδικό Δικαστήριο για τα πολιτικά τους πεπραγμένα ως μέλη των κυβερνήσεών του, να επαίρεται αλαζονικά και να απειλεί τον Πρωθυπουργό και την σημερινή Κυβέρνηση, με εκφράσεις «Εμείς θα σας πάμε μέχρι τέλους, κ. Μητσοτάκη». Με τον τρόπο αυτό επιχειρεί να ανατρέψει την πραγματικότητα. Το γεγονός δηλαδή ότι δύο στενοί του συνεργάτες, δύο εξ απορρήτων σύμβουλοί του έχουν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο.

Ο κ Τσίπρας είτε έχει μπερδευτεί είτε ασκεί ωμή προπαγάνδα, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο κ. Παπαγγελόπουλος δεν προτείνεται για κάποιου είδους βραβείο. Παραπέμπεται  για τη λειτουργία  παραδικαστικού κυκλώματος, για κατάχρηση εξουσίας, για ωμές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη για σειρά υποθέσεων, ανάμεσα στις οποίες και η Νovartis. Ό,τι και να λέει ο κ. Τσίπρας, οι κατηγορούμενοι δεν μπορούν να μετατραπούν σε κατήγορους.

Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του έχουν διακηρύξει δημόσια ότι βασικός τους στόχος ήταν και είναι ο πλήρης έλεγχος όλων αυτών που αποκαλεί «αρμοί της εξουσίας». Όπως αποκαλύπτεται περίτρανα από την παραπομπή και του κ. Παππά και του κ. Παπαγγελόπουλου δεν έμειναν μόνο στη θεωρία. Όσο κυβέρνησαν το προσπάθησαν, αποπειρώμενοι να χειραγωγήσουν και να ποδηγετήσουν τη Δικαιοσύνη: Με αφόρητες πιέσεις, με μεθοδεύσεις, με θεσμικές εκτροπές. Γιατί η Δικαιοσύνη ήταν ένα από τα βασικά αναχώματα, που τελικά τους εμπόδισαν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε Κράτος-παρία, εκτός του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Ένα Κράτος τριτοκοσμικό και  χρεοκοπημένο , στο οποίο θα έβρισκαν την ευκαιρία να επιβάλλουν ένα απόλυτα αυταρχικό καθεστώς, αντίστοιχο των πάλαι ποτέ του υπαρκτού σοσιαλισμού ή των καθεστώτων νοτιοαμερικανικού τύπου.

Η Νέα Δημοκρατία είναι το κόμμα που έχει τεράστια παράδοση σεβασμού των θεσμών και του Πολιτεύματος. Μην ξεχνάμε ότι οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας είναι αυτές που έχτισαν τη Δημοκρατία μας μετά τη Μεταπολίτευση και την ενέταξαν πλήρως στη χορεία των φιλελεύθερων και δημοκρατικών κρατών του πλανήτη. Σεβόμαστε και διασφαλίζουμε πλήρως την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και έχουμε υπηρετήσει, ακόμα και με βαρύ τίμημα, την προσήλωσή μας στη Δημοκρατία και τον φιλελευθερισμό.

Κανένα μέλος της δικής μας Κυβέρνησης δεν προσπάθησε ποτέ να καθοδηγήσει τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης, δεν κατασκεύασε στοιχεία σε αγαστή συνεργασία με σκοτεινές φυσιογνωμίες, δεν εκβίασε και δεν απείλησε όσους λειτουργούν με βάση τη συνείδηση και το καθήκον τους. Το ότι σεβόμαστε απόλυτα τη Δικαιοσύνη και δεν παρεμβαίνουμε επ’ ουδενί τρόπω στο έργο της αποδεικνύεται περίτρανα από το ότι στο πλαίσιο άσκησης της Δικαιοσύνης ανατράπηκε κατά ένα μέρος η αρχική εισαγγελική πρόταση. Κάτι τέτοιο σίγουρα δεν θα το άφηναν να συμβεί όσοι μιλούν για έλεγχο των «αρμών της εξουσίας». Συνεπώς, μας χωρίζει αγεφύρωτη άβυσσος με την πολιτική κουλτούρα, τις αξίες, τις πολιτικές πρακτικές και την ιδεολογία του κ. Τσίπρα και των συνοδοιπόρων του.

Όσον αφορά τις πρώτες ανακοινώσεις μου  της Παρασκευής αυτές περιείχαν αποκλειστικά πολιτικά σχόλια επί των διαθέσιμων, έως εκείνη τη στιγμή, πληροφοριών σχετικά με την παραπομπή σε Ειδικό Δικαστήριο του κ. Παπαγγελόπουλου. Η πρώτη μου δήλωση, στο αποκλειστικά τυπικό σκέλος του κατηγορητηρίου για τα 10 πολιτικά πρόσωπα της υπόθεσης Novartis, δεν ήταν ακριβής. Αυτό όμως δεν    αίρει το πολιτικό ζήτημα, αλλά και το ουσιαστικό, αφού ο κ. Παπαγγελόπουλος ανάμεσα στα άλλα  κατηγορείται και για ωμή και ανοίκεια παρέμβαση και στην αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κυρία Ράικου, την οποία φέρεται να πίεζε να διαβιβάσει το φάκελο της Novartis στη Βουλή προς ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης Υπουργών, παρότι δεν υπήρχαν στοιχεία σε βάρος πολιτικών προσώπων. Μάλιστα, φέρεται να της ζήτησε να κατασκευάσει στοιχεία και, όταν η κυρία Ράικου το αρνήθηκε,   την απείλησε  και στη συνέχεια διοχέτευσε σε εφημερίδες  ανυπόστατες αναφορές, που έπλητταν βάναυσα το κύρος της, εντείνοντας τον εκβιασμό προς αυτήν.

Οι τοποθετήσεις μου την Παρασκευή, ως Κυβερνητικού Εκπροσώπου, εστιάστηκαν αποκλειστικά στο ζήτημα της πολιτικής χειραγώγησης της ελληνικής Δικαιοσύνης την εποχή της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν προέβην ούτε σε προσωπικές, ούτε σε δικαστικής αρμοδιότητας κρίσεις. Είναι προφανές ότι το ζήτημα των κυβερνητικών παρεμβάσεων στην Δικαιοσύνη είναι βαθιά πολιτικό και θεσμικό, γιατί αγγίζει τον σκληρό πυρήνα του Πολιτεύματος και του Κράτους Δικαίου. Οι υπόλοιπες πτυχές είναι έργο του Ειδικού Δικαστηρίου, το οποίο θα διερευνήσει λεπτομερώς, όλη την υπόθεση, όλες τις αποχρώσεις των υποθέσεων, ώστε να φανεί στο τέλος ποιες ακριβώς είναι αυτές και ως που φτάνουν.

Η Κυβέρνηση σέβεται απόλυτα τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης και θα περιμένει τη δίκη στην αίθουσα του Ειδικού Δικαστηρίου.  Εκείνο που χρειάζεται να τονισθεί είναι ότι η ελληνική Δικαιοσύνη παρέπεμψε στο Ειδικό Δικαστήριο, όσους έκρινε ότι έπρεπε να παραπεμφθούν και δεν παρέμπεμψε όσους επίσης έκρινε ότι δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία γι’ αυτό. Η ελληνική Δικαιοσύνη απεφάνθη συνεπώς για ποια πρόσωπα έπρεπε να παραπεμφθούν και για ποιο λόγο. Ταυτόχρονα, όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ίδια ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη έθεσε στο αρχείο, απαλλάσσοντας τα από κάθε κατηγορία,  τα 9, μέχρι στιγμής , από τα 10 πολιτικά  πρόσωπα που στοχοποιήθηκαν από το σκοτεινό σύστημα ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός για το οποίο ο κ. Τσίπρας επιμένει να σιωπά.

Για τους 9 από τους 10 πολιτικούς του αντιπάλους, τους οποίους στοχοποίησε και επιχείρησε να ενοχοποιήσει για την υπόθεση Novartis,  η ελληνική Δικαιοσύνη αποφάσισε ότι δεν υπάρχει τίποτα μεμπτό, ενώ ο στενότατος του συνεργάτης και Αναπληρωτής Υπουργός της Κυβέρνησης του για θέματα Δικαιοσύνης και Διαφάνειας παραπέμπεται, από την ίδια ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη  για τη λειτουργία  παραδικαστικού κυκλώματος, για κατάχρηση εξουσίας και για ωμές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη για σειρά υποθέσεων, ανάμεσα στις οποίες και η υπόθεση Novartis.  Ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να τηρεί σιγή ιχθύος για αυτό, Οφείλει να απαντήσει στο μέγιστο αυτό ζήτημα.

Τέτοιες μέρες το 2015

Μιας και μας απασχολούν τα έργα και ημέρες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θέλω να υπενθυμίσω ότι αύριο  5 Ιουλίου  συμπληρώνονται εφτά χρόνια από το δημοψήφισμα  παρωδία που οργάνωσε η πλέον ανεύθυνη κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη μεταπολιτευτική μας ιστορία. Ένα δημοψήφισμα που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη πολιτική απάτη σε βάρος του ελληνικού λαού, αφού το «όχι» της κάλπης, προϊόν στυγνής κοροϊδίας των Ελλήνων και των Ελληνίδων,  μέσα σε λίγες ώρες μετατράπηκε σε «ναι». Ήταν το αποκορύφωμα μιας σειράς τυχοδιωκτικών χειρισμών που έφεραν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού και στοίχισαν ακριβά σε όλους τους Έλληνες, αφού όλοι μας επιβαρυνθήκαμε με ένα τρίτο αχρείαστο μνημόνιο. Και όλα αυτά όχι επειδή ο κ. Τσίπρας διακατεχόταν από «αυταπάτες», όπως αργότερα προσπάθησε να δικαιολογηθεί.

Οι αποκαλύψεις στενών του συνεργατών και τα στοιχεία που έρχονται στο φως αποδεικνύουν ότι ο κ. Τσίπρας είχε σαφές σχέδιο άλωσης του Πολιτεύματος και των Θεσμών, για να μετατρέψει την Ελλάδα σε χώρα-παρία και να επιβάλλει ένα τριτοκοσμικού τύπου αυταρχικό καθεστώς, σαν και αυτά που συνέχιζε να θαυμάζει. Ευτυχώς, φάνηκε ότι οι βάσεις του Πολιτεύματός μας, αλλά και η Ε.Ε., στην οποία η Νέα Δημοκρατία ενέταξε την Ελλάδα, ήταν τόσο ισχυροί κυματοθραύστες που ανέκοψαν το σχέδιο του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του.

Ουδέποτε, στη μεταπολιτευτική ιστορία μας, η χώρα υπέστη τόσο μεγάλο  οικονομικό κόστος σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και ουδέποτε βρέθηκε τόσο κοντά στο απόλυτο χάος και την ολική καταστροφή.  Μόνο το κλείσιμο  των τραπεζών, με απόφαση του κ. Τσίπρα, είχε ως αποτέλεσμα να εξαϋλωθεί η μετοχική τους αξία και να χάσουν το Δημόσιο και οι μικρομέτοχοι πάνω από 18 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, εκείνες τις ημέρες υπέστη καθίζηση το Χρηματιστήριο, γονάτισαν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πολλαπλασιάστηκαν τα λουκέτα, έχασαν τη δουλειά τους χιλιάδες συμπολίτες μας. Κι έτσι το συνολικό οικονομικό κόστος  για τη χώρα έφτασε σύμφωνα με εκτιμήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων όπως τα 100 δισ. ευρώ. Και όλα αυτά επειδή οι Δον Κιχώτες του ΣΥΡΙΖΑ εκείνη την εποχή πάλευαν με ανεμόμυλους και φαντασιώνονταν ότι θα υπέτασσαν όλο τον πλανήτη στις δικές τους επιδιώξεις.

Ενώ ο κ. Τσίπρας επαίρετο  ότι θα έσκιζε τα μνημόνια, έφερε νύχτα μεσάνυχτα ένα τρίτο αχρείαστο και πιο επώδυνο μνημόνιο, που πλήρωσαν πανάκριβα οι πολίτες, με 29 επιπλέον φόρους και δραματικές περικοπές σε συντάξεις και κοινωνικές παροχές. Κι ενώ η χώρα  θα μπορούσε μέχρι το Καλοκαίρι του 2015 να έχει βγει από τα μνημόνια, παρέμεινε εκεί για άλλα τέσσερα χρόνια.

Η αρχή του δράματος είχε ξεκινήσει με αναζητήσεις δανεικών από τη Ρωσία και την Κίνα, οι οποίες τους έκλεισαν την πόρτα κατάμουτρα όταν είδαν με ποιους συνομιλούσαν και τι τους έλεγαν. Και βέβαια με τη δήθεν «περήφανη διαπραγμάτευση», τις θεατρικές παραστάσεις Βαρουφάκη, ακόμη και τις κρυφές μαγνητοφωνήσεις των ομολόγων του, που διέσυραν τη χώρα διεθνώς και προκάλεσαν κρίση εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα την εκροή δεκάδων δισεκατομμυρίων καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες.

Από την πρώτη στιγμή προετοίμαζαν την εφαρμογή σχεδίου εξόδου από την Ευρωζώνη  και είχαν  συγκροτήσει για το σκοπό αυτό μυστική ομάδα με επικεφαλής τον Αμερικανό καθηγητή  Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ. Σχετική εντολή -όπως αποκάλυψε ο κ. Βαρουφάκης σε διεθνές φόρουμ στις 16 Ιουλίου 2015-  είχε πάρει από τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά, ήδη πριν από τις εκλογές. Αφορούσε  -όπως ο ίδιος αποκαλύπτει- την προετοιμασία ενός παράλληλου τραπεζικού συστήματος «που θα ήταν μεν προσδιορισμένο σε ευρώ, αλλά εν μια νυκτί θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια νέα δραχμή». Συζητούσαν σοβαρά ακόμα και την  πρόταση  του τότε Υπουργού Παναγιώτη Λαφαζάνη να μπουκάρουν στο Νομισματοκοπείο και να πάρουν τα ευρώ που βρίσκονταν εκεί. Σε όλο εκείνο το διάστημα, τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και ο κ. Βαρουφάκης άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ δείχνοντας ξεκάθαρα την απόφασή τους να παίξουν τη μοίρα της χώρας μας στα ζάρια.

Στις 26 Ιουνίου, ο κ. Τσίπρας διέκοψε τις διαπραγματεύσεις και λίγο μετά τα μεσάνυχτα ανακοίνωσε την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, δηλώνοντας ότι θα σεβαστεί «το αποτέλεσμα, όποιο και αν είναι αυτό». Φαινόταν έτσι ξεκάθαρα -όσο κι αν ο κ. Τσίπρας απέκρυπτε τις συνέπειες- πως η επικράτηση και εφαρμογή του «όχι» θα σήμαινε τότε την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη. Εντάθηκε έτσι από τη στιγμή εκείνη η ανησυχία της κοινωνίας και από την επομένη χιλιάδες πολίτες  έσπευσαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους.

Το απόγευμα της Κυριακής 28 Ιουνίου, η Κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου ανακοίνωσε το κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή   capital controls. Έτσι από το πρωί της  Δευτέρας 29 Ιουνίου, οι Έλληνες έκαναν ουρές στα ΑΤΜς για 60 ευρώ, ενώ οι εικόνες έξω από τις τράπεζες διέσυραν τη χώρα μας στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Ο ελληνικός λαός διασυρόταν από μια Κυβέρνηση που τον χρησιμοποιούσε για να προωθήσει το σχέδιο αποκοπής της Ελλάδας από όλους τους διεθνείς θεσμούς και μετατροπής της σε αυταρχικό Κράτος-παρία.

Ενδεικτικό της κρισιμότητας των εξελίξεων που διαδραματίζονταν και των σχεδίων που απεργάζονταν ήταν το γεγονός ότι  τρεις μέρες πριν από το δημοψήφισμα, στις 2 Ιουλίου, ο κ. Τσίπρας επισκεπτόταν το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και  ο Πάνος Καμμένος διαβεβαίωνε δημόσια ότι «στις δύσκολες στιγμές που περνάει ο τόπος οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας διασφαλίζουν τη σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας». Αυτή δεν ήταν σίγουρα  μια τυχαία παρορμητική δήλωση.

Πολύ αργότερα, ο κ. Τσίπρας θα ισχυριζόταν, για να συγκαλύψει το σχέδιο άλωσης του Κράτους και των θεσμών και τη μετατροπή της Ελλάδας σε νοτιοαμερικάνικη μπανανία, ότι οι τραγικές εκείνες εξελίξεις οφείλονταν στο γεγονός ότι είχε  «αυταπάτες». Αποδεικνύεται, ωστόσο, ότι πέρα από την ανικανότητα και την ανεπάρκεια είχαν σαφές σχέδιο, για να πραγματώσουν τις πολιτικές τους φαντασιώσεις, οι οποίες έρχονταν από τα βαθύ σκοτάδι και ήθελαν να βυθίσουν την Ελλάδα σε μια διαρκή νύχτα ανελευθερίας, μιζέριας, φτώχιας και απόγνωσης. Ο κ. Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να παραμένουν ίδιοι, αμετανόητοι, αλλά και αδιόρθωτοι. Ονειρεύονται, μάλιστα, όπως πρόσφατα αποκάλυψε ο κ. Τσακαλώτος, να σχηματίσουν ξανά Κυβέρνηση, να συγκροτήσουν το «προοδευτικό μέτωπο» με τον κ. Βαρουφάκη.

Η τελευταία γραμμή άμυνας του σχεδίου  που είχαν στήσει και εφάρμοσαν το 2015 είναι η απλή αναλογική. Μια σαφής προσπάθεια να ξαναρίξουν τη χώρα σε αστάθεια και να ξαναδοκιμάσουν το σχέδιο καταβαράθρωσης της χώρας, αλλά και των ανθρώπων της. Τα εσωτερικά πολιτικά διλήμματα του 2015 δεν πρέπει να επανέλθουν και ο ελληνικός λαός, που βλέπει την πρόοδο που συντελέστηκε μετά το 2019, δεν θα επιτρέψει  συνθήκες  αστάθειας και ανευθυνότητας.

Η σύγκριση ανάμεσα στη εικόνα διεθνούς αξιοπιστίας και κύρους της Ελλάδας του 2022, της ενισχυμένης αμυντικής μας ικανότητας, της απόκρουσης κάθε μεγάλης απειλής, της αποτελεσματικής διαχείρισης των τεράστιων εισαγόμενων κρίσεων, της μεγαλύτερης στήριξης του εισοδήματος και του βιοτικού επιπέδου, της μείωσης της ανεργίας, της σιγουριάς, της εμπιστοσύνης, της σταθερότητας με όσα περιέγραψα παραπάνω για τη περίοδο ΣΥΡΙΖΑ είναι αποστομωτική.”