ΑρχικήΘανάσης ΚΗ σπίθα που δεν σβήνει...

Η σπίθα που δεν σβήνει…

Tου Θανάση Κ. Μια σπαρακτική στιγμή από την Ορθόδοξη υμνωδία της Μεγάλης Πέμπτης:

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου,

ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.

Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται,

ο των αγγέλων βασιλεύς.

Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται,

ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.

Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.

Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας…

Κι αυτό ενέπνευσε ένα από τους μεγαλύτερους νεοέλληνες ποιητές, τον Νίκο Γκάτσο, να γράψει το ακόλουθο, με τίτλο “Μεγάλη Πέμπτη”…

Αυτός που κρέμασε τον ήλιο/ στο μεσοδόκι τ’ ουρανού

  Κρέμεται σήμερα σε ξύλο / ίλεως Κύριε γενού! 

Και στ’ ασπαλάθια της ερήμου/ μια μάνα φώναξε: «παιδί μου»! 

Με του Απριλιού τ’ αρχαία μάγια/ με των δαιμόνων το φιλί

μπήκε στο σπίτι κουκουβάγια/ μπήκε κοράκι στην αυλή.

Κι όλα τ’ αγρίμια στο λαγκάδι/ πήραν το δρόμο για τον Άδη. 

Θα ξανασπείρει καλοκαίρια/ στην άγρια παγωνιά του νου

αυτός που κάρφωσε τ’ αστέρια/ στην άγια σκέπη τ’ ουρανού.

  Κι εγώ κι εσύ κι εμείς κι οι άλλοι/ θα γεννηθούμε τότε πάλι.

 

Χίλια χρόνια χωρίζουν περίπου, την πρώτη στιχουργία από την δεύτερη.

Και παρά το τεράστιο χάσμα της χιλιετίας, η ίδια κατάνυξη τις ενώνει.

Η ίδια μυσταγωγία τις εμπνέει.

Η ίδια έκσταση τις γεφυρώνει.

Γιατί η υμνογραφία των Παθών στην παράδοσή μας, έχουν τη δραματουργία της μυσταγωγίας και δημιουργούν την έκσταση της Πίστης.

Ακόμα και σε απίστους, ή σε άτομα με χαλαρές θρησκευτικές πεποιθήσεις (όπως ο υπογράφων)…

Άλλωστε στην Ελλάδα η μυσταγωγία, προϋπήρξε της Χριστιανοσύνης.

Όπως και η δραματουργία. Εδώ γεννήθηκε το θέατρο, πολλούς αιώνες πριν από την Γέννηση του Ναζωραίου στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας.

Η μυσταγωγία ξεκινάει από τη λατρεία των χθόνιων θεών, πριν ακόμα από τους Ολύμπιους. Και διασώζεται στην αρχαία Ελλάδα από τις Ορφικές τελετές και τα Ελευσίνια Μυστήρια.

Το δράμα γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα. Όχι ως απλή συμβολική αναπαράσταση κάποιου γεγονότος – μυθολογικού συνήθως – αλλά ως άσκηση παιδαγώγησης του δήμου στα ηθικά διλήμματα της δημοκρατίας.

Και η “έκσταση” γεννιέται είτε από τη “μύηση” της μυσταγωγίας είτε από τη μέθεξη του τραγωδίας, ως συνειδησιακή υπέρβαση της ατομικότητας και συγκινησιακή υπέρβαση της καθημερινότητας. Και ψυχολογική ένωση του ατόμου με την Κοινότητα-Πόλη.

Δεν χρειάζεται να αποδέχεσαι λογικά τα δόγματα του Χριστιανισμού, για να νοιώσεις την ανατριχίλα που περιγράφει ο Γκάτσος.

Όταν η Μαρία, βλέποντας το γιό της καρφωμένο στο Σταυρό,

μες “στα ασπαλάθια της ερήμου, μια μάνα φώναξε: παιδί μου”!

Ούτε χρειάζεται να έχεις πλήρως αποδεχθεί τη μετά Θάνατον Ζωή, για να νοιώσεις την έκσταση που μεταδίδει ο Γκάτσος στο κλείσιμο του συγκλονιστικού του ποιήματος:

“Θα ξανασπείρει καλοκαίρια, στην άγρια παγωνιά του νού,

αυτός που κάρφωσε τα αστέρια, στην άγια σκέπη του ουρανού.

Κι εγώ κι εσύ κι εμείς κι οι άλλοι, θα ξαναγεννηθούμε πάλι” 

Δεν είναι τυχαίο που ο Γκάτσος αναφέρεται “¨στην άγρια παγωνιά του νού”.

Αυτή η υπέρτατη δύναμη του ανθρώπου, η νόηση…

Που ερευνά συνέχεια, καταλαβαίνει τα πάντα (ενίοτε νομίζει ότι  καταλαβαίνει), αλλά δεν νοιώθει ποτέ!

Κι έρχεται μέσα στην συναισθηματική παγωνιά της νόησης, να γεννηθεί το συναίσθημα της μεταφυσικής Ελπίδας.

Που ξεπερνά το ατομικό εγώ.

Και απλώνεται στο “εγώ κι εσύ κι εμείς κι οι άλλοι”

Που θα ξαναγεννηθούμε πάλι!

Δηλαδή, θα “νικήσουμε” το Θάνατο…

Αυτή η προσδοκώμενη “νίκη πάνω στον Θάνατο”, είναι βάλσαμο στην Ψυχή των ανθρώπων.

Δεν έχει σημασία αν λογικά την πιστεύουν ή αν την κατανοούν.

Δεν έχει σημασία αν ο Θεός “υπάρχει” πραγματικά.

Άλλωστε, η ύπαρξη οριοθετείται απ’ όσα εμείς καταλαβαίνουμε.

Νοητικά “υπάρχει” ό,τι μπορούμε να αντιληφθοιύμε (ή και να αποδείξουμε) ότι υπάρχει.

Έξω από τα όρια της “εποπτείας” μας (αισθητηριακής και λογικής), η έννοια της “ύπαρξης” είναι αδιανόητη.

Ο Θεός είναι ανάγκη που υπάρχει μέσα μας. Και δεν ξεριζώνεται.

Γιατί έχοντας πλήρη επίγνωση του Θανάτου μας από την ώρα που συνειδητοποιούμε τον κόσμο γύρω μας, η ματαιότητα της ύπαρξής μας θα ήταν ανυπόφορη, αν δεν υπήρχε η ελπίδα στο “επέκεινα”.

Δεν θα αντέχαμε τη ζωή μας, κι όλα όσα πρέπει να μοχθήσουμε για να κατακτήσουμε, αν πιστεύαμε ότι όλα αυτά είναι εντελώς μάταια, κι ότι θα μηδενιστούν κάποτε μαζί με το τέλος της φυσικής μας ζωής.

Η Πίστη είναι ανθρώπινη ανάγκη. Ο “Θεός” υπάρχει μέσα μας, γιατί χωρίς την Πίστη αυτή τρελαινόμαστε.

Η Θεότητα είναι ανάγκη του Ανθρώπου και είναι αυτή που του δίνει τα βασικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά.

Κοινωνίες που προσπάθησαν να απαγορεύσουν τη θρησκεία, πρώτον δεν άντεξαν πολύ, κατέρρευσαν.

Δεύτερον, πριν καταρρεύσουν διαπιστώθηκε ότι μετέτρεψαν τους ανθρώπους σε “αγέλες αρπακτικών”.

Και τρίτον, μετά την κατάρρευσή τους το θρησκευτικό συναίσθημα επανήλθε πιο ορμητικό από ποτέ

Σήμερα οι πιο θρησκευόμενες χώρες στην Ευρώπη είναι όσες πέρασαν από την κακή εμπειρία του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Όπου η θρησκευτικότητα ήταν, στην ουσία, υπό απαγόρευση. Κι όταν δεν απαγορευόταν ρητά περιθωριοποιούνταν συστηματικά.

Η ανάγκη του Θεού δεν ξερίζωνεται από την άνθρωπο. Κι όποιος το επιχειρήσει, οδηγεί σε άγρια οπισθοδρόμηση όχι σε θεαματικό “άλμα προς τα μπρός”.

Από την άλλη πλευρά διαφορετικές κοινωνίες, σε διαφορετικές θρησκευτικές περιόδους, κάλυψαν με διαφορετικούς τρόπους αυτή τη ανθρώπινη ανάγκη. Που έχει μεταφυσική διάσταση, αλλά πολύ πραγματική υπόσταση.

Προβάλλεται στο “επέκεινα”, αλλά έχει βαρύ αποτύπωμα στην πραγματικότητα.

Το πώς βιώνεις τη σχέση σου με το Θεό επηρεάζει το ποιός είσαι, τι κάνεις, πώς ζεις και πώς φέρεσαι στους γύρω σου.

Υπάρχουν θρησκευόμενοι που δεν αποτελούν “παραδείγματα αρετής”. Και “άθεοι” που είναι τελικά πολύ πιο “ένθεοι” από τους θρησκόληπτους.

Το τι δηλώνει ο καθένας δεν αποκαλύπτει αναγκαστικά τι νοιώθει και τι αληθινά πιστεύει. Αλλά αν η ατομική απάντηση καθενός στην εγγενή μεταφυσική αγωνία παράγει προσωπικό ήθος, η κυρίαρχη θρησκευτική πεποίθηση στην κοινωνία παράγει Πολιτισμό.

Η Θρησκεία δεν είναι όργανο εξουσίας. Πολύ συχνά γίνεται όργανο εξουσίας. Αλλά υπάρχει πέρα από εξουσίες. Και πολλές φορές υπονομεύει ή ανατρέπει εξουσίες.

[Όπως και το ερωτικό συναίσθημα μπορεί να γίνει “εργαλείο εξουσίας” και “αντικείμενο εκμετάλλευσης”. Μπορεί να καταντήσει όλα αυτά. Αλλά ο Έρωτας δεν είναι όλα αυτά. Υπάρχει πέρα από όλα αυτά…]

Σε διαφορετικές εποχές αναδείχθηκαν διαδόθηκαν κι ύστερα μαράζωσαν και εξαφανίστηκαν διάφορες “θρησκείες”.

Απ’ όλες τις γνωστές θρησκείες ο Χριστιανισμός διαδόθηκε σε περισσότερους λαούς από κάθε άλλη, ρίζωσε όπου διαδόθηκε και άντεξε διαχρονικά τεράστιες ανατροπές εξουσίας και πολιτευμάτων.

Γεννήθηκε ως διδασκαλία ταπεινών ατόμων από τα κατώτατα στρώματα της κοινωνίας. Ουσιαστικά από ένα γιό ξυλουργού στην Ιουδαία και μερικούς ψαράδες της Τιβεριάδας που έτρεξαν γύρω του.

Κι όμως, αυτή η ομάδα των πιο ταπεινών, δημιούργησε μια Πίστη που συγκρούστηκε με Αυτοκρατορίες και τις νίκησε. Κι ύστερα συγκρούστηκε ξανά και ξανά με εξουσίες και τις κατατρόπωσε. Και την πολέμησαν κατά καιρούς πανίσχυρα “κέντρα ισχύος”, αλλά όλοι έχασαν τελικά.

Όπως παρατήρησε ο (“αιρετικός”-μονοφυσίτης) Ισαάκ Νεύτων (ο θεωρούμενος και “πατέρας του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της σύγχρονης Επιστήμης): αν ο Ιησούς ήταν πράγματι Υιός Θεού, τότε το πράγμα έχει εύκολη εξήγηση. Αν, όμως, ήταν ένας απλός άνθρωπος, τότε πρόκειται για μέγα Θαύμα! Απίστευτο και Ανεπανάληπτο Θαύμα!

Κι αυτό είναι το “παράδοξο του Νεύτωνα”: Όσο πιο ορθολογικά πάς να εξηγήσεις τον Χριστιανισμό, τόσο περισσότερο έχεις ανάγκη να πιστέψεις στα θαύματα….

Η βαθύτερη δύναμη της Χριστιανικής Πίστης είναι αυτός ακριβώς ο θρίαμβος των ταπεινών – της ανθρώπινης ταπεινότητας – που νικά εφήμερες (αλλά παντοδύναμες) εξουσίες.

Η δύναμη της Αγάπης που αδελφώνει και της Ελπίδας που λυτρώνει.

Της Πίστης που είναι Αγάπη και γι’ αυτό δεν χρειάζεται να τιμωρεί για να επιβάλλεται. Και της Ελπίδας που είναι  εσωτερική ανάγκη να ξεπεράσει ο άνθρωπος τα “ανερμήνευτα”. Και γι’ αυτό δεν χρειάζεται ορθολογική εξήγηση για να λυτρώσει.

Απ’ όλες τις μεταφυσικές απαντήσεις στην ανθρώπινη αγωνία, ο Χριστιανισμός άντεξε περισσότερο και διαδόθηκε ευρύτερα, γιατί αποτελεί ίσως την καλύτερη ανθρωπολογικά και την πιο πλήρη συναισθηματικά

Κι απ’ όλες τις εκδοχές του ο Ελληνικός Χριστιανισμός όπως έφτασε ως εμάς με τη Πολιτιστική μορφή της Ορθοδοξίας έχει τα τρία μεγάλα πλεονεκτήματα. Συμπυκνώνει την νεοπλατωνική σύνθεση (όπως και ο Καθολικισμός, βέβαια), αλλά και τη Θεατρικότητα της Αρχαίας τραγωδίας και την εκφραστική δύναμη της Ελληνικής γλώσσας, της αρχαιότερης σήμερα ομιλούμενης και επί τρείς χιλιετίες συνεχώς εξελισσόμενης γλώσσας.

Η επιρροή της Ελληνικής γλώσσας πάνω στον Χριστιανισμό υπήρξε καθοριστική για χίλια τουλάχιστον χρόνια. Στην ουσία ο Χριστιανισμός γεννήθηκε ως ελληνόγλωσση θρησκεία. Παρά το γεγονός ότι οι ιδρυτές του ομιλούσαν την Αραμαίκή.

Τα Ευαγγέλια γράφτηκαν στην Κοινή Ελληνική, οι Επιστολές των Αποστόλων γράφτηκαν στην Ελληνική, οι αποφάσεις των Ιερών Συνόδων γράφτηκαν στην Ελληνική, το Σύμβολο της Πίστεως (η δογματική συμπύκνωση) αποτελεί υπόδειγμα Κοινής Ελληνικής, τους πρώτους επτά αιώνες, το μεγαλύτερο μέρος της υμνογραφίας γράφτηκε στα Ελληνικά και κατά τον ελληνικό “τρόπο” – κι από την Ελληνική μεταφράστηκε σε όλες τις υπόλοιπες γλώσσες.

Αυτό είναι το τεράστιο συμπυκνωμένο φορτίο του Ελληνικού Πάσχα!

Το Ελληνικό Πνεύμα που μετασχηματίστηκε,

η Ελληνικό γλώσσα που το εξέφρασε και το διέδωσε,

η προαιώνια πανανθρώπινη μεταφυσική ανάγκη που βρήκε την υπέρτατη απάντηση, το ανθρωπολογικό πρότυπο που έγινε μήτρα Παγκόσμιου Πολιτισμού, η τραγωδία που βρήκε την Κάθαρση – δηλαδή την Ελπίδα της Λύτρωσης.

Κι όλα αυτά είναι ταυτόχρονα Οικουμενικά και Ελληνικά:

Οικουμενικά γιατί έγιναν Παγκόσμια! Και Ελληνικά γιατί σφυρηλάτησαν την ταυτότητα του σύγχρονου Ελληνισμού. Που αναγεννήθηκε για να διασώσει την Πίστη του από “αλλόθρησκους”, πραγματώνοντας την Ανάστασή του ως Επανάσταση!

(Στα Ελληνικά δεν λέμε Revolution- “Περιστροφή”. Λέμε Επ-Ανάσταση, δηλαδή Νίκη επί του Θανάτου και επιστροφή από τη νέκρα-ανυπαρξία της δουλείας και του εξανδραποδισμού).

Όσοι αυτά πάνε να ξεριζώσουν, εν ονόματι της… “Προόδου”,

ας …γκρεμίσουν και τον Παρθενώνα (θρησκευτικός ναός υπήρξε),

ας απαγορεύσουν και τα ομηρικά έπη (πολεμικές ραψωδίες υπήρξαν με πλήθος αναγωγές σε “καμώματα” θεών),

ας καταργήσουν και το “Άξιον Έστί” του Ελύτη (τίτλος εμπνευσμένος από τα εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής),

αλλά και τη Ρωμιοσύνη του Ρίτσου! Γιατί σε αντίθεση με την Ελληνικότητα που προϋπήρξε του Χριστιανισμού, η Ρωμιοσύνη είναι απόλυτα συνυφασμένη με την Ορθοδοξία.

Στο “Άσμα Ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας” (αφιερωμένο στο Αλέξανδρο Διάκο, των πρώτο νεκρό αξιωματικό του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, 2 Νοεμβρίου του 1940), ο λαβωμένος ήρωας πριν ξεψυχήσει νοιώθει και οραματίζεται:

“Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα.

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει: Ελευθερία.

Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.

Τα πιο αθώα κορίτσια τρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών

Κι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη

Παιδιά! Δεν είναι άλλη γη ωραιότερη…

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!

Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του

Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοί του

«Πουλιά, καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!» «Σύντροφοι, σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!»

…Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!

Για σκεφτείτε:

Οι Έλληνες μέσα στα σκοτάδια δείχνουν το δρόμο: Ελευθερία.

Βιώνουν το θυσία τους για την Ελευθερία,

ως τη στιγμή “που τώρα η ζωή αρχίζει”!

Όχι σαν “πέρασμα”, στην ανυπαρξία του Θανάτου, 

αλλά σαν πέρασμα στη Λύτρωση. Σαν Πάσχα Θεού.

Οι Έλληνες βιώνουν το θάνατο για Ελευθερία σαν Πάσχα.

Αυτά την σπίθα πάνε να σβήσουν, να απαξιώσουν, να ξεριζώσουν, οι “φωταδιστές”…

Ματαιοπονούν!

ΥΓ. Τέτοιες μέρες δεν λέμε “Χρόνια Πολλά”!

Δεν είναι ονομαστική εορτή, ούτε γενέθλια.

Ούτε πρωτοχρονιά, ούτε εθνική επέτειος.,,

Είναι η ύψιστη θρησκευτική γιορτή με τεράστιο συσσωρευμένο Πολιτιστικό φορτίο. 

Η καθιερωμένη ευχή είναι, για όσους πιστεύουν, Χριστός Ανέστη!

(Και σε όσους δεν πιστεύουν εύχομαι ολοψύχως, Καλή Ανάσταση…)