Ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε πως θα είναι ξανά υποψήφιος για πρόεδρος των ΗΠΑ και παρόλο που είναι αναμενόμενο για εκλεγμένους προέδρους να αναζητούν μια δεύτερη θητεία, ο τελευταίος που δεν το επιχείρησε ήταν ο Λίντον Τζόνσον το 1968, για τον Τζο Μπάιντεν δεν ήταν δεδομένο.
Ο λόγος είναι η ηλικία του. Όταν ορκίστηκε πρόεδρος των ΗΠΑ έγινε ο γηραιότερος πρόεδρος. Στις εκλογές του 2024 θα είναι 82 ετών. Εάν επανεκλεγεί στο τέλος της θητείας του θα βρίσκεται πιο κοντά στα 90 από ότι στα 80 έτη. Η ηλικία του είναι και ο κύριος λόγος για το ότι πάνω από τους μισούς ψηφοφόρους των Δημοκρατικών δεν επιθυμούν να είναι ξανά υποψήφιος, με μόνο το 37% να το επιθυμεί. Η αξιολόγησή του από τους ψηφοφόρους βρίσκεται στο -11% με 53% να τον αξιολογεί αρνητικά και 42% θετικά. Χαμηλότερα από αυτόν σε αυτή τη χρονική στιγμή έχουν βρεθεί μόνο ο Τραμπ, ο Κάρτερ και ο Ρήγκαν με τον τελευταίο μόνο να μπορεί να το «γυρίσει» και να επανεκλέγεται. Παρόλα αυτά δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει κάποιον δυναμικό αντίπαλο στην κούρσα για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Οι δύο που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα μπορούσαν να διεκδικήσουν το χρίσμα με αξιώσεις είναι η Κάμαλα Χάρις και ο Πιτ Μπούτιτζετζ. Και οι δύο είναι μέλη της κυβέρνησής του (αντιπρόεδρος και υπουργός αντίστοιχα) και λογικά θα περιμένουν να κονταροχτυπηθούν μεταξύ τους σε τέσσερα χρόνια. Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι το ποιον θα αντιμετωπίσει στην αναμέτρηση για την Προεδρία. Θα έχουμε μια επανάληψη της αναμέτρησης του 2020 ή κάτι διαφορετικό;
Στο κόμμα των Ρεπουμπλικάνων δύο είναι οι κύριοι διεκδικητές του χρίσματος. Ο 77χρονος πρώην πρόεδρος Τραμπ και ο 44χρονος κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις (ο οποίος όμως ακόμα δεν έχει ανακοινώσει την πρόθεσή του να είναι υποψήφιος). Οι μετοχές του δευτέρου ανέβηκαν πολύ μετά την εξαιρετική του επίδοση στις ενδιάμεσες εκλογές, σε μια βραδιά που οι εκλεκτοί του Τραμπ υπέφεραν εκλογικά. Έφτασε να απειλεί δημοσκοπικά τον Τραμπ όμως τους τελευταίους μήνες ο τελευταίος έχει ανακάμψει και πλέον προηγείται με διαφορά του ΝτεΣάντις. Πίσω από τους δύο ο πρώην αντιπρόεδρος Μάικ Πενς με μονοψήφιο ποσοστό. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο Μπάιντεν θα έχανε από τον ΝτεΣάντις με την ίδια περίπου διαφορά με την οποία θα κέρδιζε τον Τράμπ (3%) (να υπενθυμίσω πως στο εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ σημασία έχουν οι εκλέκτορες), όμως είναι ακόμα πολύ νωρίς.
Είναι αλήθεια όμως πως μια υποψηφιότητα ΝτεΣάντις θα ήταν πιο ανταγωνιστική καθώς μπορεί να προσεγγίσει περισσότερα κοινά στους αναποφάσιστους από ότι ο Τραμπ. Η τοποθέτησή του όμως αυτή είναι που τον κάνει ευάλωτο στο εσωκομματικό παιχνίδι. Αυτό διότι ενώ ο Τραμπ έχει μια σκληροπυρηνική ακραία ομάδα ψηφοφόρων στην οποία απευθύνεται χωρίς αντίπαλο και τον ακολουθεί πιστά δε συμβαίνει το ίδιο με τον ΝτεΣάντις. Η πιο μετριοπαθής τοποθέτηση του κυβερνήτη της Φλόριντα βρίσκει «μικρότερους» υποψηφίους να του παίρνουν, έστω μικρά, ποσοστά. Έτσι οι πιθανότητες του ΝτεΣάντις (εάν θα αποφασίσει να είναι υποψήφιος) αυξάνονται στο ένας εναντίον ενός και μειώνονται όσο αυξάνονται οι ανθυποψήφιοι. Σίγουρα υπάρχει μακρύς δρόμος ακόμα αλλά ενδεχομένως ένα εισιτήριο Τραμπ – ΝτεΣάντις ίσως θα ήταν το καλύτερο για τους Ρεπουμπλικάνους (αν και θα έκαιγε σε μεγάλο βαθμό το επιχείρημα του γηραιού Μπάιντεν). Θα απέφευγαν και την εσωκομματική διαμάχη, θα αύξαναν τις πιθανότητες νίκης και θα είχαν έτοιμο και τον υποψήφιο για το 2028.