ΑρχικήΜε ΆποψηΤραμπισμός: Εξαγγελίες, αποφάσεις, τακτικισμοί, παλινωδίες χωρίς τέλος

Τραμπισμός: Εξαγγελίες, αποφάσεις, τακτικισμοί, παλινωδίες χωρίς τέλος

✍ Ο Χαράλαμπος Γκότσης, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς

Ότι κανείς δεν αιφνιδιάστηκε από τα πρώτα δείγματα πολιτικής του νέου-παλαιού Προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump, είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Από νωρίς, ακόμη και πριν από την έναρξη του προεκλογικού του αγώνα, γνωρίζαμε, ότι έχει δύο αδυναμίες.

Η μία αφορά στην παράνομη μετανάστευση, την οποία συχνά συνδέει με τις ποικιλόμορφες
αντί-woke απόψεις του και η άλλη ο προστατευτισμός, η επιβολή δηλαδή δασμών, ως εργαλείο όχι μόνο οικονομικής πολιτικής, αλλά ως θαυματουργό φάρμακο, που θα θεραπεύσει τις ΗΠΑ από όλα τα δεινά που έχουν συσσωρευθεί στη χώρα για πολλές δεκαετίες. Μόνο που το φάρμακο πουκραδαίνει προς κάθε κατεύθυνση σε εχθρούς και φίλους δεν έχει πάρει την έγκριση για την αποτελεσματικότητά του, ούτε από ερευνητικά εργαστήρια (ειδικοί οικονομικοί επιστήμονες) ούτε έχει εγκριθεί από κάποιο θεσμό (κοινοβούλιο,διαβουλεύσεις κλπ.).

Έτσι, οι πολιτικές που επαγγέλλεται δεν αντέχουν σε έλεγχο, όχι μόνο για το κοινωνικό τους αποτύπωμα, αλλά και για την ασυνέπειά τους με βάση όποια σχολή οικονομικής σκέψης και
αν επικαλεσθεί κανείς. Φαίνεται, ότι ο αυταρχικός τρόπος διοίκησης δεν εμπεριέχει τη συμμετοχή οικονομικών συμβούλων στην επεξεργασία σημαντικών αποφάσεων.

Μικρές λεπτομέρειες για έναν παντοδύναμο ηγέτη! Ο προστατευτισμός βλάπτει σοβαρά την υγεία των ΗΠΑ Για κάποιον όμως, ο οποίος διαθέτει αναλυτική οικονομική σκέψη, είναι εύκολο να διακρίνει, ότι το κλείσιμο των συνόρων και η μεταναστευτική πολιτική μαζικών απελάσεων, μπορεί να χαϊδεύουν τα αυτιά των ψηφοφόρων και να βελτιώνουν το προφίλ του Προέδρου, δεν λύνουν όμως το πρόβλημα που επικαλείται, χωρίς να δημιουργούν άλλα πολύ μεγαλύτερα.

Ας σημειωθεί, ότι η αμερικανική οικονομία πάσχει από έλλειψη τόσο στελεχών μέσης και υψηλής εξειδίκευσης, όσο και χαμηλότερης, όπως καταγράφονται στον κατασκευαστικό
κλάδο και στις υπηρεσίες εστίασης. Έτσι, παρά τα ελκυστικά κίνητρα για επενδύσεις που παρέχουν οι ρυθμίσεις του Inflation Reduction Act, οι εταιρίες αδυνατούν να αυξήσουν την όγκο παραγωγής τους και λόγω αδυναμίας εξεύρεσης στελεχών.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες όπως δείχνουν τα στοιχεία αντιμετωπίζουν πρόβλημα και με το γενικό επίπεδο των τιμών. Ο πληθωρισμός συνεχίζει να κινείται σε ψηλά επίπεδα, κατατρώγει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και αυξάνει τις ανισότητες. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος γιατί οι Αμερικανοί πολίτες εμπιστεύθηκαν με την ψήφο τους τη νέα κυβέρνηση.

Λογικό θα ήταν συνεπώς η οικονομική πολιτική να επιχειρήσει να θεραπεύσει αυτό ακριβώς το ανεπιθύμητο φαινόμενο. Όμως, με τις απελάσεις και την αφαίρεση ενός τμήματος του εργατικού δυναμικού, μάλιστα σε τομείς που οι Αμερικανοί πολίτες δεν επιθυμούν να
καλύψουν, δημιουργούνται προϋποθέσεις για αύξηση του εργατικού κόστους και συνεπώς ανόδου των τιμών.

Οι τιμωρητικοί δασμοί εξάλλου, το άλλο χαρτί που κραδαίνει ο Πρόεδρος σχεδόν σε κάθε του εμφάνιση, εξαγγέλλοντας νέους δασμούς για τα εισαγόμενα στην Αμερική προϊόντα,
υποδαυλίζουν τις ελεύθερες συναλλαγές και μας επιστρέφουν ολοταχώς στον 19 ο αιώνα.

Είναι κοινή παραδοχή όλων των απανταχού γης οικονομολόγων, ότι ο προστατευτισμός
λειτουργεί ανασταλτικά στη βελτίωση των επιδόσεων των οικονομιών και κατ’ επέκτασιν στην ευημερία των λαών. Η επιβολή δασμών ζημιώνει αρχικά τη χώρα που τους επιβάλλει.

Η ζήτηση για ένα πλήθος από εισαγόμενα προϊόντα, σε πρώτο χρόνο, παρά την επιβάρυνση στην τιμή τους, που τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, θα συνεχίσει να καλύπτεται από εισαγωγές, αφού η αντικατάστασή τους απαιτεί χρόνο, ενώ αρκετά από αυτά δεν είναι δυνατό να παραχθούν επειδή προστατεύονται από ειδικές άδειες πχ τα φάρμακα ή διπλώματα ευρεσιτεχνίας για τα μηχανήματα. Επακόλουθο της αύξησης των τιμών θα είναι και η καθυστέρηση στη μείωση των επιτοκίων αναφοράς της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, κάτι που και η ίδια έχει ήδη επισημάνει, η οποία θα επιδράσει αναπόφευκτα σε αναβολή προγραμματισμένων επενδύσεων και κατ’ επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας.

Αυτό θα οδηγήσει πιθανόν σε μεταστροφή μέρους της κοινής γνώμης και κυρίως όσων αφελώς πίστεψαν στην πολιτική τύπου «νερού του Καματερού» που θεραπεύει τα πάντα.

Προς το παρόν βέβαια στις διεθνείς συναλλαγές επικρατεί χάος, ανασφάλεια και απαισιοδοξία για το μέλλον, τόσο στις κεφαλαιαγορές, οι οποίες έχασαν ήδη τα κέρδη που
κατέγραψαν μετά τον ενθουσιασμό τους από την ανάληψη της εξουσίας από τον κ. Trump, όσο και στην πραγματική οικονομία. Παρά τις εικασίες περί μετριασμού ή και αναβολής
στην εφαρμογή των εξαγγελθέντων προστατευτικών μέτρων, άρχισε ήδη η εφαρμογή τους από τις 4 του τρέχοντος μήνα.

Τα εισαγόμενα προϊόντα από το Μεξικό και τον Καναδά θα επιβαρύνονται με ένα 25% ενώ τα κινέζικα με ένα 10% επιπλέον, δηλαδή με 20%. Για τις 12 Μαρτίου έχει αναγγελθεί
η οριζόντια εφαρμογή δασμών 25% στις εισαγωγές προϊόντων χάλυβα και αλουμινίου. Τελικά, οι εξελίξεις δείχνουν, ότι ο Προέδρος ότι λέει το εννοεί ή ότι είναι αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει το εργαλείο των δασμών, χωρίς συμβιβασμούς, μέχρι τέλους. Διορθωτικές κινήσεις δεν αποκλείονται, όταν δει ότι οι αγορές κατακλύζονται από φόβο για τις συνέπειες ή τους πολίτες να αντιδρούν όταν βλέπουν τα εισοδήματά τους να συνεχίζουν να συρρικνώνονται.

Απώλειες και αναστάτωση στην Ευρώπη

Σε ότι αφορά την Ευρώπη, αναμένεται σε πρώτη φάση να εφαρμοστεί η εξαγγελία του Προέδρου για δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο κατά 25%, κάτι που θα πλήξει τους
συγκεκριμένους κλάδους σημαντικά, ενώ υπολογίζεται ότι θα μειώσει τις εξαγωγές των δύο κλάδων κατά 20 δις Ευρώ τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει, ότι η πολιτική απέναντι στους δύο
κλάδους διαφοροποιείται σε σχέση με την πρώτη του θητεία και παραπέμπει σε διαθέσεις έναρξης ενός παράλογου εμπορικού πολέμου, κυρίως μετά τη νέα εξαγγελία (26/2/2025) για οριζόντια επιβολή δασμών 25% σε όλα τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ και κυρίως στις εισαγωγές αυτοκινήτων. Με νέα τοποθέτησή του η εφαρμογή του μέτρου θα αρχίσει στις 2 Απριλίου 2025.

Για την Ευρώπη, η επιβολή υψηλών δασμών καθώς και η εχθρική ρητορική του Προέδρου, χωρίς αμφιβολία, δημιουργεί κλίμα ανησυχίας και ταυτόχρονα επαγρύπνησης με στόχο τις ενδεδειγμένες αντιδράσεις. Σε ότι αφορά το μέγεθος των αρχικών απωλειών, που θα έχει η Ευρώπη από τον εμπορικό πόλεμο που ξεκίνησε ο Αμερικανός Πρόεδρος, μελέτη του Ινστιτούτου του Κιέλου (Γερμανία), αναφέρει: «Η Ευρωπαϊκή Οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί εξαιτίας των δασμών ύψους 25% μέσα στο 2025 κατά 0,4%. Αντίστοιχα και οι ΗΠΑ θα πρέπει να υπολογίζουν με μείωση του ΑΕΠ κατά 0,17%. Αν ακολουθήσει βέβαια επιβολή δασμών του ιδίου ύψους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που έχει ήδη αναγγελθεί, η απώλεια θα διπλασιαστεί στο 0,34% για τις ΗΠΑ, ενώ η Ευρώπη θα καταγράψει ένα πρόσθετο 0,14%. Επιπρόσθετα θα αυξηθούν οι τιμές καταναλωτή στις

ΗΠΑ κατά 1,5%, ενώ το διμερές εμπόριο θα συρρικνωθεί κατά 15-20%».

Η ελληνική οικονομία ειδικότερα, αφενός λόγω της περιορισμένης εξαγωγικής έκθεσής μας στις ΗΠΑ, περί το 4% του συνόλου των εξαγωγών μας κατευθύνονται πέραν του ατλαντικού, αφετέρου δε επειδή πρόκειται για προϊόντα με χαμηλή ελαστικότητα, με μεγάλη συμμετοχή στα αγροτικά προϊόντα, δεν αναμένεται να καταγράψει άμεσα ιδιαίτερες απώλειες. Άλλωστε, το συναλλακτικό μας ισοζύγιο με τις ΗΠΑ παρουσιάζει ένα μικρό πλεόνασμα (0,2 δις Ευρώ) για τη χώρα μας.

Εκείνο όμως που χωρίς αμφιβολία θα επηρεάσει αρνητικά τα οικονομικά μεγέθη στη χώρα μας είναι η συρρίκνωση των εισοδημάτων στις ευρωπαϊκές χώρες, που αποτελούν τους κύριους αποδέκτες ελληνικών προϊόντων, με αξιοσημείωτη επίσης συμμετοχή στις τουριστικές μας εισπράξεις. Επίσης, μια αρνητική έμμεση επίδραση, κυρίως στο μέτωπο του
πληθωρισμού, θα προέλθει από την επιβολή ευρωπαϊκών δασμών σε κινεζικά προϊόντα και τη συνακόλουθη αντίδραση της Κίνας, ως αποτέλεσμα αμερικανικών πιέσεων για συμπόρευση στην αντικινεζική πολιτική των ΗΠΑ.

Συμπερασματικά, το σκηνικό δείχνει ότι οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις έχουν περάσει σε μια νέα εποχή. Το παλαιό, όπως το γνωρίζαμε, με τον αμοιβαίο σεβασμό στις διεθνείς και διακρατικές συμφωνίες, καταρρέει, ενώ το καινούργιο προς το παρόν δείχνει τα δόντια του υλοποιώντας μονομερείς αποφάσεις με βάση το δίκαιο του ισχυροτέρου. Η φιλελεύθερη δημοκρατία αμφισβητείται, ενώ ο αναρχοκαπιταλισμός των κ. Trump και Milei απειλούν βίαια να αλλάξουν τη λειτουργία των θεσμών αλλά και τη ζωή τωνπολιτών. Η μόνη ελπίδα που διαφαίνεται στον ορίζοντα, είναι η αποτυχία του εγχειρήματος, αφού όμως ο σπόρος του
εθνικιστικού απομονωτισμού και της δυσπιστίας στις σχέσεις των κρατών, θα έχει κάνει τη ζημιά του.