Το νέο τραγούδι της Ελεωνόρας Ζουγανέλη είναι σαν να γράφτηκε για τον Ν. Ανδρουλάκη και τον Σ. Φάμελλο. Μαλωμένοι και αγκαζέ, με την έννοια ότι τσακώθηκαν και τελικά τα βρήκαν για την πρόταση μομφής, χωρίς να είναι σαφές ποιος είναι ο σινιέ και ποιος ο πασέ.
Για όποιον δεν έχει ακούσει ακόμη το τραγούδι, μάλλον απίθανο, γκουγκλάρει και το βρίσκει.
Υποτίθεται ότι ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούσαν για το αν θα γίνει ή όχι η προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή πριν κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας. Ο Φάμελλος θα έχει το προνόμιο να μιλήσει μετά τον Κ. Μητσοτάκη και τον Δ. Κουτσούμπα, επειδή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ κατέθεσαν το αίτημα γι αυτή τη συζήτηση. Ε, δεν ήθελε να χάσει αυτό το προνόμιο. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης ήθελε να ξεκινήσει αμέσως η διαδικασία η συζήτηση για την πρόταση μομφής, αλλά, τελικά, δεν θέλησε να χαλάσει το χατίρι της Ζωής Κωνσταντοπούλου που συμφώνησε με τον Φάμελλο.
Οπως σας έχει ενημερώσει η στήλη, η σχέση του Ανδρουλάκη και της Κωνσταντοπούλου είναι σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για το μέλλον. Αντίθετα, η “χημεία” του με τον Φάμελλο δεν είναι καλή και αυτό επιβεβαιώνεται διαρκώς όποτε χρειάζεται να συνεννοηθούν για ο,τιδήποτε.
Από τις παρασκηνιακές διεργασίες για την από κοινού κατάθεση πρότασης μομφής, αξίζει να σημειωθεί η διάθεση συνεργασίας που έδειξε ο Αλέξης Χαρίτσης εκπροσωπώντας τη Νέα Αριστερά. Ναι σε όλα αρκεί να γίνει. Κάπως έτσι συνοψίζεται η στάση του. Οι καλόπιστοι θα πουν ότι το κόμμα του μιλάει για την ανάγκη προοδευτικών συγκλίσεων και το εννοεί, οι κακόπιστοι θα αντιτείνουν ότι όσο οι δημοσκοπήσεις είναι “χλωμές” γι αυτούς, αναζητούν σωσίβιο σε κάποιο συμμαχικό σχήμα.
Δεξιά της ΝΔ ακόμη μεγαλύτερες διαφωνίες. Η Νίκη δεν ψήφισε υπέρ της σύστασης Προανακριτικής για τον Χρ. Τραντόπουλο και ο πρόεδρός της Δ. Νατσιός είπε κάτι σαν ότι είναι λίγη η πρωτοβουλία αυτή γιατί συμβάλει στην συγκάλυψη. Ηθελε δηλαδή κάτι ευρύτερο που να αφορά περισσότερα πρόσωπα και πιο βαριές κατηγορίες. Εννοείται ότι δεν έγινε απολύτως κατανοητός από τους ακροατές της ομιλίας του και διάφοροι “ψάχνονται” για βαθύτερες σκέψεις και προθέσεις, ξεχνώντας ότι στην σύγχρονη πολιτική ζωή υπάρχει πάντα και η ερμηνεία του “ό,τι να ναι”.