Οι διπλές εκλογές Μαΐου και Ιουνίου 2023 άνοιξαν το δρόμο για μια νέα μεταπολιτευτική περίοδο, την Μεταπολίτευση 2.0 όπως την ονομάζω.
Είναι βέβαια πολύ νωρίς ακόμα το να γνωρίζουμε το πόσοι πολιτικοί πόλοι θα υπάρχουν σε αυτήν αλλά και τι τοποθέτηση θα έχουν επάνω στην εκλογική σκακιέρα. Μέχρι τότε θα έχουμε ένα πολιτικό σκηνικό με ένα κυρίαρχο κόμμα, τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ να προσπαθεί να ανασυνταχθεί και να επιλέξει ταυτότητα, ένα ΠΑΣΟΚ να δείξει ότι μπορεί να αποτελέσει ουσιαστική αντιπολίτευση και τα κόμματα στα δεξιά της να προσπαθούν να βρουν πατήματα στο νέο τοπίο του ανταγωνισμού στις ομάδες ψηφοφόρων στις οποίες απευθύνονται.
Για την περίοδο από τις εκλογές και μέχρι να βρεθούμε σε αυτή τη νέα κατάσταση ισορροπίας πολιτικών δυνάμεων θα μπορούν να φεύγουν ψήφοι ιδεολογίας από το κυβερνών κόμμα εάν διαφωνούν με κάποια πολιτικής της κυβέρνησης. Από την άλλη όμως οι ψήφοι εξουσίας (δηλαδή οι ψήφοι σε κόμμα για να κυβερνήσει) δεν έχουν κάπου να πάνε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρχικώς ήταν ΤΙΝΑ (There Is No Alternative – η μοναδική εναλλακτική) για όσους ήθελαν να ρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα έγινε ΤΙΝΑ για όσους δεν ήθελαν τον ΣΥΡΙΖΑ να επανέλθει στην κυβέρνηση. Πλέον είναι ΤΙΝΑ διότι πολύ απλά δεν υπάρχει κανείς για να διεκδικήσει την εξουσία με αξιώσεις. Το για πόσο καιρό θα παραμείνει σε αυτήν την προνομιακή κατάσταση εξαρτάται και από τον ίδιο και την κυβέρνησή του αλλά και από τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα.
Το σίγουρο είναι πως για το πολιτικό σύστημα δεν είναι καλό να μην υπάρχει κυβερνητική εναλλακτική επιλογή. Αυτό διότι όταν η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση αυξάνει (που σε διάφορες κρίσεις, όπως αυτή των πυρκαγιών, αυτό είναι αναπόφευκτο) τότε προς κάπου πρέπει αυτή να εκτονωθεί, έστω και προσωρινά, δηλαδή δημοσκοπικά. Όσο υπάρχει δυσαρέσκεια δίχως κάποια εναλλακτική να φαίνεται στον ορίζονται τόσο ψηφοφόροι θα δηλώνουν πως δεν τους εκπροσωπεί κανένας, η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα θα πέφτει και εκλογικά θα βλέπουμε αύξηση αποχής ή/και αντισυστημικής ψήφου προς πάσα κατεύθυνση (το τελευταίο εάν φτάσουμε σε σημείο μεγάλης δυσαρέσκειας, κάτι που δε θεωρώ πως έχει σοβαρές πιθανότητες αλλά οφείλω να το αναφέρω). Όταν σε ένα πολιτικό σύστημα δηλαδή έχει μείνει μόνο ένας πυλώνας αυτός οφείλει να κρατήσει μέχρι να εμφανιστεί τουλάχιστον ένας δεύτερος. Εάν δεν κρατήσει θα πέσει η σκεπή, δε θα μιλάμε για μεταπολίτευση 2.0 αλλά για κάτι ακόμα μεγαλύτερο, ένα απολύτως καινούριο πολιτικό τοπίο.
Η αντιπολίτευση λοιπόν, και από τις δυο πλευρές της κυβέρνησης, οφείλει να δει τη μεγάλη εικόνα και να τρέξει όλες τις διαδικασίες που απαιτούνται ώστε να οδηγηθούμε στο να αποκτήσει μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων κυβερνητική εναλλακτική (κάτι τι οποίο θα πάρει καιρό και απαιτεί οργάνωση και σωστή στόχευση, τοποθέτηση και επικοινωνία).
Όμως, στους μεν δε βλέπω να υπάρχει ούτε τέτοια διάθεση αλλά ούτε και ικανότητα να προχωρήσουν σε μια τέτοια κατεύθυνση, οι δε δεν έχουν βγάλει τα ιδεολογικά γυαλιά της οπτικής των πραγμάτων και προχωρούν με ρυθμούς χελώνας. Από την πλευρά της η κυβέρνηση οφείλει να κινείται προσεκτικά αποφεύγοντας λάθη, αρρυθμίες και επιλογές οι οποίες εντείνουν τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων της, μέχρι τουλάχιστον να βρεθεί κυβερνητική εναλλακτική. Διότι μπορεί μια κολόνα που στέκεται μόνη της να μοιάζει κυρίαρχη και πανίσχυρη όμως υπάρχει ο κίνδυνος κατάρρευσης από το βάρος αυτού που στηρίζει. Γι αυτό και κάθε ρωγμή είναι επικίνδυνη, ειδικά όταν αυτή γίνεται στο USP (unique selling point – το πλεονέκτημα που έχει έναντι των ανταγωνιστών και που τη διαφοροποιεί στα μάτια του ψηφοφόρου από αυτούς) που δεν είναι άλλο από την ικανότητα διακυβέρνησης.