ΑρχικήΕπικαιρότηταΗ Ελλάδα σε αναζήτηση ξένου εργατικού δυναμικού

Η Ελλάδα σε αναζήτηση ξένου εργατικού δυναμικού

Η Ελλάδα είναι μια χώρα η οποία πλήττεται έντονα πλέον από την έλλειψη εργατικών χεριών. Παρά τους ευνοϊκούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οι ελλείψεις εργατικών χεριών σε βασικούς παραγωγικούς τομείς όπως οι αγροτικές εργασίες και ο τουρισμός συνθέτουν ένα μεγάλο πρόβλημα το οποίο απειλεί την
ομαλή λειτουργία και ανάπτυξη των παραγωγικών κλάδων.

Η Ελλάδα αναζητά εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό, σύμφωνα με την Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). Όπως αναφέρει δημοσίευμα της FAZ που επικαλείται η DeutscheWelle, παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημαντική ανάπτυξη, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα περί έλλειψης εργατικού δυναμικού κυρίως στον τουριστικό, στον γεωργικό, στον κατασκευαστικό και στον υγειονομικό κλάδο. Το πρόβλημα αυτό το αντιμετωπίζουν εδώ και καιρό αρκετά κράτη-μέλη της Ε.Ε, όμως οι αυξανόμενες ανάγκες στο πλαίσιο της ανάπτυξης έχουν καταστήσει μείζον το ζήτημα.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες

Σε μια καινοτόμα τροπολογία και παρά τις εσωκομματικές αντιρρήσεις, τον περασμένο Δεκέμβριο κυβέρνηση έφερε τροπολογία η οποία προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία και παροχή υπηρεσιών ή έργου σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι όμως ζουν και αποδεδειγμένα έχουν εργαστεί στην Ελλάδα επί τριετία. Το κυβερνητικό μέτρο ψηφίστηκε με ευρεία συναίνεση από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και αφορά περίπου 30.000 αλλοδαπούς και στοχεύει να βάλει σε τάξη όσους παράτυπους μετανάστες βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα, δίνοντας τους την ευκαιρία να ενταχθούν στον «ενάρετο κύκλο» της οικονομίας. Το περασμένο μήνα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε την Ινδία σε αναζήτηση επενδυτικών ευκαιριών για την Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός μετά τη συνάντηση του με τον Ινδό ομόλογο του, Ναρέντρα Μόντι, προανήγγειλε σύμφωνο για νόμιμη μετανάστευση με την Ινδία.

Όπως επεσήμανε, περισσότεροι Ινδοί εργαζόμενοι θαμπορέσουν να έρθουν στην Ελλάδα και μέρος του δυναμικού θα πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω δεξιότητες, προκειμένου να απασχοληθεί στον αγροτικό τομέα, στις κατασκευές και τον τουρισμό. Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει τώρα «να αντιμετωπίσει την έλλειψη εργατικού δυναμικού στον ιδιωτικό τομέα, καταλήγοντας σε συμφωνίες με κράτη της Ασίας», συνεχίζει η F.A.Z.

Στο κυβερνητικό αυτό σχέδιο «διαδραματίζει νευραλγικό ρόλο και η Ινδία, με την οποία η Αθήνα επιδιώκει εδώ και αρκετό καιρό μία οικονομική και πολιτική προσέγγιση. […] Εξάλλου, μία στενότερη συνεργασία με την Ινδία θα αποτελούσε και αντίβαρο στην έντονη δραστηριοποίηση της Κίνας στην Ελλάδα, η οποία εδώ και 15 χρόνια αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη βαρύτητα. Όπως διαπιστώνει και η FAZ, στην περίπτωση της Ελλάδας, «εάν το σχέδιο της κυβέρνησης στεφθεί με επιτυχία, τότε μέσα στα επόμενα χρόνια το ινδικό και το βιετναμέζικο στοιχείο
αλλά και το φιλιππινέζικο, ίσως και το πακιστανικό, θα είναι πολύ πιο έντονο στην Ελλάδα.

Τέτοιου είδους λύσεις οικονομικής πολιτικής ενδέχεται να φέρουν και ορισμένες κοινωνικοπολιτικές προκλήσεις – όμως αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα», καταλήγει η εφημερίδα
της Φρανκφούρτης.

Η διαχρονική μείωση του εργατικού δυναμικού

Οι ελλείψεις σε εργατικά χέρια δεν είναι ένα πρόβλημα που φάνηκε κατά τα δύο τελευταία έτη, αλλά μάλλον αποτελεί την απόληξη μιας μνημονιακής περιόδου που επέφερε σημαντικές αλλαγές στις ζωές των Ελλήνων. Η μετανάστευση νέων ανθρώπων προς την Ε.Ε., η υπογεννητικότητα και η αποστροφή στην κακοπληρωμένη χειρωνακτική εργασία λειτούργησαν αποτρεπτικά για την ανάπτυξη της εργατικής δύναμης στην χώρα μας. Το φαινόμενο είναι πιο αισθητό στην επαρχία και την νησιωτική χώρα όπου ο πρωτογενήςτομέας, οι κατασκευές και η εστίαση είναι οι κύριοι οικονομικοί κλάδοι που αναπτύσσονται αλλά δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό να τους υποστηρίξει.

Ψηλαφίζοντας τον μίτο του χρόνου από την οικονομική κρίση και ύστερα, τον Σεπτέμβριο του 2009, μήνα κατά τον οποίο το ποσοστό της ανεργίας βρισκόταν σε παρόμοια με τα τρέχοντα επίπεδα, δηλαδή περί το 10%, το εργατικό δυναμικό ξεπερνούσε τα 5 εκατ. άτομα, εκ των οποίων οι απασχολούμενοι ήταν 4,5 εκατ. και οι άνεργοι 510 χιλ. Τα χρόνια που
ακολούθησαν, οι απασχολούμενοι μειώθηκαν σημαντικά, ενώ, αντίστοιχα, αυξήθηκαν οι άνεργοι, με την εικόνα να αντιστρέφεται σταδιακά από το 2014. Ερχόμενοι στο παρόν, τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το εργατικό δυναμικό πλησίασε τα 4,7 εκατ. άτομα, με τους απασχολούμενους να ανέρχονται σε 4,2 εκατ. και τουςάνεργους σε 468 χιλ.
Συνεπώς, τον Σεπτέμβριο του 2023, καταγράφεται συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού σεσύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2009 κατά 7,2%, με τη μείωση των ανέργων (8,3%) να υπερβαίνει αυτή των απασχολούμενων (7%).

Ταυτόχρονα, ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας μειώθηκε ανά έτος κατά περίπου 0,7%- κατά την τελευταία δεκαετία- και προβλέπεται να περαιτέρω μείωση κατά περίπου 1% ετησίως μέχρι το 2030. Το δε εργατικό δυναμικό γερνάει, καθώς το όριο συνταξιοδότησης αυξάνεται και οι ανάγκες απασχόλησης μέχρι και την τελευταία μέρα πριν την συνταξιοδότηση είναιεπιβεβλημένη. Συγκεκριμένα, οι ηλικιακές ομάδες από 50 έως 695 σημείωσαν την μεγαλύτερη αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό.

Το φαινόμενο Brain Drain

Οι σημαντικές εκροές ανθρώπινου κεφαλαίου στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, μεταξύ των οποίων άτομα υψηλής εξειδίκευσης (brain drain), αποτελούν σοβαρό πλήγμα για την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, από το 2010 και τα πρώτα μνημονιακά έτη έως και το2021, μετανάστευσαν σε άλλες χώρες 592.200 Έλληνες, κυρίως νεαρής και παραγωγικής ηλικίας.

Το μεγάλο κύμα της μετανάστευσης καταγράφηκε στα πρώτα χρόνια των μνημονίων (2010 -2015) και ο λόγος ήταν η ανεργία που εκτινάχθηκε στο 28% και η αναζήτηση καλύτερων συνθηκών εργασίας, όταν στην Ελλάδα ο βασικός μισθός μειώθηκε κάτω 600 ευρώ μικτά και καθιερώθηκε και ο υποκατώτατος για τους νέους.

Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές μεταναστευτικές ροές (εισερχόμενοι – εξερχόμενοι μετανάστες) ήταν αρνητικές μεταξύ 2010 και 2015. Σε ποσοστό περίπου 40% το ανθρώπινο κεφάλαιο που μετανάστευσε ήταν νέοι έως 29 ετών, ενώ παρόμοιο ποσοστό ανήκε στην ηλικιακή κατηγορία 30-49 ετών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των εξερχόμενων μεταναστών σημείωσε μικρή άνοδο το 2021, όσο η πανδημική κρίση ήταν σε εξέλιξη, με το 50% αυτών να είναι πάλι νέοι έως 29 ετών.
Την ίδια περίοδο, η εισερχόμενη μετανάστευση ανήλθε σε 342.900 άτομα, με αποτέλεσμα το μεταναστευτικό ισοζύγιο των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα (καθαρή εισερχόμενη μετανάστευση) να είναι αρνητικό κατά 249.200 άτομα.

Οι νόμιμοι μετανάστες εγκαταλείπουν την Ελλάδα

Μειωμένος είναι και ο αριθμός των αλλοδαπών που διαμένει στη χώρα νόμιμα κατά περίπου 150.000, με την ποσοστιαία μείωση να είναι 16,1% σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή. Στην Ελλάδα διαμένουν 765.598 αλλοδαποί και αποτελούν το 7,3% του νόμιμου πληθυσμού της χώρας. Οι περισσότεροι που μετακινήθηκαν είναι οι Αλβανοί που είχαν πολλά χρόνια στην Ελλάδα και νόμιμα έγγραφα, οπότε αναζήτησαν καλύτερες θέσεις  εργασίας στην Ιταλία αλλά και στην Αγγλία. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υπολογίζεται ότι την τελευταία δεκαετία, 105.925 Αλβανοί και 40.473 Βούλγαροι φαίνεται να έφυγαν από την Ελλάδα προς αναζήτηση νέων ευκαιριών σε χώρες της Ε.Ε. Όπως φαίνεται σε έκθεση του ελληνικού υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, τον Αύγουστο του 2022 διαπιστώθηκε ότι 291.868 Αλβανοί μετανάστες είχαν έγκυρη άδεια παραμονής στην Ελλάδα, αποτελώντας το 61,4% των τακτικών αλλοδαπών.

Ομως, σύμφωνα με το υπουργείο, την ίδια περίοδο πριν ένα χρόνο, ο αριθμός των Αλβανών με έγκυρη άδεια παραμονής ήταν σημαντικά υψηλότερος. Τον Αύγουστο του 2021, σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο, 422.954 μετανάστες από την Αλβανία είχαν έγκυρηάδεια παραμονής και αποτελούσαν το 63,07% των τακτικών αλλοδαπών στην Ελλάδα. Ο καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βύρωνας Κοντζαμάνης εξηγεί στην Καθημερινή πως αυτός είναι και ο λόγος που έχει παρουσιαστεί μεγάλη έλλειψη εργατικού δυναμικού». Οι Αλβανοί αποτελούν το 49% των νομίμων μεταναστών που βρίσκονται στην Ελλάδα (374.926 σε σχέση με 480.851 που είχαν καταγραφεί στηνπροηγούμενη απογραφή).

Την ίδια στιγμή, όμως, που ο συνολικός πληθυσμός των αλλοδαπών μειώθηκε,πολλαπλασιάστηκε ο πληθυσμός από χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Το 2011 ο πληθυσμός από αυτές τις χώρες αποτελούσε το 13% του συνολικού πληθυσμού αλλοδαπών, ενώ τώρα έχει ανέβει στο 26%. Μεγάλο ποσοστό των αλλοδαπών κατοικεί στην Αττική, και συγκεκριμένα 344.851 άτομα, ωστόσο είναι 15,01% λιγότεροι από ό,τι πριν από δέκα χρόνια.