Οι 3 κορυφαίοι Έλληνες επιστήμονες που δεν έχετε ξανακούσει, αν και είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένοι

43 mins read

Πρόκειται για διεθνώς καταξιωμένους Έλληνες που διαπρέπουν στο εξωτερικό και θεωρούνται κορυφαίοι επιστήμονες στην ειδικότητά τους.

Στυλιανός Αντωναράκης: Ο κορυφαίος γενετιστής και ο μοναδικός Έλληνας επιστήμονας βραβευμένος με το Allan Αward

Ο Στυλιανός Αντωναράκης είναι ομότιμος Καθηγητής και Πρόεδρος του τμήματος Γενετικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης, και διευθυντής του Ινστιτούτου Γενετικής και Γονιδιωματικής iGE3 στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα το 1992.

Παράλληλα, είναι Πρόεδρος του Οργανισμού Ανθρώπινου Γονιδιώματος (από το 2013), μέλος του επιστημονικού συμβουλίου του Ελβετικού Ιδρύματος Επιστημών, και πρόεδρος της επιτροπής γενετικής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας. Προηγουμένως ήταν πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Γενετικής.

Πρόκειται για παγκοσμίως αναγνωρισμένο γενετιστή, που το 2019 πήρε το μεγαλύτερο βραβείο γενετικής Allan Αward.

Στο Johns Hopkins πριν 40 χρόνια άρχισε την μεγάλη έρευνα για τη μοριακή βάση των γενετικών παθήσεων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη μεσογειακή αναιμία, την αιμορροφιλία, την τρισωμία 21, δηλαδή τη γενετική ανωμαλία που προκαλεί το σύνδρομο Down, και τη σχιζοφρένεια.

Η έρευνα του επικεντρώνεται στη σχέση μεταξύ γονιδιωμάτων και φαινοτυπικών μεταβολών, ειδικότερα στη λειτουργική ανάλυση του γονιδιώματος, στην επίδραση της ανθρώπινης γενετικής ποικιλομορφίας στην φαινοτυπική ποικιλομορφία, στη μοριακή παθογένεση του συνδρόμου Down και των πολυγενικών φαινοτύπων, στο λειτουργικό χαρακτηρισμό του συντηρημένου κλάσματος του γονιδιώματος, στη διάγνωση και πρόληψη γενετικών διαταραχών, και στις κοινωνικές επιπτώσεις της γενετικής και της έρευνας των γονιδιωμάτων.

Είναι τόσο σημαντική η συγκεκριμένη έρευνα, ώστε του ανατίθεται η ανάλυση του χρωμοσώματος 21 στο πλαίσιο της μεγαλύτερης πολυεθνικής μελέτης για την ανάλυση του ανθρώπινου γονιδιώματος (Human Genome Project), που άρχισε το 1990 και ολοκληρώθηκε το 2004.

Το 2006, με πρωτοβουλία του, καθιερώθηκε η 21η Μαρτίου ως «Παγκόσμια Ημέρα για το Σύνδρομο Down», προκειμένου να ευαισθητοποιηθεί και να ενημερωθεί η διεθνής κοινότητα.

Όπως έχει αναφέρει σε συνέντευξή του στην Athens Voice για την μακροζωία και την αθανασία:

“Νεότεροι σίγουρα δεν μπορούμε να γίνουμε, αλλά είμαστε ικανοί να παρατείνουμε χρονικά τη ζωή μας. Οπότε η μακροζωΐα είναι πολύ πιο πιθανή από την αθανασία. Κι αυτό έχει να κάνει με τη δυνατότητα της αναπαραγωγής. Εξελικτικά το είδος μας πεθαίνει με την εμμηνόπαυση. Ύστερα απ’ αυτό δεν έχει σημασία αν θα ζήσεις εκατό ή διακόσια χρόνια.”

Ο Αντωναράκης συνέγραψε περισσότερες από 620 επιστημονικές εργασίες και αναφέρεται ως ένας από τους περισσότερο αναγνωρισμένους επιστήμονες από το Ινστιτούτο Επιστημονικών Πληροφοριών (Δείκτης επιστημονικής ποιότητας h 94). Έχει συγγράψει το κλασικό εγχειρίδιο Genetics in Medicine (Γενετική στη Ιατρική) και είναι επιμελητής των περιοδικών εκδόσεων Annual Review of Genetics, Genomics and Genome Research και eLife.

 

O Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας είναι καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Harvard και πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας.

Σε παλιότερη συνέντευξή του στον Ελεύθερο Τύπο, μιλώντας για τις βιοεπιστήμες, την ανάπτυξη των εμβολίων και την πανδημία είχε πει μεταξύ άλλων:

“Οι βιοεπιστήμες, και μάλιστα η βασική μοριακή Βιολογία, ήταν η καρδιά της τρέχουσας ανάπτυξης εμβολίων, η οποία, ενώ αναπτύχθηκε σε χρόνο-ρεκόρ από τη φαρμακευτική, έχει πίσω της δύο δεκαετίες ή περισσότερες βασικές βιολογικές ανακαλύψεις. Ετσι, οι βιοεπιστήμες είναι απολύτως καθοριστικές!”

Αναφερόμενος στην πανδημία και τις μελλοντικές ασθένειες είχε αναφέρει: “Αυτό που χρειαζόμαστε ως κοινωνία είναι να αναζητήσουμε λύσεις από την επιστήμη, καθώς δεν θα προέρχονται από πουθενά αλλού! Νέες προκλήσεις και ασθένειες θα εμφανιστούν σίγουρα και ελπίζω να μάθουμε ότι είναι απαραίτητο να προωθήσουμε την επιστήμη, καθώς και να προετοιμαστούμε και να επαγρυπνούμε για νέες μολυσματικές ασθένειες”.

 

Ο Γεώργιος Δημήτρης είναι πρωτοπόρος στην έρευνα για τον καρκίνο.

 

Είναι Καθηγητής Ιατρικής στη Σχολή Ιατρικής του Χάρβαρντ, Διευθυντής του Κέντρου για το Σάρκωμα και τους Όγκους των Οστών στο Ινστιτούτο κατά του καρκίνου Dana Farber, Διευθυντής του Κέντρου Ludwig στο Dana Farber/Harvard και εκτελεστικός διευθυντής για Κλινική και Διεθνή Έρευνα στο Ινστιτούτο Ludwig. Ήταν ανάμεσα στους 27 Έλληνες που περιλαμβάνονται στη λίστα με τους σημαντικότερους επιστήμονες στον κόσμο του Thomson Reuters για το 2015.

«Μέσα από αυτούς τους ρόλους μπορώ να συνδέω τη βασική, τη διεθνή και την κλινική έρευνα με τα διάφορα ερευνητικά τμήματα φέρνοντας νέες συνεργασίες που επικεντρώνονται σε πειραματικές θεραπείες εντός της κοινότητας των ερευνητών του Ludwig Center», λέει ο Δρ. Δημήτρης.

Αποφοίτησε από τη σχολή Ιατρικής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και ήταν υπότροφος στο Ινστιτούτο Dana-Farber, Αιματολογίας και Ογκολογίας. Ήταν Επίκουρος Καθηγητής από το 1992 ως το 2001 στη σχολή Ιατρικής του Χάρβαρντ και Αναπληρωτής Καθηγητής από το 2001 ως το 2012. Στο παρελθόν είχε εργαστεί ως Κλινικός Συνεργάτης, Βοηθός Ιατρού και Αναπληρωτής Θεράπων Ιατρός στα νοσοκομεία του Somerville, στο Γενικό Νοσοκομείο Μασαχουσέτης και στο Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess.

Μερικά από τα πιο σημαντικά βραβεία που έχει λάβει είναι τα: Βραβείο Έρευνας Claire W. and Richard P. Morse, 2005, Βραβείο Κλινικής Έρευνας για τον Καρκίνο Emil J. Freireich, 2002, και το Βραβείο από το Ίδρυμα Johnson and Johnson, 1993.

Όπως έχει πει σε μία από τις συνεντεύξεις του:

“Όταν ήμουν νεότερος, πάντα είχα κάποιον στην οικογένειά μου που έκανε χημειοθεραπεία για κάποιο είδος καρκίνου, οπότε έχω προσωπική εμπειρία με τον καρκίνο, από την πλευρά της οικογένειας, και για αυτό το λόγο πάντα ήθελα να προσπαθήσω να κάνω μια ουσιαστική διαφορά για τους ασθενείς με καρκίνο και τις οικογένειές τους, και νιώθω τρομερά προνομιούχος που είμαι εδώ και κάνω τη διαφορά μαζί με την ερευνητική ομάδα που έχουμε σχηματίσει. Η πρακτική μας επικεντρώνεται πάρα πολύ στον ίδιο τον ασθενή, νιώθουμε ότι σαν επαγγελματίες του χώρου της υγείας θα πρέπει να έχουμε αποκομίσει περισσότερη εμπειρία από περιστατικά με ασθενείς με σάρκωμα από κάθε άλλο άτομο ή ασθενή ή την οικογένειά του. Και για αυτό προσπαθούμε να μοιραστούμε αυτή την εμπειρία με τους ίδιους τους ασθενείς και τα μέλη των οικογενειών τους, να τους βοηθήσουμε να γνωρίζουν τις επιλογές τους, να εμπλέκονται σε όλες τις αποφάσεις για τη θεραπεία, να συμμετέχουν ή όχι σε νέα ερευνητικά πρωτόκολλα και προγράμματα, και ύστερα να τους εμπλέκουμε στη λήψη αποφάσεων, και μαζί να λαμβάνουμε την καλύτερη δράση που μπορεί να φέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.”

Facebook Comments

Τελευταία Νέα