Η Αλάσκα, τόπος με ιδιαίτερο γεωπολιτικό και ιστορικό βάρος, επιλέχθηκε ως το σκηνικό της πολυαναμενόμενης συνάντησης του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, η οποία θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή. Η επιλογή της δεν είναι τυχαία: η πάλαι ποτέ ρωσική περιοχή, που πουλήθηκε στις ΗΠΑ το 1867, αποτελεί για τη Μόσχα έναν συμβολισμό ειρηνικής εδαφικής μεταβίβασης μέσω διαπραγματεύσεων, σε αντίθεση με τη στρατιωτική σύγκρουση στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times, η Μόσχα βλέπει τη συνάντηση ως ευκαιρία για πολιτικά κέρδη, σε μια περίοδο που οι στρατιωτικές της επιδιώξεις έχουν φτάσει στα όριά τους. Παρά τις οικονομικές πιέσεις και το κόστος του πολέμου, ο Πούτιν δεν δείχνει διατεθειμένος να συμβιβαστεί ή να αποδεχτεί δυσμενείς όρους ειρήνης. Αντίθετα, επιδιώκει τη διατήρηση διαύλων με τον Τραμπ, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει στρατηγικά περιθώρια ελιγμών.
«Ο Πούτιν δεν έχει λόγο να βάλει τέλος στον πόλεμο τώρα», δηλώνει η Αλεξάντρα Προκοπένκο του Carnegie Russia Eurasia Centre. «Αυτό που τον απασχολεί είναι να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον του Τραμπ».
Η στάση του Τραμπ ωστόσο εμφανίζεται διφορούμενη. Ενώ προεκλογικά υποσχέθηκε να τερματίσει τον πόλεμο «μέσα σε 24 ώρες», πρόσφατα ενέκρινε σημαντικές αποστολές όπλων στην Ουκρανία και απείλησε την Ινδία με δασμούς λόγω των συναλλαγών της με τη Ρωσία για αγορά πετρελαίου. Παράλληλα, φέρεται να έχει εκφράσει έντονη ενόχληση για τη στάση του Πούτιν, χαρακτηρίζοντάς την προσχηματικά «ευγενική», την ώρα που η επιθετικότητα συνεχίζεται.
Η αντιφατική αυτή προσέγγιση φάνηκε να αλλάζει μόλις λίγες ημέρες πριν τη σύνοδο, μετά την επίσκεψη του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου Στιβ Γουίτκοφ στη Μόσχα. Αντί για επιβολή κυρώσεων, όπως αρχικά είχε προγραμματιστεί, το αποτέλεσμα ήταν η πρώτη επίσημη πρόσκληση σε Ρώσο ηγέτη για συνομιλίες επί αμερικανικού εδάφους από το 2007.
Συνάντηση υπό πίεση και από τις δύο πλευρές
Για τον καθηγητή Σαμ Γκριν του King’s College London, η συνάντηση δεν είναι αποτέλεσμα διπλωματικής επιλογής, αλλά αμοιβαίου εγκλωβισμού. «Ο Πούτιν δεν ήθελε να εμφανιστεί ότι υπέκυψε στο χρονοδιάγραμμα του Τραμπ, ενώ ο Τραμπ δίσταζε να εφαρμόσει κυρώσεις που μπορεί να αποδεικνύονταν αναποτελεσματικές», σχολιάζει.
Η απουσία της Ουκρανίας από τη σύνοδο –πάγια επιδίωξη της Μόσχας– ερμηνεύεται από Ρώσους αναλυτές ως διπλωματική νίκη. «Το γεγονός ότι ο Πούτιν επισκέπτεται τις ΗΠΑ όχι ως υπόλογος αλλά ως επίσημος προσκεκλημένος, χωρίς τη συμμετοχή Κιέβου ή Ευρωπαίων, είναι από μόνο του κέρδος για τη Ρωσία», προσθέτει ο Γκριν.
Οι στόχοι του Κρεμλίνου και η πίεση στο Κίεβο
Κατά την ουκρανική πλευρά, το άνοιγμα Πούτιν αποσκοπεί σε τρεις βασικούς στόχους: την άρση της διεθνούς απομόνωσης, την αποφυγή νέων κυρώσεων και την αξιοποίηση της επιθυμίας Τραμπ για άμεσο τερματισμό της σύρραξης, με σκοπό την απόσπαση διπλωματικών παραχωρήσεων.
Στο πεδίο, οι εξελίξεις εντείνουν την πίεση στο Κίεβο. Οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να προωθούνται σε στρατηγικά σημεία της ανατολικής Ουκρανίας, με στόχο την περικύκλωση κρίσιμων πόλεων. Μόνο τον Ιούλιο, η Ρωσία κατέλαβε περίπου 502 τετραγωνικά χιλιόμετρα ουκρανικού εδάφους, σύμφωνα με την ομάδα ανάλυσης Black Bird Group.
Παράλληλα, η ουκρανική πλατφόρμα DeepState ανέφερε ότι οι ρωσικές δυνάμεις προώθησαν τη γραμμή τους κατά σχεδόν 7 χιλιόμετρα κοντά στην πόλη Ποκρόφσκ, η οποία βρίσκεται στο στόχαστρο των Ρώσων εδώ και έναν χρόνο.

