Στην ομιλία του στην Κνεσέτ, ο Τραμπ διηγήθηκε πώς ο ειδικός απεσταλμένος του στις εμπόλεμες περιοχές, καταφέρνει να κάνει τα deals. «Περίμενα να μιλήσει για 5 λεπτά με τον Πούτιν και τελικά μιλούσαν 5 ώρες» αποκάλυψε ο Αμερικανός Πρόεδρος.
Από κατασκευαστής ακινήτων σε άνθρωπο-κλειδί του Τραμπ: Ποιος είναι ο «σκληρός διαπραγματευτής»
Η φιλία του με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ ξεκίνησε από μια τυχαία, μεταμεσονύκτια συνάντηση σε ένα κατάστημα ντελικατέσεν. Σήμερα, ο Στιβ Γουίτκοφ είναι ο έμπιστος απεσταλμένος του Ντόναλντ Τραμπ, που έπαιξε κομβικό ρόλο στη διαμεσολάβηση της εκεχειρίας στη Γάζα και στις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία.
Καθώς η πρώτη φάση της εκεχειρίας στη Γάζα ξεκίνησε, ένας Αμερικανός επιχειρηματίας στον χώρο των ακινήτων έχει αναδειχθεί σε κεντρικό πρόσωπο, καθοριστικό για το αν η περιοχή θα οδηγηθεί σε μια πιο σταθερή ειρήνη ή θα ξανακυλήσει στον πόλεμο.
Ο Στιβ Γουίτκοφ, η χαρακτηριστικά ανορθόδοξη επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως ειδικού απεσταλμένου στη Μέση Ανατολή, έχει βρεθεί επίσης στο επίκεντρο συνομιλιών με τη Ρωσία για το μέλλον της Ουκρανίας, καθήμενος απέναντι από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, στη θέση του επίσημου απεσταλμένου της περιοχής, Κιθ Κέλογκ.
Τυπικά, ο Γουίτκοφ βρίσκεται ιεραρχικά κάτω από τον υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο. Ωστόσο, κάθε ξένη πρωτεύουσα γνωρίζει πλέον ότι στον κόσμο του Τραμπ, η εξουσία πηγάζει από την προσωπική σχέση με τον ίδιο τον πρόεδρο. Ο Ρούμπιο είναι ένας πρώην αντίπαλος που μετατράπηκε σε πιστό σύμμαχο για λόγους σκοπιμότητας. Ο Γουίτκοφ, αντίθετα, γνωρίζει τον Τραμπ σχεδόν 40 χρόνια.
Αυτό είναι που του δίνει ισχύ. Οι συνομιλητές της Αμερικής γνωρίζουν ότι είναι ο ευχάριστος απεσταλμένος ενός απρόβλεπτου ηγέτη, ικανού να περάσει μέσα σε λίγες ώρες από την απόλυτη υποστήριξη στη δημόσια επίθεση, ανάλογα με το ποιος έχει την προσοχή του Τραμπ τη δεδομένη στιγμή.
Ο Γουίτκοφ απέδειξε την επιρροή του όταν κατάφερε να ξεκινήσει την πρώτη εκεχειρία. Στις 10 Ιανουαρίου 2025, πίστευε ότι βρισκόταν κοντά σε μια συμφωνία, έπειτα από επτά μήνες αναποτελεσματικών συνομιλιών. Εκείνο το βράδυ της Παρασκευής, τηλεφώνησε από τη Ντόχα στο γραφείο του Μπενιαμίν Νετανιάχου, αφού είχε συναντηθεί με Άραβες αξιωματούχους, και ενημέρωσε τους συνεργάτες του Ισραηλινού πρωθυπουργού ότι θα πετούσε για το Ισραήλ την επόμενη μέρα. Οι συνεργάτες του του εξήγησαν ότι θα ήταν Σάββατο και ο Νετανιάχου δεν εργάζεται λόγω Σαββάτου, αλλά θα τον δεχόταν ευχαρίστως μόλις νύχτωνε. Ο Γουίτκοφ όμως δεν το δέχτηκε και, σύμφωνα με την Haaretz, τους είπε «ότι το Σάββατο δεν τον ενδιέφερε καθόλου».
Ο Ισραηλινός ηγέτης εγκατέλειψε την τήρηση του Σαββάτου και τον δέχτηκε στο γραφείο του, όπου ο Αμερικανός απεσταλμένος τον προέτρεψε να συμφωνήσει στην εκεχειρία που επί μήνες απέφευγε.
«Ο πρόεδρος υπήρξε μεγάλος φίλος του Ισραήλ», του είπε ο Γουίτκοφ, σύμφωνα με τη Wall Street Journal. «Ήρθε η ώρα να ανταποδώσετε αυτή τη φιλία».
Ο Νετανιάχου υποχώρησε αμέσως, επιτρέποντας στον Γουίτκοφ να επιστρέψει στη Ντόχα για να ολοκληρώσει τη συμφωνία. Ήξερε ότι ο απεσταλμένος μιλούσε εξ ονόματος του προέδρου — και δεν τόλμησε να τον εξοργίσει.
Η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ Τραμπ και Γουίτκοφ ξεκινά πριν από σχεδόν 40 χρόνια, ύστερα από μια τυχαία συνάντηση και ένα σάντουιτς με ζαμπόν και τυρί σε ένα ντελικατέσεν της Νέας Υόρκης.
Ο Γουίτκοφ γεννήθηκε στο Μπρονξ και μεγάλωσε στο Λονγκ Άιλαντ, γιος ενός κατασκευαστή γυναικείων παλτών. Σπούδασε νομικά και το 1986 εργαζόταν πάνω σε μια συμφωνία για ένα ακίνητο στο οποίο συμμετείχε και ο Τραμπ.
Πήγε στο ντελικατέσεν στις 3 τα ξημερώματα να πάρει φαγητό για την ομάδα του — και εκεί βρισκόταν ο Τραμπ, πεινασμένος αλλά χωρίς μετρητά.
«Του παράγγειλα ένα σάντουιτς με ζαμπόν και ελβετικό τυρί», κατέθεσε ο Γουίτκοφ το 2023, στη δίκη του Τραμπ για απάτη. Δεν ξανασυναντήθηκαν για οκτώ χρόνια, αλλά ο Τραμπ θυμόταν «το περιστατικό με το σάντουιτς» — και έτσι ξεκίνησε μια φιλία.
Ο Τραμπ έπεισε τον Γουίτκοφ να αφήσει τη νομική και να στραφεί στην ανάπτυξη ακινήτων. Και οι δύο μοιράζονταν τη ζωή τους μεταξύ Νέας Υόρκης και Φλόριντα, παίζοντας ατελείωτα γκολφ.
Ο Γουίτκοφ έχει μιλήσει συγκινητικά και για τη στήριξη που του πρόσφερε ο Τραμπ, όταν ο γιος του, Άντριου, πέθανε από υπερβολική δόση οπιοειδών το 2011.
Η μακρά φιλία τους έχει γεννήσει μια έντονη προσωπική πίστη του Γουίτκοφ στον Τραμπ — και ο πρώην πρόεδρος τον αντιμετωπίζει σχεδόν ως μέλος της οικογένειάς του. Η φιλία αυτή προηγήθηκε της στροφής του Τραμπ προς τον χριστιανικό εθνικισμό και την άκρα δεξιά, κι έτσι ο Γουίτκοφ δεν κουβαλά το ίδιο ιδεολογικό βάρος με άλλους υποστηρικτές. Η πίστη του είναι αποκλειστικά προς τον Τραμπ, όχι προς το κίνημα «MAGA».
Η ήπια και ευγενική του παρουσία τον ξεχωρίζει επίσης στο περιβάλλον του Τραμπ. Ο Ντον Πίμπλς, άλλος επιχειρηματίας που γνωρίζει καλά και τους δύο, είπε στη Wall Street Journal ότι «ο Γουίτκοφ δεν είναι από αυτούς που θέλουν να δουν αίμα στο πάτωμα για να κλείσει μια συμφωνία».
Μετά το τέλος των προκριματικών εκλογών πέρυσι, ο Τραμπ έστειλε τον Γουίτκοφ να συμφιλιωθεί με τους ηττημένους Ρεπουμπλικανούς αντιπάλους του. Επίσης, συνεργάστηκε για την εκεχειρία στη Γάζα με τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης Μπάιντεν, Μπρετ ΜακΓκερκ, σε μια σπάνια πράξη διακομματικής συνεργασίας.
«Ο Μπρετ ΜακΓκερκ ήταν εξαιρετικός για την κυβέρνηση Μπάιντεν», είπε. «Δουλέψαμε μαζί. Καταφέραμε να πείσουμε τους ανθρώπους ότι η απελευθέρωση ομήρων είναι κάτι θετικό».
Ο ίδιος αποδίδει στον Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρό του Τραμπ, την απόφασή του να δεχθεί τη θέση του ειδικού απεσταλμένου στη Μέση Ανατολή — ρόλο που ο Κούσνερ είχε διαδραματίσει ανεπίσημα στην πρώτη θητεία του Τραμπ.
Ο Κούσνερ, επίσης επιχειρηματίας ακινήτων, ανέλαβε τότε την αποστολή επικαλούμενος τις επιχειρηματικές του σχέσεις με τα αραβικά βασίλεια του Κόλπου. Ο Γουίτκοφ, πιο θερμός χαρακτήρας από τον κάπως «ρομποτικό» προκάτοχό του, έχει αναπτύξει σχέσεις και με ανθρώπους χαμηλότερου κοινωνικού προφίλ — ιδιαίτερα με τις οικογένειες των ομήρων.
«Νιώθω τεράστια ενσυναίσθηση γιατί έχασα παιδί», είπε. «Μιλάω με γονείς που έχασαν τα παιδιά τους και θέλουν να πάρουν πίσω τα σώματά τους, όπως και οι οικογένειες που τα παιδιά τους είναι ακόμη ζωντανά».
Οι διαπραγματεύσεις για την εκεχειρία ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς είχαν «κολλήσει» μέχρι που οι Στιβ Γουίτκοφ και Τζάρεντ Κούσνερ ανέλαβαν δράση
Οι συνομιλίες για την εκεχειρία ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς είχαν σταματήσει την περασμένη εβδομάδα, μέχρι τη στιγμή που οι Αμερικανοί απεσταλμένοι Στιβ Γουίτκοφ και Τζάρεντ Κούσνερ μπήκαν δυναμικά στη διαδικασία, επιβάλλοντας κρίσιμους συμβιβασμούς, σύμφωνα με τρία πρόσωπα που γνωρίζουν καλά τη διπλωματική προσπάθεια και έναν αξιωματούχο της κυβέρνησης.
Κατά τις πρώτες ημέρες, «οι διαπραγματεύσεις προχωρούσαν πολύ αργά», δήλωσε ένα από τα πρόσωπα που συμμετείχαν στις συνομιλίες. «Δεν υπήρχε καμία διάθεση υποχώρησης στα βασικά ζητήματα».
Τα θέματα περιελάμβαναν το σημείο στο οποίο θα αποσυρθούν τα ισραηλινά στρατεύματα, τον μηχανισμό της απελευθέρωσης των ομήρων και της ανταλλαγής κρατουμένων, τον τρόπο με τον οποίο θα εισέρχεται ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας, καθώς και ποιοι Παλαιστίνιοι κρατούμενοι θα αποφυλακιστούν από το Ισραήλ.
Τότε, την περασμένη Τετάρτη, έφτασαν ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ, μαζί με τον πρωθυπουργό του Κατάρ, Μοχάμεντ Αμπντουλραχμάν Αλ Θάνι. Παρουσίασαν μια σειρά από όρους και πίεσαν και τις δύο πλευρές να τους αποδεχθούν γρήγορα.
Η αστραπιαία ταχύτητα με την οποία ολοκληρώθηκε η συμφωνία αφότου ενεπλάκησαν προσωπικά ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ, αντικατοπτρίζει την έντονη πίεση που ένιωθαν όλες οι πλευρές να υπάρξει αποτέλεσμα, έπειτα από εβδομάδες δηλώσεων του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι η συμφωνία ήταν «πολύ κοντά».
Αυτό δείχνει επίσης το βαθμό στον οποίο η στάση της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στη σύγκρουση έχει μετατοπιστεί προς την τακτική των πιέσεων και των εξαναγκασμών και προς τις δύο πλευρές — ξεκινώντας από τη συνάντηση του Τραμπ με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, όπου τον ώθησε να ζητήσει συγγνώμη από το Κατάρ για την ισραηλινή επίθεση εναντίον διαπραγματευτών της Χαμάς στη Ντόχα.
Σύμφωνα με ακόμη ένα πρόσωπο που γνωρίζει τις συνομιλίες, οι αμερικανικοί όροι περιλάμβαναν την απαίτηση το Ισραήλ να ξεκινήσει την απόσυρση των στρατευμάτων του προτού απελευθερωθούν οι όμηροι. Ήταν μία από τις πολλές αμοιβαίες υποχωρήσεις που βοήθησαν να «κλειδώσει» η συμφωνία.
Παρότι ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ συνέβαλαν καθοριστικά στην επίτευξη της συμφωνίας, υπήρξαν και άλλοι σημαντικοί παίκτες στις διαπραγματεύσεις — ανάμεσά τους αξιωματούχοι της Αιγύπτου και της Τουρκίας, των οποίων η επιρροή στη Χαμάς βοήθησε στην ολοκλήρωση των συνομιλιών. Είναι πιθανό πολλοί από τους εμπλεκομένους να περίμεναν την άφιξη των Αμερικανών εκπροσώπων για να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Ωστόσο, η ταχύτητα με την οποία σημειώθηκε η ανατροπή το βράδυ της Τετάρτης αιφνιδίασε πολλούς από τους αξιωματούχους που συμμετείχαν στις συνομιλίες, οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι διαπραγματεύσεις θα διαρκούσαν έως το Σαββατοκύριακο, σύμφωνα με δύο άτομα που γνωρίζουν τη διαδικασία.
«Περιμέναμε ότι θα χρειάζονταν άλλες πέντε ημέρες», είπε το πρώτο πρόσωπο που γνωρίζει τις συνομιλίες.
Από τις συνομιλίες στο Σαρμ Ελ Σέιχ, ο Κούσνερ και ο Γουίτκοφ πέταξαν στο Κάιρο για να ενημερώσουν τον Αιγύπτιο πρόεδρο Άμπντελ Φατάχ Ελ Σίσι για το σχέδιο και να τονίσουν ότι θα χρειάζονταν τη βοήθειά του για την εφαρμογή του. Από εκεί, μετέβησαν στην Ιερουσαλήμ για να ξεκινήσουν την εύθραυστη πρώτη φάση.
Ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ συναντήθηκαν με το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο για περίπου μία ώρα το βράδυ της Πέμπτης, εξηγώντας τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας και τους λόγους για τους οποίους η αμερικανική κυβέρνηση τη στηρίζει, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους. Το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ ενέκρινε τη συμφωνία για την απελευθέρωση των ομήρων λίγες ώρες αργότερα.
Η απελευθέρωση όλων των ομήρων θα αποτελέσει ένα σημαντικό σημείο καμπής σε έναν πόλεμο δύο ετών, που θα ανοίξει πολύ μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών για τις ΗΠΑ, τους Άραβες εταίρους τους και το Ισραήλ.
Ωστόσο, αυτή είναι μόνο η πρώτη φάση του σχεδίου 20 σημείων και παραμένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα — όπως το αν η Χαμάς θα αφοπλιστεί ή ποιος θα αναλάβει τη διοίκηση της Γάζας μετά το τέλος του πολέμου.
«Οι δύσκολες ημέρες είναι αυτές που θα ακολουθήσουν τη Δευτέρα», είπε ο Ρόμπερτ Γκρίνγουεϊ, διευθυντής για τη Μέση Ανατολή στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, σήμερα στο Heritage Foundation.
Διακόσιοι Αμερικανοί στρατιώτες έφτασαν στο Ισραήλ για να συγκροτήσουν μια κοινή δύναμη που θα βοηθήσει στην παρακολούθηση της εκεχειρίας και στον συντονισμό της επιχείρησης.
Εν τέλει, ο ρόλος του Γουίτκοφ εδραίωσε τη θέση του στο μυαλό του Τραμπ ως ανθρώπου που «φέρνει αποτελέσματα», οδηγώντας τον στο σημερινό του status ως βασικού «πυροσβέστη» της αμερικανικής διπλωματίας.
Ωστόσο, η ειρήνη στη Μέση Ανατολή θα εξαρτηθεί τελικά από ζητήματα δικαιοσύνης και εθνικής κυριαρχίας — όροι που ο Γουίτκοφ αποφεύγει.

