✍️ Η Δρ Ζέφη Δημαδάμα, Λέκτορας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, τ. Γενική Γραμματέας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Πρόεδρος Ένωσης Γυναικών Ελλάδας- Αθήνας.
Η πολιτική δεν καθορίζεται από τη βία και οι πολιτικές διαφωνίες δεν επιλύονται με
δολοφονίες, αυτό αποτελεί βασική προϋπόθεση κάθε ευνομουμένης και δημοκρατικής κοινωνίας.
Στις ΗΠΑ όμως η πολιτική βία βαίνει συνεχώς επιδεινούμενη. Η φρικτή δολοφονία του
Charlie Kirk δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η μοναδική. Τον Ιούνιο, δύο Δημοκρατικοί
βουλευτές της Μινεσότα και οι σύζυγοί τους πυροβολήθηκαν μέσα στο σπίτι τους, όπως
και η βουλευτής Melissa Hortman και ο σύζυγός της. Ο γερουσιαστής John Hoffman και η
σύζυγός του, Yvette, τραυματίστηκαν σοβαρά. Επίσης, ο κυβερνήτης της Πενσυλβάνια,
Josh Shapiro, και η οικογένειά του αναγκάστηκαν να φυγαδευτούν όταν κάποιος πέταξε
βόμβα μολότοφ στην κατοικία τους, προκαλώντας σοβαρές ζημιές.
Πέρυσι, ο ίδιος ο Πρόεδρος Donald Trump έγινε στόχος δύο αποπειρών δολοφονίας κατά
την προεκλογική του εκστρατεία για τη δεύτερη θητεία.
Η ανησυχία για το τι θα επακολουθήσει είναι μεγάλη και οι φωνές που ακούγονται είναι
επιθετικές, ακραίες και αντικρουόμενες.
Το ερώτημα είναι ένα και καθοριστικό: Πως διαχειρίζεσαι την επόμενη ημέρα μιας στυγνής
δολοφονίας ή μιας σειράς δολοφονιών που κλιμακώνονται;
Το σίγουρο είναι ότι μετά από μια πολιτική δολοφονία δοκιμάζεται η υγεία μιας δημοκρατίας, αποκαλύπτοντας τον χαρακτήρα της πολιτικής αλλά και των ηγεσιών.
Μετά την απόπειρα δολοφονίας το 2024 εναντίον του τότε υποψήφιου Donald Trump, τόσο
οι Ρεπουμπλικάνοι, όσο και οι Δημοκρατικοί, έριξαν τους τόνους, εκδίδοντας κοινές
δηλώσεις καταδικάζοντας τη βία. Σήμερα, μετά τη δολοφονία του Charlie Kirk, κορυφαίες
πολιτικές προσωπικότητες κάνουν ακριβώς το αντίθετο, δηλητηριάζοντας τον δημόσιο
διάλογο.
Επομένως, οι επιπτώσεις μιας δολοφονίας εξαρτώνται λιγότερο από τα κίνητρα του
δράστη, τα οποία ακόμη δεν γνωρίζουμε, και περισσότερο από το πώς θα διαμορφωθεί το
κλίμα στη δημόσια σφαίρα.
Πρωτίστως, οι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να καταδικάσουν τη βία πέρα από κομματικές
γραμμές, χωρίς υπεκφυγές, χωρίς κανένα αστερίσκο.
Οι αξιωματούχοι και η ελίτ, τα μέσα ενημέρωσης, χρειάζεται να απομονώσουν τον
διχαστικό λόγο αλλά και να λογοδοτήσουν όταν χρησιμοποιούν ρητορική μίσους.
Αυτό αφορά ιδιαίτερα στα κοινωνικά δίκτυα που αναπαράγουν και προωθούν αστραπιαία
κακοποιητικό λόγο και μισαλλόδοξη επιθετικότητα. Είναι γνωστό ότι ορισμένες πλατφόρμες
κοινωνικών μέσων χρησιμοποιούν αλγορίθμους που “προωθούν” το μίσος και την
εμπρηστική γλώσσα.
Μην ξεχνάμε ότι ο πολιτικός σχολιασμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πολύ πιο
ακραίος και πολωμένος από τη συζήτηση πρόσωπο με πρόσωπο.
Η συνταγή για το μέλλον είναι απλή, αλλά όλο και πιο δύσκολη μέσα στο διχασμό και τη
μαζική δαιμονοποίηση όλων. Όπου τα πολιτικά κόμματα, οι ηγέτες, οι κοινότητες, τα μέσα
ενημέρωσης θέτουν ξεκάθαρα όρια απέναντι στη βία, εκείνη χάνει τη χρησιμότητά της ως
πολιτικό εργαλείο.
Όπου όμως δεν το κάνουν, εξαπλώνεται ραγδαία και ανεξέλεγκτα.

