ΑρχικήΜε ΆποψηΟι “Απαρατήρητοι” της Α. Σπανού σε πρώτο πλάνο

Οι “Απαρατήρητοι” της Α. Σπανού σε πρώτο πλάνο

Στην αρχή ξαφνιάστηκα με τη μέθοδο: Πραγματικές συζητήσεις και μυθοπλασία σε ένα κράμα που δεν σ’ αφήνει να διακρίνεις καθαρά το όριο ανάμεσα στον ρεαλισμό και τη φαντασία. Τελικά διάβασα και τις δέκα ιστορίες σε ένα βράδυ.

Είναι βέβαιο ότι θα αρχίσω να κοιτάζω τα χέρια της ταμία στο σούπερμάρκετ και της κυρίας στα διόδια. Πολλές, στ’ αλήθεια, έχουν ιδιαίτερα περιποιημένα χέρια, αν και κουρασμένα και αν τις κοιτάξεις στα μάτια μπορεί να δεις «το αήττητο θέρος μες το καταχείμωνο» που περιγράφει κι η Αγγελική. Τον δικαστικό κλητήρα μου ήρθε να τον δείρω, φταίει δεν φταίει, και όχι δεν θα καταλάβω τον πόνο του που παραδίδει τα χαρτιά της έξωσης και δεν θα μπω στη θέση του. Υπάρχει λόγος, που είμαστε ο καθένας στη θέση που είμαστε. Με τον τραυματιοφορέα χαμογέλασα, γιατί κάτι μου θυμίζουν τα άγχη του και γιατί έχω κάνει κι εγώ διάφορες σκέψεις για την αρρώστια και το θάνατο. Ποιός δεν γνωρίζει πως ο θάνατος είναι μες τη ζωή(;).

Την ταξιθέτρια και την τηλεφωνήτρια θα τις ήθελα να μου λένε τα ερωτικά τους, να τα κάνω stand-up comedy. Τόσο κοινότοπα και τόσο μοναδικά παράλληλα. Ο κοσμοϊστορικός έρωτας κάποιου, είναι τρέχουσα υπόθεση για τη φύση. Μου την έσπασε ο θυρωρός γιατί είναι κουτσομπόλης, γιατί τον σέρνει η γυναίκα του από τη μύτη, έχει ανασφάλειες και γι αυτό έχει ανάγκη την αναγνώριση των άλλων, είναι επιρρεπής στις χειριστικές γυναίκες.

Μου φάνηκε πως ξέρω τον παρκαδόρο, γιατί είναι ευαίσθητος στο προσφυγικό και άμα χρειαστεί πλακώνεται με τους κάφρους αλλα από οδήγηση σκράπας. Οι γυναίκες προκαλούν στατιστικά, λιγότερα και πιο ήπια αυτοκινητιστικά δυστυχήματα απ τους άντρες.

Μέσα από τις αφηγήσεις των “Απαρατήρητων” περνά η δεκαετία των μνημονίων, όπως την έζησαν οι κάτω. Τα χρέη, οι φόροι, οι κατασχέσεις, οι πλειστηριασμοί, η ελπίδα και η διάψευση πριν και μετά το δημοψήφισμα του 2015, η αριστερή και η δεξιά ανάγνωση της κρίσης, το προσφυγικό, η άνοδος της ακροδεξιάς, ο εγκλωβισμός των χαμηλόμισθων εργαζομένων στην παγίδα της αβεβαιότητας και της επιδείνωσης των συνθηκών εργασίας.

«Τα βάσανα και οι πίκρες ωσάν τη δοτική στο ευαγγέλιο» που θα λεγε κι ο Καρούζος, αν είχε διαβάσει το βιβλίο.

Μια γραφή ξάστερη, ακριβής, ανεπιτήδευτη, απροσποίητη, χωρίς ασκήσεις καλλιέπειας, ψεύτικους εντυπωσιασμούς και κίβδηλες φαντασμαγορίες . Η δύναμη των κειμένων βρίσκεται στη λιτότητα, στον εσωτερικό ρυθμό, «σ έναν απλό παλμό».

Και οι δέκα είναι καλοί. Είναι ανθρώπινοι. Ακόμη και η τηλεφωνήτρια που το σκέφτεται για γκόμενο-χορηγό. Ακόμη κι ο υποχόνδριος τραυματιοφορέας. Ακόμη και η άπιστη σύζυγος που δουλεύει στα διόδια. Είναι σαφές πως η Αγγελική πριν μας τους παρουσιάσει, τους αγάπησε.

Είναι ένα βιβλίο βαθιά πολιτικό. Η συγγραφέας θέλει να φέρει στο φως την αφανή πραγματικότητα εργαζομένων που χάνουν κάθε μέρα κομμάτια του εαυτού τους παλεύοντας για το μεροκάματο. Με φτωχό βιογραφικό, ανειδίκευτοι, αυτοί που συνθλίβονται στις μυλόπετρες της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, γίνονται οι υπέροχοι πρωταγωνιστές δέκα ιστοριών που διαβάζονται γρήγορα, κι οι οποίοι εμφιλοχωρούν ανεπαίσθητα στο υποσυνείδητο, ώστε κατόπιν, κάθε φορά που συναντάς έναν από αυτούς – να μην περνάει πια απαρατήρητος.