ΑρχικήΜε ΆποψηΠένθος και αποτέφρωση: Ανάγκη για έναν ολοκληρωμένο αποχαιρετισμό 

Πένθος και αποτέφρωση: Ανάγκη για έναν ολοκληρωμένο αποχαιρετισμό 

Βρισκόμαστε στο Action 24, στην εκπομπή ‘’ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ’’ του Δημήτρη Τάκη, για να συζητήσουμε, ο καθένας με τη δική του γλώσσα, για το πένθος και την αποτέφρωση.

Σε αυτό το τραπέζι συμμετέχουν  εκπρόσωποι της πολιτείας που συνέβαλαν στην θέσπιση νόμων σχετικά με την αποτέφρωση στην Ελλάδα, ο πρώην πρόεδρος της βουλής κος Βούτσης, ο πρόεδρος της  επιτροπής  για τα δικαιώματα της αποτέφρωσης των νεκρών στην Ελλάδα κος Αλακιώτης, βουλευτές  και δημοσιογράφοι που αφηγούνται προσωπικά βιώματα, ο πρόεδρος του συλλόγου των γραφείων τελετών στην Ελλάδα, ο εκπρόσωπος τύπου της Ιεράς Συνόδου Σεβασμιότατος Τιμόθεος και ένας ειδικός ψυχικής υγείας, ψυχολόγος.

Μετράμε ήδη δύο χρόνια από την λειτουργία του  αποτεφρωτηρίου στην Ριτσώνα. Η χώρα μας προσφέρει πια έναν χώρο, έναν τόπο ώστε να έχει κανείς την δυνατότητα να αποτεφρωθεί στην πατρίδα του, χωρίς να διώχνεται.

Ο Freud  ήδη από το 1915 περιγράφει το βίωμα της απώλειας στο δοκίμιό του “πένθος και μελαγχολία”.

Μεγάλο  αίσθημα οδύνης,  απουσία ενδιαφέροντος για τον κόσμο, άρνηση, θυμός, και μετά από πολύ καιρό, αν είμαστε τυχεροί ή έχουμε δουλέψει με τον εαυτό μας, έρχεται η ανακούφιση και η ήρεμη αποδοχή του γεγονότος ότι ο άνθρωπος μας, ο αγαπημένος μας, έχει φύγει από την ζωή.

Απαιτείται μεγάλη ψυχική εργασία που σχετίζεται με το πένθος ώστε να επανέλθει ο ψυχισμός στην πραγματικότητα και να συνεχίσει το υποκείμενο την πορεία του προς την ζωή.

Τίθεται πολύ εύλογα το ερώτημα, μα καλά για ένα γεγονός όπως ο θάνατος, που είναι το μόνο σίγουρο από τότε που γεννιόμαστε χρειάζεται ειδική προετοιμασία; Δεν είναι κάτι που το γνωρίζουμε από πριν; Και όμως το να συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα του θανάτου, αφενός δεν είναι απλό και αφετέρου προκαλεί τεράστια σε ένταση και διάρκεια συναισθήματα που δύσκολα μεταβολίζει κανείς. Χρειάζεται χρόνος, υπομονή και επιμονή, πρέπει να διανύσει κανείς αυτόν τον πένθιμο δρόμο για να συνεχίσει να ζει χωρίς να καθορίζεται από το τραύμα της απώλειας. 

Ένα ερώτημα που απασχολεί πολλές φορές είναι πώς θα αποχαιρετήσουμε τον αγαπημένο μας άνθρωπο, ποιος θα αποφασίσει για αυτό, αν θα τον κηδεύσουμε ή αν θα επιλέξουμε την καύση, ποιος θα φέρει αυτή την ευθύνη, πόσες μέρες θα χρειαστεί ώστε να γίνουν αυτές οι διαδικασίες και πώς μπορεί να μείνει κανείς ψύχραιμος μέχρι την περάτωσή τους.

Στην Ελλάδα σήμερα, μετά από αρκετά χρόνια προετοιμασίας, συντονισμό πολιτείας, κράτους και εκκλησίας, και προσωπικό αγώνα ευαισθητοποιημένων ανθρώπων σχετικά  με το δικαίωμα που μπορεί να έχει κανείς  είτε να ταφεί μετά από νεκρώσιμη ακολουθία είτε να αποτεφρωθεί μετά από πολιτική κηδεία και εν συνεχεία να ενταφιαστεί το νεκροφόρο δοχείο με την τέφρα σε ειδικά φυλασσόμενους χώρους στην Ριτσώνα ή  σε έναν οποιοδήποτε αγαπημένο τόπο που θα επιλέξει ο ίδιος ο εκλιπών. Μια ακόμη επιλογή που δίνεται είναι να διασκορπιστεί η τέφρα σε ένα επίσης αγαπημένο μέρος του θανόντος είτε στην θάλασσα. 

Όλες αυτές οι απαραίτητες διαδικασίες χρειάζεται να γίνονται με τον δέοντα σεβασμό στον νεκρό και με τη δυνατότητα για τους οικείους του να τον συνοδεύσουν στην τελευταία του κατοικία.

Η δυσκολία εύρεσης χώρων ενταφιασμού και οι αναμονές που δημιουργούνται λειτουργούν με τραυματικό τρόπο καθώς είναι πολύ δύσκολο μετά τον βίαιο αποχωρισμό μας από τον αγαπημένο μας άνθρωπο να τον νιώθουμε μέσα σε ένα ψυγείο. Και αν συμβεί αυτό για πόσες ημέρες μπορούμε να αντέξουμε ψυχικά την αναμονή; Μέσα σε ένα τόσο βίαιο σκηνικό όπως είναι αυτό  των εικόνων του θανάτου και του θανόντα γιατί χρειάζεται κανείς να υποστεί και άλλη βία;  Για τον λόγο αυτό οι θεσμικές παρεμβάσεις είναι απαραίτητο να λειτουργούν στην πράξη και να διευκολύνουν τους πολίτες να μπορούν να προχωρήσουν τις διαδικασίες ενταφιασμού χωρίς παραπάνω εμπόδια, και εν συνεχεία να μπορούν να αφεθούν στο πένθος και να το βιώσουν με τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια.

Χρειάζεται ένας χώρος ενταφιασμού των νεκρών ώστε να δημιουργηθεί και  ψυχικά ένας εσωτερικός χώρος στους ζωντανούς και να μπορεί να προχωρήσει κανείς στα στάδια του πένθους, να μπορεί να έχει μια φαντασιακή κατοικία – έναν τάφο του αγαπημένου του και  να έχει την δυνατότητα να τον επισκέπτεται, να τον φροντίζει, να πηγαίνει λουλούδια, και να ηρεμεί η ψυχή του.

Όλη αυτή η διαδικασία λειτουργεί καθαρτικά για τον ψυχισμό και βοηθά στην επεξεργασία του πένθους.

Όταν επιλέξει κανείς από την άλλη την καύση, είναι σκόπιμο στην τελετή που πραγματοποιείται πριν, να τοποθετηθεί το άδειο νεκροφόρο δοχείο δίπλα από το φέρετρο ώστε να δημιουργηθεί ένα πέρασμα συμβολικό, ένας σύνδεσμος μεταξύ των δύο και έτσι να βοηθούν τα αγαπημένα πρόσωπα για το πέρασμα από το ένα στο άλλο. Ακόμη, όταν η οικογένεια παραλαμβάνει την τέφρα είναι σημαντικό να προτείνεται να ενταφιάζεται κάπου το δοχείο, ώστε να υπάρχει ένας συμβολικός τόπος κατοικίας του νεκρού και επίσκεψης του ζωντανού.

Παρατηρούμε, ειδικά την πρώτη περίοδο, πολλοί συγγενείς  να κρατάνε την τέφρα του αγαπημένου τους ανθρώπου μέσα στο σπίτι τους, ώστε να τον νιώθουν κοντά τους. Σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα θα ήταν σκόπιμο να ενταφιάζεται σε έναν τόπο το δοχείο με την τέφρα ώστε να εξυπηρετείται η διαδικασία του πένθους. Εξάλλου η αγαπημένοι μας άνθρωποι θα ζούν πάντα στην σκέψη μας και στις αναμνήσεις μας, ακόμα και στα όνειρα μας. Χρειάζεται να διαχωριστούν όμως από εμάς ώστε να μπορούμε να πενθήσουμε και να προχωρήσουμε προς την ζωή.

Όλα έχουν το νόημα και την σημασία τους για τον ψυχισμό μας. Η θλίψη ζητά παρηγοριά, θέλει χρόνο και συντροφιά και μια υπόσχεση ότι μπορεί  να περάσει κανείς σε μια πιο μεγάλη εικόνα εκείνη της ζωής με ασφάλεια και χωρίς εμπόδια και ψυχικούς κραδασμούς.

Είναι επίσης ανακουφιστικό για αυτούς που μένουν πίσω, να έχει  αποφασίσει ο εκλιπών για το αν επιθυμεί να ενταφιαστεί ή να αποτεφρωθεί. Η εκπλήρωση της επιθυμίας του είναι πολύ σημαντική για τον ψυχισμό, γιατί μόνο τότε είμαστε ήσυχοι συνειδησιακά και έχουμε εκπληρώσει το χρέος μας, δεν έχουμε αφήσει εκκρεμότητες και ανεκπλήρωτες επιθυμίες του θανόντος και εξυπηρετείται έτσι και η διαδικασία του πένθους.

Στην διαδικασία της αποτέφρωσης χρειάζεται μια ιεροτελεστία από πριν, ψαλμωδίες ώστε να μπορεί να αποχαιρετήσει κανείς τον αγαπημένο του άνθρωπο, υποστηρίζουν όσοι υπερασπίζονται αυτό το δικαίωμα των πολιτών. Θα ήταν σκόπιμο να υπάρχουν οι ίδιες διαδικασίες για όλους, να τηρούνται, να νομοθετούνται και η πολιτεία- κράτος καθώς και η εκκλησία  να λειτουργούν  με έναν φροντιστικό τρόπο, όπως ένας καλός πατέρας στα παιδιά του, με  καθαρά μηνύματα και διαδικασίες αποχαιρετισμού των νεκρών.

Ενώ τα 40ημερα, τα 3μηνα, ο ένας χρόνος που μετράμε από την απώλεια, καθώς και οι επέτειοι του θανάτου αποτελούν ορόσημα για την συναισθηματική ευαλωτότητα των ζωντανών πενθούντων και χρειάζεται να έχουμε το νου μας όλες αυτές τις περιόδους  για τυχόν επικινδυνότητα τους ψυχικά. Η παρουσία, ψυχική και σωματική, ενός υποστηρικτικού δικτύου λειτουργεί πολύ ανακουφιστικά στους πενθούντες.

Δεν είναι ‘’μαθηματικά’’ τα στάδια του πένθους, δεν λειτουργούν πάντα με την ίδια σειρά γραμμικά, έχουν συμπυκνώσεις και επαναλήψεις, χρειάζεται χρόνος, ψυχική δύναμη και αντοχή ώστε να μπορεί να προχωρήσει κανείς προς την ζωή. Στην αρχή μετά ακριβώς από την απώλεια βρίσκεται κανείς σε άρνηση και μεγάλο σοκ, ειδικά αν ο θάνατος προέλθει από ατύχημα και δεν προλάβει να χαιρετήσει κανείς τον αγαπημένο του άνθρωπο. Ακολουθεί έντονος θυμός και ένα μεγάλο αίσθημα αδικίας, μεγάλη εσωτερική  διαπραγμάτευση,  εν συνεχεία έντονη θλίψη και τέλος η αποδοχή της απώλειας. Χρειάζεται να έχει κανείς την δυνατότητα να  επεξεργάζεται την θλίψη και να μπορεί  να ανακουφίζεται από το ψυχικό βάρος της απώλειας. Να μπορεί να προχωρά τα όνειρα του, ακόμα και αν κάποια έμειναν στην μέση, αν ‘’έφυγαν ‘’ μαζί με κάποιον αγαπημένο του άνθρωπο.

Ακούγοντας τις αφηγήσεις των συνομιλητών σε αυτή την εκπομπή,  για την απαραίτητη ψυχική προετοιμασία για τον επερχόμενο θάνατο, και τους αντίστοιχους αποχαιρετισμούς που χρειάζεται να γίνουν, έφερα στο νου μου μια κυρία που νοσούσε από καρκίνο και όδευε προς τον θάνατο, της οποίας επιλογή της ήταν να καεί και η τέφρα  της να διασκορπιστεί  σε ένα αγαπημένος της δάσος στο χωριό. Ήταν η  δική της επιθυμία που εκπληρώθηκε  από τους δυο γιους της και τον άνδρα της. Τώρα μπορούν να την επισκέπτονται εκεί, στο αγαπημένο της μέρος.