ΑρχικήΜε ΆποψηTo vertigo των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα

To vertigo των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα

✍ Ο Πέτρος Παππάς, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ

Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα βρίσκεται μάλλον στην πιο ρευστή κατάστασή του από την Μεταπολίτευση και μετά.

Ουδέποτε, στον μισό αιώνα ομαλού πολιτικού βίου στην χώρα, από το 1974 και μετά, υπήρξε μεγαλύτερη ασάφεια για την συνέχεια και την πορεία των πολιτικών κομμάτων στη χώρα. Ακόμα και στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης και μετά από τι εκλογές του Μαΐου του 2012, οι οποίες παρήγαγαν ένα πολυδιασπασμένο αποτέλεσμα, ανάμεσα στα διάφορα παλιά και νεότερα κόμματα, ακολούθησαν οι εκλογές του Ιουνίου, του ιδίου έτους, όπου σε σημαντικό βαθμό επανήλθε το κομματικό δίπολο, με νέο παίκτη σε αυτό, τότε, τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ωστόσο, αν μεταφερθούμε στον παρόν, παρατηρούμε, εδώ έναν χρόνο και πλέον, να μην υπάρχει κυρίαρχη αντιπολιτευτική δύναμη στην χώρα, ενώ τους τελευταίους μήνες, σημαντικά υποχωρούν και τα ποσοστά της ιδίας της Κυβέρνησης. Στον αντίποδα, τα κόμματα της ακραίας συντήρησης και του λαϊκισμού, φαίνεται να συγκεντρώνουν όλο και μεγαλύτερο αριθμό υποστηρικτών, στερούμενα όμως και αυτά μιας ικανής ηγεσίας, η οποία, να μπορέσει να τα ενώσει ώστε να αποτελέσουν μια υπολογίσιμη, ενιαία δύναμη. Αν κάνεις λάβει υπόψιν του και το γεγονός ότι το μισό τουλάχιστον εκλογικό σώμα, επιλέγει να απέχει από την πολιτική ζωή και τις εκλογικές διαδικασίες, συντίθεται ένα πολιτικό σκηνικό απόλυτης ρευστότητας και πολλαπλών πιθανών εκβάσεων για το μέλλον.

Τη στιγμή που ο άξονας προόδου-συντήρησης φαίνεται να διατρέχει -αρά και να διχάζει- οριζόντια τα πολιτικά κόμματα, αυτά εμφανίζονται να μην μπορούν να εκφράσουν ένα συνεκτικό πολιτικό αφήγημα, πόσο μάλλον ένα οραματικό πλαίσιο για το μέλλον της Ελλάδας, Η Νέα Δημοκρατία, φαίνεται να διχάζεται βαθιά ανάμεσα στην μεταρρυθμιστική διάθεση ενός φιλελεύθερου τμήματος της και στην συντηρητική προσέγγιση ενός άλλου σημαντικού κομματιού της, το οποίο δείχνει να μην μπορεί να αποδεχτεί και να ενσωματώσει τις οποίες προωθούμενες αλλαγές.

Το ΠΑΣΟΚ, έχοντας κερδίσει μέρος, της από δεκαετίας απολεσθείσας εμπιστοσύνης του κόσμου, μοιάζει να είναι εγκλωβισμένο σε συνθήματα και ρητορικά σχήματα προηγουμένων δεκαετιών, αποτυγχάνοντας ,για την ώρα, να έχει ένα διακριτό, ρεαλιστικό όραμα, το οποίο να μπορέσει να του δώσει πλειοψηφική προοπτική.

Ο «μεγάλος ασθενής» του πολιτικού συστήματος, δυστυχώς, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Έχοντας μια καθοδική πορεία στα ποσοστά του, τα αρκετά  τελευταία χρόνια, απέτυχε να ομογενοποιηθεί ως κόμμα και να αντιστοιχισθεί στην βάση των ψηφοφόρων του. Έχοντας συγκεντρώσει ένα απόλυτα ετερόκλητο στελεχιακό δυναμικό, το οποίο, αναπόφευκτα, δεν διακατέχεται από ισχυρή «κομματική πιστή» και ακολουθούμενος από ένα ακροατήριο με  διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και στοχεύσεις, δεν κατάφερε ούτε να γειωθεί επαρκώς στην κοινωνία (αυτοδιοίκηση, νεολαία, συνδικαλισμός, φορείς), ούτε όμως και να πείσει ότι προσαρμόστηκε στις νέες πολίτικες συγκυρίες.

Ένα τμήμα της ηγετικής ομάδας του κόμματος δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως, ότι όσοι πολίτες νοιώθουν ακραία αδικημένοι και οργισμένοι, καλύπτουν σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη τους για κόμματα διαμαρτυρίας , στα ακραία κόμματα της δεξιάς και τις αριστεράς,  ενώ, την ίδια ώρα, το σημαντικότερο τμήμα των πολίτων, ζητά από τις κεντρικές πολίτικες δυνάμεις, ρεαλιστικές και βιώσιμες προτάσεις διακυβέρνησης.

Εγκλωβισμένος σε μια συχνά παρωχημένη «αριστερή» ρητορική του παρελθόντος και καθοδηγούμενος από μια ηγετική ομάδα που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την επιταγή της ριζικής ανανέωσης που αποτέλεσε η εκλογή Κασσελάκη, τον Σεπτέμβριο του 2023, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ οδηγείται στην εξαύλωση αλλά και στη πολιτική διαπόμπευση.

Καταπατώντας την βούληση της βάσης, εμμένοντας σε μια κομματική λειτουργία και πρακτική που ελέγχεται σοβαρά για την ηθική αλλά και ουσιαστική νομιμότητα της, το πολιτικό προϊόν του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετατρέπεται, τον τελευταίο καιρό, σε μια τηλε-νουβέλα αντιπαραθέσεων, οξύτητας και τοξικότητας.

Με ένα τμήμα του στελεχιακού δυναμικού του να καταφεύγει στην, αποδεδειγμένα, αποτυχημένη στρατηγική της «πολιτικής επαιτείας» προς το ΠΑΣΟΚ και ένα άλλο τμήμα, να ομνύει στην υποτιθέμενη πολιτική σοβαρότητα του, η οποία πηγάζει από την «αριστερή καθαρότητα» και έχοντας μια κομματική βάση απογοητευμένη και πολύ οργισμένη με την αδιαφορία και την απαξίωση που εισπράττει από πολλά ηγετικά στελέχη του κόμματος, δεν είναι πολλά τα περιθώρια της αισιοδοξίας για μια κοινή μελλοντική πορεία όλων των πλευρών.

Ωστόσο, είναι αξίωμα κοινά αποδεκτό ότι τα δράματα βρίσκουν την λύση τους και η ζωή πάντα θα βρει την προσφορότερη διέξοδο για την συνέχιση της.  Είναι βέβαιο ότι ένα σημαντικό τμήμα των προοδευτικών Ελλήνων πολίτων, αισθάνεται, αυτή την στιγμή, ανέστιο πολιτικά και αναζητά τον πολιτικό εκείνο φορέα, ο οποίος θα μπορέσει να του εμπνεύσει εμπιστοσύνη και αισιοδοξία.

Τα παλιά και ξαναζεσταμένα πολιτικά υλικά, ο δογματικός και παρωχημένος λόγος, οι επαγγελματίες πολιτικοί, χωρίς ένσημα εργασίας και βιωμένη κοινωνική εμπειρία, δεν μπορούν να αποτελέσουν την λύση στο πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας,

Συχνά, όταν η απογοήτευση κορυφώνεται και δεν υπάρχει κάποια ακτίδα φωτός στον ορίζοντα, τότε το νέο έρχεται με ορμή. Ίσως πλησιάζει η ιστορική στιγμή για ένα restart των πολιτικών κομμάτων και ίσως, το 2027, θα μιλάμε για μια τελείως νέα πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα.