ΑρχικήΟικονομίαΣημαντικά πάνω από το στόχο κατά 1,6 δισ.ευρώ τα φορολογικά έσοδα το...

Σημαντικά πάνω από το στόχο κατά 1,6 δισ.ευρώ τα φορολογικά έσοδα το πρώτο 4μηνο του 2023

Σημαντική υπέρβαση έναντι του στόχου είχαν τα φορολογικά έσοδα το διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ενώ επίσης σημαντική ήταν η εικόνα και για τον Απρίλιο.

Συγκεκριμένα στο 4μηνο τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 17,870 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,635 δισ. ευρώ ή 10,1% έναντι του στόχου.

Για τον Απρίλιο τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 4,261 δις ευρώ, αυξημένα κατά 199 εκατ. ευρώ ή 4,9% έναντι του στόχου.

Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης σχολιάζοντας την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού τόνισε: «Τα φορολογικά έσοδα του Απριλίου είναι πάνω από τον μηνιαίο στόχο κατά 4,9% (199 εκ. ευρώ), γεγονός που μαζί με την ταχύτερη της προβλεπόμενης στον προϋπολογισμό πτώση του πληθωρισμού, αποτυπώνει με σαφήνεια την σημαντικά καλύτερη αναπτυξιακή δυναμική που έχει το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Η καλύτερη πορεία της οικονομίας και η καλύτερη του αναμενόμενου πορεία των δημόσιων οικονομικών, αποτελεί την παρακαταθήκη της παρούσας κυβέρνησης προς τον ελληνικό λαό, καθώς προσεγγίζει πλέον η μέρα που θα αποφασίσει για την πορεία της χώρας στα επόμενα χρόνια».

Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών έχει ως εξής:

Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού, σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, για την περίοδο του Ιανουαρίου – Απριλίου 2023, παρουσιάζεται έλλειμμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 798 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για έλλειμμα 3.829 εκατ. ευρώ που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα του 2023 στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023 και ελλείμματος 3.316 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Το πρωτογενές αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 2.434 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 869 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς ελλείμματος 799 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2022.

Το ύψος των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε σε 21.042 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 2.496 εκατ. ευρώ ή 13,5% έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023. Η υπερεκτέλεση αυτή οφείλεται κυρίως: (α) στα αυξημένα φορολογικά έσοδα του τετραμήνου, (β) στην είσπραξη ποσού 603 εκατ. ευρώ από ANFAs, που δεν είχε προβλεφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023 και (γ) στα αυξημένα έσοδα του ΠΔΕ.

Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 17.870 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 1.635 εκατ. ευρώ ή 10,1% έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023. Τμήμα της αύξησης αυτής, ποσού 470 εκατ. ευρώ περίπου, αφορά την παράταση της προθεσμίας πληρωμής των τελών κυκλοφορίας μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2023, ενώ είχε εκτιμηθεί ότι το ποσό αυτό θα εισπραττόταν κατά τον μήνα Δεκέμβριο 2022. Το υπόλοιπο ποσό της υπερεκτέλεσης προέρχεται από την καλύτερη απόδοση των φόρων εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, του προηγούμενου έτους που εισπράχθηκαν σε δόσεις μέχρι και το τέλος Φεβρουαρίου 2023, όσο και από την καλύτερη απόδοση του ΦΠΑ τρέχοντος έτους.

Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 2.129 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 390 εκατ. ευρώ από τον στόχο (1.739 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω της επιστροφής ΦΠΑ, τον μήνα Μάρτιο στον Διαχειριστή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων (ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε.) ποσού 220 εκατ. ευρώ περίπου, που προκύπτει από έσοδα που έχουν εισπραχθεί από τον ΔΑΠΕΕΠ και αποδοθεί στο Κράτος από τον Προσωρινό Μηχανισμό Επιστροφής Μέρους Εσόδων Αγοράς Επόμενης Ημέρας.

Τα έσοδα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανήλθαν σε 1.756 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 341 εκατ. ευρώ από τον στόχο (1.415 εκατ. ευρώ).

Η ακριβής κατανομή μεταξύ των κατηγοριών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού θα πραγματοποιηθεί με την έκδοση του οριστικού δελτίου.

Ειδικότερα, τον Απρίλιο 2023 το σύνολο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στα 4.199 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 216 εκατ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου

Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 4.261 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 199 εκατ. ευρώ ή 4,9% έναντι του στόχου.

Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 407 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 22 εκατ. ευρώ από τον στόχο (385 εκατ. ευρώ).

Τα έσοδα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανήλθαν σε 68 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 2 εκατ. ευρώ από τον στόχο (70 εκατ. ευρώ).

Οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για την περίοδο του Ιανουαρίου – Απριλίου 2023 ανήλθαν στα 21.840 εκατ. ευρώ και παρουσιάζονται μειωμένες κατά 535 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (22.375 εκατ. ευρώ), που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023, ενώ παρουσιάζονται αυξημένες, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022, κατά 833 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω των αυξημένων μεταβιβάσεων του τακτικού προϋπολογισμού κατά 881 εκατ. ευρώ.

Στο σκέλος του Τακτικού Προϋπολογισμού οι πληρωμές παρουσιάζονται μειωμένες έναντι του στόχου κατά 345 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στον ετεροχρονισμό των πληρωμών για δαπάνες εξοπλιστικών προγραμμάτων ύψους 838 εκατ. ευρώ.

Αξιοσημείωτα γεγονότα είναι η επιχορήγηση προς την Κοινωνία της Πληροφορίας Μ.Α.Ε. ύψους 502 εκατ. ευρώ, προς εξυπηρέτηση των αναγκών του Market Pass, καθώς και η απόδοση προς το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης ύψους 367 εκατ. ευρώ των υπερκερδών παραγωγών ενέργειας, για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2021 έως και την 30ή Ιουνίου 2022. Και οι δύο προαναφερθείσες κινήσεις πραγματοποιήθηκαν με ανακατανομή πιστώσεων από το αποθεματικό για προώθηση δράσεων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης (πιστώσεις υπό κατανομή).

Οι πληρωμές στο σκέλος των επενδυτικών δαπανών ανήλθαν στα 2.811 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας υποεκτέλεση ύψους 190 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες του ΠΔΕ περιλαμβάνουν ποσό ύψους 52 εκατ. ευρώ προς εξυπηρέτηση μέτρων COVID-19, με σημαντικότερα εξ αυτών, την ενίσχυση των φορέων υγείας με επικουρικό προσωπικό για την ανταπόκριση στις ανάγκες λόγω της πανδημίας COVID-19 στις Περιφέρειες και την επιχορήγηση υφιστάμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων του κλάδου του λιανεμπορίου, που διατηρούν φυσικό κατάστημα, για την ανάπτυξη, αναβάθμιση και διαχείριση ηλεκτρονικού καταστήματος.

 

Πάνω από τον μέσο όρο ευρωζώνης και ΕΕ η ανάπτυξη στην Ελλάδα

Οικονομική ανάπτυξη 2,4% το 2023, πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης και της ΕΕ, «βλέπει» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα στις εαρινές οικονομικές της προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, επισημαίνοντας ότι η επέκταση της παραγωγής υποστηρίζεται από μια ανθεκτική αγορά εργασίας και την εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP).

Ο βασικός πληθωρισμός ήταν κατά μέσο όρο 9,3% το 2022, αλλά αναμένεται να μετριαστεί στο 2,4% έως το 2024 λόγω της χαλάρωσης των τιμών της ενέργειας. Αν και παραμένει αρνητικό, το έλλειμμα του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης συνεχίζει να συρρικνώνεται λόγω της βελτιωμένης συλλογής εσόδων. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω.

Ειδικότερα, η οικονομική ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί το 2023 και θα μετριαστεί περαιτέρω το 2024 σε 1,9%. Παρά την ενεργειακή κρίση και τις συναφείς πληθωριστικές πιέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 5,9% το 2022. Η έντονη ιδιωτική κατανάλωση, η σημαντική επενδυτική δραστηριότητα και η ώθηση που δόθηκε από την ανάκαμψη του τουρισμού κατά τη θερινή περίοδο συνέβαλαν στην ισχυρή ανάπτυξη. Επιπλέον, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο του 2022 παρά τις εκτεταμένες πιέσεις στις τιμές που συνεπάγονται σημαντικό αποτέλεσμα μεταφοράς για το 2023.

Το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,4% φέτος, λόγω τόσο της εγχώριας όσο και της εξωτερικής ζήτησης. Ωστόσο, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να μειωθεί σημαντικά σε σύγκριση με την ανάκαμψη μετά την πανδημία πέρυσι, εν μέσω απώλειας του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και ενός ακόμη αρνητικού ποσοστού αποταμίευσης. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η συνεχιζόμενη εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP) μετατοπίζεται από τις μεταρρυθμίσεις προς τις επενδύσεις και, ως εκ τούτου, πρόκειται να διατηρήσει τις κεφαλαιουχικές δαπάνες, ιδίως στις κατασκευές και σε μικρότερο βαθμό στον εξοπλισμό, αντισταθμίζοντας εν μέρει τον αντίκτυπο από τις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης. Η πλήρης ανάκαμψη του διεθνούς τουρισμού στα προ πανδημίας επίπεδα αναμένεται να ενισχύσει τις ελληνικές εξαγωγές. Σύμφωνα με τη συγκράτηση της εγχώριας ζήτησης, η αύξηση των εισαγωγών αναμένεται να υποχωρήσει. Ωστόσο, το εμπορικό έλλειμμα αναμένεται να παραμείνει υψηλό παρά την πτώση των τιμών της ενέργειας και τη θετική επίδραση των όρων του εμπορίου.

Το 2024, η Επιτροπή προβλέπει ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα θα βρίσκεται στο 1,9%, σταδιακά συγκλίνοντας προς το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό. Οι επενδύσεις πρόκειται να παραμείνουν βασικός συντελεστής στην αύξηση της παραγωγής, αν και με χαμηλότερους ρυθμούς από ό,τι το 2021-2023, ενώ οι δαπάνες των νοικοκυριών είναι πιθανό να υποστηριχθούν από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, προβλέπει η Επιτροπή.

   ΑΝΘΕΚΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΝ ΜΕΣΩ ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΩΝ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ

Η αγορά εργασίας βελτιώθηκε σημαντικά το 2022 εν μέσω διαρκούς δημιουργίας θέσεων εργασίας. Παρόλο που οι άνθρωποι συνέχισαν να επιστρέφουν στην αγορά εργασίας μετά την πανδημία, υποδηλώνοντας αύξηση του εργατικού δυναμικού, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 12,5% το 2022 και αναμένεται να μειωθεί στο 11,8% έως το 2024. Παρά την αναμενόμενη ανάκαμψη της αύξησης των ονομαστικών μισθών φέτος και στη συνέχεια, η αύξηση των πραγματικών μισθών δεν αναμένεται να γίνει θετική πριν από το 2024, εκτιμά η Επιτροπή.

   Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΘΑ ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΘΕΙ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ 

Ο γενικός πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν κατά μέσο όρο 9,3% το 2022, αλλά μειώθηκε στο 6,3% έως το 1ο τρίμηνο του 2023. Οι πιέσεις στις τιμές αναμένεται να μετριαστούν περαιτέρω φέτος χάρη στη χαλάρωση των τιμών της ενέργειας. Οι τιμές καταναλωτή προβλέπεται να αυξηθούν κατά 4,2% και 2,4% το 2023 και το 2024 αντίστοιχα. Ωστόσο, η καθυστερημένη μετάβαση των υψηλών τιμών ενέργειας και τροφίμων σε υπηρεσίες και μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά, η οποία έχει γίνει πιο ορατή από το τελευταίο τρίμηνο του 2022, θα ωθήσει τον πυρήνα του πληθωρισμού το 2023. Παρά την αύξηση κατά 9,4% του ελάχιστου μισθού τον Απρίλιο του 2023, οι κίνδυνοι μιας σπείρας μισθού-τιμής φαίνεται συγκρατημένη. Ωστόσο, οι ανοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό προκύπτουν από μια πιο γρήγορη προσαρμογή των μισθών που θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερο πυρήνα πληθωρισμού.

   Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ ΗΡΘΕ ΝΩΡΙΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟ

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης το 2022 αποδείχθηκε σημαντικά χαμηλότερο από το αναμενόμενο, φθάνοντας το 2,3% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 4,1% του ΑΕΠ που προβλεπόταν το φθινόπωρο. Το πρωτογενές ισοζύγιο κατέγραψε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ. Αυτή η βελτίωση οφείλεται κυρίως στα καλύτερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα, ιδίως από τον φόρο προστιθέμενης αξίας και τους άμεσους φόρους.

Μετά το καλύτερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα το 2022, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να συρρικνωθεί περαιτέρω στο 1,3% το 2023. Αυτό μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη σταδιακή κατάργηση των υπόλοιπων μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία (τα οποία εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 1,5% του ΑΕΠ το 2022) και σε σημαντική μείωση του κόστους των μέτρων για τον μετριασμό των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας (από 2,5% του ΑΕΠ το 2022 σε 0,2% το 2023). Ταυτόχρονα, η αύξηση των μισθών του Δημοσίου και των κοινωνικών παροχών αναμένεται να παραμείνει ισχνή. Η πρόβλεψη επηρεάζει επίσης δύο προσωρινά μέτρα που εισήχθησαν ως απάντηση στις πληθωριστικές πιέσεις με εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,3% του ΑΕΠ: (α) ένα κουπόνι 35 ευρώ το μήνα για την περίοδο Φεβρουαρίου έως Ιουλίου 2023 για νοικοκυριά που πληρούν ορισμένα εισοδηματικά κριτήρια και ( β) εφάπαξ συνταξιοδοτικό επίδομα για συνταξιούχους των οποίων η σύνταξη επί του παρόντος δεν είναι αναπροσαρμοσμένη.

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 0,6% του ΑΕΠ το 2024, υποδηλώνοντας πρωτογενές πλεόνασμα 2,5%. Η βελτίωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου οφείλεται στη σταδιακή κατάργηση των υπόλοιπων ενεργειακών μέτρων έως το 2024. Παρά την προγραμματισμένη μεταρρύθμιση του μισθολογίου με εκτιμώμενη δημοσιονομική επίπτωση 0,2% του ΑΕΠ για το 2024, οι δημόσιες δαπάνες αναμένεται να παραμείνουν συνολικά σίγαση βελτιώνοντας έτσι την ισορροπία.

Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε απότομα το 2022, κυρίως λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Ο δείκτης αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 160,2% του ΑΕΠ το 2023 και στο 154,4% το 2024, βοηθούμενος από τα πρωτογενή πλεονάσματα και την οικονομική ανάπτυξη.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι δημοσιονομικές προοπτικές εξακολουθούν να υπόκεινται σε ανοδικούς και καθοδικούς κινδύνους. Ειδικότερα, οι αρνητικοί κίνδυνοι προέρχονται από εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, με κυριότερο τις δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Δημόσιας Περιουσίας (ΕΤΑΔ). Ανοδικά, εάν συνεχιστεί η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, τα έσοδα θα μπορούσαν να είναι υψηλότερα από τα αναμενόμενα επί του παρόντος.