Εκτενή συνέντευξη στην εφημερίδα το «Βήμα της Κυριακής», έδωσε ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου.
Μεταξύ άλλων ο Γιώργος Παπανδρέου αναφερόμενος στις φράσεις «Λεφτά υπάρχουν» και «Μαζί τα φάγαμε» απάντησε: «Λεφτά υπάρχουν αν τα διεκδικήσεις. Αν τα προσελκύσεις με επενδύσεις. Αν νοικοκυρέψεις το κράτος. Αν αξιοποιήσεις τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μας. Ώστε να αυγατίσουν και να διαμορφώσουν, να δημιουργήσουν έναν νέο πλούτο. Αλλά αυτά θέλουν σχέδιο. Θέλουν σχέδιο που να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και όχι το συμφέρον των κομματικών παραγόντων, των ημέτερων και των ισχυρών της χώρας μας».
Συμπληρώνει δε: «Για παράδειγμα, στα Τέμπη δεν μπόρεσε η ΝΔ να εγκαταστήσει σύγχρονη ηλεκτρονική σήμανση. Ενώ τα χρήματα υπήρχαν. Μπόρεσε όμως να αναπτύξει ένα αποτελεσματικό, περίτεχνο παρακράτος παρακολούθησης πολιτικών προσώπων. Και μπόρεσε να βρει – και πολύ γρήγορα, χρήματα για να μπαζώσει το σημείο του εγκλήματος. Για να μη μιλήσω και για τον μηχανισμό, μέσω των κοινωνικών δικτύων, σπίλωσης πολιτικών αντιπάλων.
Η φράση «λεφτά υπάρχουν» δεν ήταν σύνθημα ευκολίας. Ήταν καταγγελία. Για ένα κράτος που αιμορραγούσε από τη διαφθορά, τις αδιαφανείς συναλλαγές, το ρουσφέτι και τη σπατάλη. Ήταν κάλεσμα για ανατροπή, για επαναθεμελίωση της χώρας πάνω σε αξίες, διαφάνεια, αξιοκρατία και δίκαιη ανάπτυξη».
Ο Γιώργος Παπανδρέου υπερασπίζεται τις μεταρρυθμιστικές τομές που έκανε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ 2009-2010 και υπογραμμίζει πως «αν δεν τελειώσουμε με τον πελατειασμό και δεν χτίσουμε θεσμούς δημοκρατικούς, διαφανείς, λογοδοσίας, για όλους και όχι για να βολεύονται κλίκες, η χώρα θα βουλιάζει στο ίδιο τέλμα. Οι κρίσεις δεν είναι τυχαίες. Είναι προϊόν ενός συστήματος αδιαφανούς και άτολμου. Και πάντα, οι πολίτες το πληρώνουν. Εμείς; Χτυπήσαμε την καρδιά του προβλήματος. Γι’ αυτό μας φοβούνται και μας χτυπούν».
Αναφερόμενος δε για τις αποφάσεις του 2010 και τις ανακοινώσεις του από το ακριτικό Καστελλόριζο σχετικά για την αποδοχή του Πρώτου Μνημονίου, ο πρώην πρωθυπουργός τονίζει: «Ως προς την επιλογή του Καστελλόριζου, με προβληματίζει πάντα η κριτική που ακούω. Η απόφαση ήταν δική μου. Είχε και πρακτικό και συμβολικό βάρος. Πρακτικά, το μήνυμα ήταν «Το έργο μας συνεχίζεται». Και μένουμε συνεπείς στην προγραμματισμένη συνέλευση με τους αναπτυξιακούς φορείς της Δωδεκανήσου.
Δεύτερον και πιο ουσιαστικό, το Καστελλόριζο ήταν πάντα για μένα σύμβολο του δημιουργικού Ελληνισμού. Δεν πτοείται και παρά τις δυσκολίες μετατρέπει κρίσεις σε ευκαιρίες. Και βεβαίως, σημείο-κλειδί για τη συζήτηση γύρω από την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ μας».
Προσθέτει πώς ενημερώθηκαν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί αναλυτικά. «Και την κα Μπακογιάννη, που στήριξε την εθνική προσπάθεια — σε αντίθεση με τον αδερφό της, που συμπορεύτηκε με τον κ. Σαμαρά, επενδύοντας στον λαϊκισμό. Παρίστανε τον μεταρρυθμιστή, ενώ υπονόμευε την πορεία της χώρας. Από τους αρχηγούς υπήρξε προβληματισμός, αλλά ούτε σοβαρή αντίδραση ούτε άλλη πρόταση. Γιατί; Γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική. Οι αγορές ήταν αδυσώπητες. Η Ελλάδα βίωνε την απόλυτη αβεβαιότητα – κάτι που μου θυμίζει το σημερινό κλίμα με τους δασμούς του Τραμπ.Το δίλημμα ήταν ξεκάθαρο: Πρόγραμμα προσαρμογής ή άτακτη χρεοκοπία και χάος», αναφέρει συγκεκριμένα.