ΑρχικήΠολιτικήΚΙΝΑΛ: Τα 5 πλήγματα που επιχειρεί η Κυβέρνηση στις εργασιακές σχέσεις

ΚΙΝΑΛ: Τα 5 πλήγματα που επιχειρεί η Κυβέρνηση στις εργασιακές σχέσεις

Το Κίνημα Αλλαγής εκφράζει τη διαφωνία του για τις διατάξεις σχετικά με το καθεστώς εργασίας στο νομοσχέδιο για την ανάπτυξη υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση επιχειρεί 5 πλήγματα στις εργασιακές σχέσεις.

Αναλυτικά όσα υποστηρίζει το ΚΙΝΑΛ

Τα άρθρα του Νομοσχεδίου που αφορούν ιδιαίτερα τις συλλογικές διαπραγματεύσεις:

– Υλοποιούν απλά και κυνικά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει ο κ. Μητσοτάκης στον ΣΕΒ.

– Επαναφέρουν την λογική της «εσωτερικής υποτίμησης», που ήταν η «σημαία» του ΔΝΤ.

– Οδηγούν στην απαξίωση των συλλογικών συμβάσεων και στην ενίσχυση της εργοδοτικής ασυδοσίας. Με «χειρουργικού» χαρακτήρα διατάξεις, που ενώ θεωρητικά δεν καταργούν την σύμβαση ή τα δικαιώματα, θέτουν όμως σειρά «εξαιρέσεων» και «προϋποθέσεων», που τα αποδυναμώνουν απόλυτα, κυριολεκτικά τα αχρηστεύουν.

– Μειώνουν δραστικά τα δικαιώματα και τις αμοιβές των εργαζομένων.

– Δεν έρχονται να επιλύσουν προβλήματα, δεν αποτελούν καν μεταρρυθμίσεις.

Με τις διατάξεις του Νομοσχεδίου η «εξαίρεση» γίνεται Κανόνας και κανόνας η «Εξαίρεση».

Μεταλλάσσεται το εργατικό δίκαιο. Από Δίκαιο προστασίας του εργαζόμενου, σε δίκαιο προστασίας ακόμη  και του κακόπιστου εργοδότη.

Χωρίς διάλογο με τους άλλους κοινωνικούς εταίρους και ιδιαίτερα βέβαια με τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους.

Ό,τι «περισώζεται», θα σαρωθεί από τις Υπουργικές αποφάσεις που εξειδικεύουν τα νέα μέτρα, για τις οποίες η εξουσιοδότηση είναι «εν λευκώ».

Το Κίνημα Αλλαγής στηρίζει απόλυτα την Εθνική Γενική Σύμβαση και τις Κλαδικές Συμβάσεις Εργασίας, αλλά και την καθολική εφαρμογή τους σε όλες τις επιχειρήσεις, είτε συμμετέχουν στις εργοδοτικές οργανώσεις είναι όχι.

Και θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια εντός και εκτός Βουλής για την υπεράσπισή τους.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ

1.ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 49: Εξαιρέσεις από την εφαρμογή όρων συλλογικών ρυθμίσεων.

Προστίθεται παράγραφος στο άρθρο 3 του Ν. 1876/90 που ορίζει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη στις κλαδικές συμβάσεις μπορούν να συμφωνούν «εξαιρέσεις» από τις συμβάσεις, σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα.

Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η ρύθμιση είναι δυνητική μια και αφήνει τον πρώτο λόγο στα συμβαλλόμενα μέρη και ότι ανάλογες πρακτικές υπήρχαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όμως σε μια χώρα που μόλις εξέρχεται από «εκτεταμένη κρίση και μια εξίσου εκτεταμένη εσωτερική υποτίμηση (και μάλιστα με σωρευμένα τα κόκκινα δάνεια των επιχειρήσεων) η «δυνατότητα» υποβάθμισης των όρων και των συμβάσεων εργασίας, θα πάρει επικίνδυνες διαστάσεις.

Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για κλαδικές συμβάσεις, που ορίζουν μόνο τους ελάχιστους όρους αμοιβής και εργασίας στον κάθε κλάδο. Και οι πραγματικοί μισθοί καθορίζονται είτε από τον ίδιο τον εργοδότη, είτε μέσω της επιχειρησιακής σύμβασης.

Αν αυτό ανατραπεί σε μέρος ενός κλάδου, τότε θα ασκηθεί αθέμιτος ανταγωνισμός-μείωση του εργασιακού κόστους- προς τις άλλες επιχειρήσεις, που με την σειρά τους θα απαιτήσουν ανάλογες προσαρμογές. Και μέσω ρυθμίσεων που στη συνέχεια θα αναλύσουμε, θα το πετύχουν

Και όλοι βέβαια γνωρίζουν στην Ελλάδα ποιος είναι ο ισχυρός (ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος) σε μια τέτοια διαπραγμάτευση. Με δεδομένο μάλιστα ότι σε άλλο άρθρο του Νόμου, περιορίζεται δραστικά η προσφυγή στην Διαιτησία.

Σημειωτέον ότι: 

– Δεν διασφαλίζονται ούτε καν ο προσωρινός χαρακτήρας, τα μέγιστα χρονικά όρια, και οι προϋποθέσεις μιας τέτοιου τύπου ρύθμισης, με βάση τις ευρωπαϊκές πρακτικές.

– Δεν υπάρχει κανένα αντάλλαγμα από τον ωφελούμενο εργοδότη προς τους εργαζόμενους, ή δεσμεύσεις για διατήρηση της Απασχόλησης.

– Δεν προσδιορίζονται θέματα που αυτές οι εξαιρέσεις θα ήταν ανεπίτρεπτες (πχ κοινωνικά επιδόματα, υγεία-ασφάλεια, κατοχύρωση ωραρίου).

Παράδειγμα: Με την πίεση που μπορεί σήμερα να ασκήσει μια εργοδοτική οργάνωση του ιδιωτικού τομέα, πετυχαίνει την εξαίρεση σειράς επιχειρήσεων (που επικαλούνται οικονομικά προβλήματα) από τις ελάχιστες αμοιβές της κλαδικής σύμβασης.

Στην επόμενη φάση είναι βέβαιο ότι η ίδια εργοδοτική οργάνωση θα ζητήσει για λόγους «ίσου ανταγωνισμού» την επέκταση της ρύθμισης σε όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου.

2. ΣΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΛΕΣ ΟΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

Άρθρο 50: Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων και Οργανώσεων Εργοδοτών.

Α) Όλες οι συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις, εγγράφονται υποχρεωτικά στο Μητρώο του Υπουργείου Εργασίας.

Υποχρεώνοντας μάλιστα να παρέχουν και όλα τα στοιχεία που αφορούν την λειτουργία και την συμμετοχή των μελών στις εκλογικές διαδικασίες των οργανώσεων.

Β) Στο ίδιο άρθρο δίδεται η δυνατότητα να γίνεται ηλεκτρονική ψηφοφορία μεταξύ των μελών μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης για την κήρυξη απεργίας, αλλά με όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον Υπουργό Εργασίας!!!

Γ) Ως εδώ υπάρχει μόνο το στοιχείο της διεύρυνσης του κρατικού ελέγχου σε συνδικαλιστικές ή εργοδοτικές οργανώσεις.

Όμως υπάρχει ένα μείζον ζήτημα, κυριολεκτικά βόμβα στις συλλογικές συμβάσεις.

Περιλαμβάνεται  εξουσιοδοτική  διάταξη προς τον Υπουργό να «ρυθμίζει» κάθε θέμα σχετικά με το Μητρώο, ιδίως σε σχέση με την αντιπροσώπευση συνδικαλιστικών οργανώσεων και εργοδοτών».

Δηλαδή εξουσιοδοτεί τον Υπουργό να «ρυθμίζει» αν η ΓΣΕΒΕ, η ΕΣΕΕ η ΓΣΕΕ και οι κλαδικές οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων είναι αντιπροσωπευτικές  ή όχι, άρα αν δύνανται να υπογράφουν Εθνικές και Κλαδικές Συμβάσεις ή Όχι.

Στο έλεος του Υπουργού όλες οι συμβάσεις…..

Φυσικά οι ισχυροί θα κυριαρχήσουν.

3. ΖΩΝΕΣ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 51: Συρροή Συλλογικών ρυθμίσεων

Α) Δίδεται η δυνατότητα να υπερισχύουν οι επιχειρησιακές συμβάσεις έναντι των κλαδικών, για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα.

Άρα αν μια επιχείρηση καταφέρει με πίεση  στους εργαζόμενους της να υπογράψει επιχειρησιακή σύμβαση που μειώνει τα ελάχιστα όρια των αμοιβών, αυτή θα υπερισχύσει της κλαδικής. Και θα ανοίξει τον δρόμο για την ακύρωσή της. Μάλιστα εδώ ακυρώνεται η ρύθμιση του άρθρου 49 που προέβλεπε συνυπογραφή της Ομοσπονδίας των εργαζομένων για τις εξαιρέσεις στους κατώτερους μισθούς της κλαδικής σύμβασης.

Ο νομοθέτης «φροντίζει» ούτως ή άλλως, με κάθε τρόπο  να ευνοήσει τον εργοδότη, επιστρέφοντας στην παλιά Μνημονιακή ρύθμιση, που είχε όμως συγκεκριμένη χρονική λήξη.

Αλλά και αν ακόμη το επιχειρησιακό σωματείο δεν συμφωνήσει, προβλέπεται ότι ο Υπουργός –με εν λευκώ εξουσιοδότηση- θα καθορίσει τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τις επιχειρήσεις που θα «εξαιρούνται».

Β) Προστίθεται επίσης διάταξη με την οποία προβλέπεται ότι «τοπικού χαρακτήρα» συμβάσεις, υπερισχύουν των κλαδικών συμβάσεων.

Δηλαδή οδηγούμαστε στην λογική των «ελεύθερων ζωνών» υποβαθμισμένης εργασίας σε τοπικό επίπεδο όπου στην λογική της προσέλκυσης επενδύσεων, δεν θα ισχύουν βασικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Παράδειγμα: Μια «τοπική συμφωνία» των Τουριστικών επιχειρήσεων σε μια περιοχή της χώρας που οι εργοδότες έχουν ισχύ, θα υπονομεύσει ευθέως την κλαδική σύμβαση, δημιουργώντας αθέμιτο ανταγωνισμό με τα ελάχιστα όρια αμοιβών, ή του ωραρίου και των συνθηκών εργασίας.

Και μάλιστα χωρίς χρονικό όριο, «αντάλλαγμα» από τους επωφελούμενους εργοδότες, ή πρόβλεψη για προστασία της απασχόλησης.

4. ΟΙ ΚΛΑΔΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ

Άρθρο 52: Επέκταση Συλλογικών Συμβάσεων

Προβλέπεται ότι για να κηρύσσεται μια κλαδική σύμβαση εργοδοτών-εργαζομένων υποχρεωτικά εκτελεστή, πρέπει να τεκμηριώνονται οι «επιπτώσεις στην απασχόληση και στην ανταγωνιστικότητα» και ότι μπορεί να εξαιρούνται επιχειρήσεις με απόφαση Υπουργού (μετά από απλή γνώμη του ΑΣΕ).

Δηλαδή: αν οι εργοδότες στον τουρισμό ή στις τράπεζες –με εξαίρεση κάποιους-υπογράψουν μια κλαδική σύμβαση αυτή δεν εφαρμόζεται γενικά στον κλάδο, αλλά με απόφαση Υπουργού (και επίκληση οικονομικών προβλημάτων) θα εξαιρούνται οι επιχειρήσεις που διαφωνούν.

Άρα θα τιναχθεί η κλαδική σύμβαση στον αέρα…

5. ΕΠΙΒΡΑΒΕΥΣΗ ΚΑΚΟΠΙΣΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

 Άρθρο 53: Επίλυση συλλογικών διαφορών με διαιτησία.

Με την νέα ρύθμιση η Κυβέρνηση, περιορίζει δραστικά την προσφυγή των εργαζομένων στην Υποχρεωτική διαιτησία του ΟΜΕΔ για την σύναψη συλλογικής σύμβασης.

Κλείνει τον δρόμο για διαιτησία για τις επιχειρησιακές συμβάσεις, αφού θέτει περιορισμό «το να έχουν ευρύτερες επιπτώσεις στην οικονομία, δημόσιο συμφέρον και να είναι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας».

Αυτό για πολύ ελάχιστες επιχειρήσεις ισχύει και βέβαια ερμηνεύεται και αυθαίρετα.

Ουσιαστικά επιβραβεύει τον κακόπιστο εργοδότη, δημιουργώντας συνεχή εμπόδια στην προσφυγή μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης στην διαιτησία, ακόμη και αν έχουν λήξει οι προηγούμενες ΣΣΕ και έχουν αποτύχει οι διαπραγματεύσεις.

Με τη διάταξη αυτή η Κυβέρνηση, αντί να ενισχύσει ουσιαστικά το κύρος και το θεσμό της Μεσολάβησης, ώστε πραγματικά η Διαιτησία να είναι έσχατο μέσο,  συνεχίζει στη λογική αποδυνάμωσης  του Εργατικού Δικαίου.

Συμπέρασμα.

Η Κυβέρνηση, ικανοποιεί τις πιο ακραίες αιτιάσεων των πιστωτών αλλά και των απαιτήσεων των μεγάλων εργοδοτών της χώρας.  Οι επιλογές της είναι σε όλα τα επίπεδα, εις βάρος βέβαια των εργαζομένων. Οι ρυθμίσεις που προωθεί η Κυβέρνηση της ΝΔ δημιουργούν καθεστώς εργασιακών σχέσεων δύο ταχυτήτων με επιχειρήσεις που θα τηρούν τις συλλογικές συμβάσεις και επιχειρήσεις που θα εξαιρούνται.
Τα αποτελέσματα θα είναι αρνητικά τόσο για τους εργαζόμενους και ιδιαίτερα των επιχειρήσεων που θα εξαιρούνται από την τήρηση των συμβάσεων και την καταβολή των αμοιβών που προβλέπουν, όσο και για τις επιχειρήσεις που θα τηρούν τις συμβάσεις και σταδιακά θα οδηγηθούν σε συρρίκνωση και μείωση των θέσεων απασχόλησης ή και παράνομη μείωση αμοιβών, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού που θα υποστούν από τις επιχειρήσεις που λόγω νόμου Βρούτση θα καταβάλλουν μικρότερες αμοιβές.

ΜΟΝΟΙ ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΟΙ οι επιχειρηματίες που δεν θα τηρούν τις συμβάσεις.

Και για τους τύπους  διατηρεί κάποιες νησίδες εργασιακής «κανονικότητας» μέσα σε  ένα άναρχο τοπίο απορύθμισης, με επαναφορά συνθηκών ζούγκλας στην αγορά εργασίας.

Ο δήθεν Αναπτυξιακός Νόμος αποσκοπεί στην ουσία να περάσουν αυτές οι ρυθμίσεις, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα μια σειρά αυτονόητες και ελάσσονος σημασίας «τακτοποιήσεις» για τα άλλα θέματα.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να μετατραπεί σε χώρα φθηνής και απαξιωμένης εργασίας.

Δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται η ανταγωνιστικότητά μας κύρια στις μειωμένες αμοιβές και στην υποβάθμιση των όρων εργασίας και των συλλογικών ρυθμίσεων.

Αντί μιας σύγχρονης ανταγωνιστικότητας εστιασμένης την γνώση, την ποιότητα, στην καινοτομία, την απόκτηση νέων δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό.

Είναι βαθιά πίστη και κεντρικός στόχος μας ότι η Ανάπτυξη επιβάλλεται να αφορά άμεσα τους εργαζόμενους, την βελτίωση της ζωής τους, αλλά και την δημιουργία πολλών νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας.

Υπό αυτό το πρίσμα κρίνουμε και τις διατάξεις για τα Εργασιακά που περιέχει το Σχέδιο του Αναπτυξιακού Νόμου που ήδη τέθηκε σε διαβούλευση και αναμένεται σύντομα να κατατεθεί στην Βουλή.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ