O πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέλαβε το Βραβείο του Παγκοσμίου Πολίτη (Global Citizen Award) του Ατλαντικού Συμβουλίου (Atlantic Council) από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Pfizer, δρ. Αλμπερτ Μπουρλά.
Πρόκειται για μια διεθνή διάκριση του Atlantic Council, η οποία απονέμεται σε επιλεγμένες προσωπικότητες, με τις φετινές βραβεύσεις να περιλαμβάνουν επίσης την πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, τον πρόεδρο της Γκάνας Νάνα Ακούφο-Άντο και την κορυφαία παραγωγό ταινιών Μίκι Λι από τη Νότια Κορέα.
Ο κ. Μπουρλά δήλωσε αρχικά «ενθουσιασμένος με το προνόμιο να παρουσιάζει τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη, καθώς λαμβάνει την ανώτατη τιμή του Atlantic Council για τους παγκόσμιους πολίτες» και τον χαρακτήρισε ως «έναν οραματιστή υπέρμαχο μιας νέας εποχής οικονομικής ευημερίας, έναν ηγέτη αφοσιωμένο στη χώρα του που κέρδισε την εμπιστοσύνη των Ελλήνων. Έναν ταπεινό ηγέτη, του οποίου η επανεκλογή έδειξε ότι τηρεί τις πολιτικές του υποσχέσεις, ενώ παράλληλα έχει τον σεβασμό των ηγετών του κόσμου».
Ο πρωθυπουργός παραλαμβάνοντας το βραβείο ευχαρίστησε τον κ. Μπουρλά για την τιμητική εισαγωγή του και «τόνισε ότι αυτό το βραβειο ανήκει σε όλους τους Έλληνες για την ανθεκτικότητα και την επιμονή τους, για όσα έχουν πετύχει τα τελευταία χρόνια».
«Αυτό που πετύχαμε στην Ελλάδα είναι να δείξουμε ότι μπορεί κανείς να κυβερνήσει από το πολιτικό κέντρο. Ότι μπορεί να είναι υπέρ της ανάπτυξης αλλά και δημοσιονομικά υπεύθυνος. Ότι μπορεί να είναι, και εδώ να αντηχήσουν τα λόγια της καλής μου φίλης Τζόρτζια Μελόνι, ένας αληθινός πατριώτης, εστιάζοντας στην ισχυρή άμυνα και την προστασία των συνόρων, ενώ ταυτόχρονα να είναι κοινωνικά φιλελεύθερος, παρέχοντας υψηλής ποιότητας δημόσια αγαθά και μειώνοντας τις ανισότητες», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε πως η επανεκλογή της κυβέρνησής του αποτέλεσε απάντηση στον τρόπο με τον οποίο μπορεί να νικηθεί ο λαϊκισμός.
«Οι δυσαρέσκειες των ανθρώπων που ψηφίζουν τους λαϊκιστές είναι απολύτως πραγματικές, είτε σχετίζονται με την ανισότητα των εισοδημάτων, είτε με ζητήματα ταυτότητας, είτε με τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης – με τους κερδισμένους και τους χαμένους. Αυτές είναι πραγματικές δυσαρέσκειες και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο να τις αντιμετωπίζουμε και σίγουρα να μην φαινόμαστε υποτιμητικοί προς τις ανησυχίες των απλών ανθρώπων. Η κυβέρνηση μας δίνει έμφαση στην πολιτική όχι στα πολιτικά. Είναι ευθύνη μας ως ηγέτες να βρίσκουμε λύσεις και θα κριθούμε από το πόσο βελτιώσαμε τις ζωές των πολιτών μας», ανέφερε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, τονίζοντας ότι «Η Ελλάδα είναι σταθερός σύμμαχος των ΗΠΑ και πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητάς σε μια ταραχώδη περιοχή».
Ο πρωθυπουργός ολοκλήρωσε την ομιλία του με μια φράση του προηγούμενου πρόεδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, τον οποίο «σέβεται βαθιά».
«Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ είπε κάτι που με εντυπωσίασε πριν καν γίνω πρωθυπουργός. Είπε: “Όταν εκλεγόμαστε, όλοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε. Απλά δεν ξέρουμε πώς να επανεκλεγούμε αν κάνουμε αυτό που πρέπει”. Λοιπόν, αν υπάρχει ένα μάθημα από την ελληνική ιστορία, είναι ότι ο καλός μου φίλος έκανε λάθος. Επανεκλεγήκαμε κάνοντας ακριβώς αυτό που ήταν σωστό, και ο ελληνικός λαός μας αντάμειψε για αυτό», κατέληξε ο κ. Μητσοτάκης.
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ισχυρές προσωπικότητες, όπως ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Έλον Μασκ, ο οποίος βράβευσε την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι.
Η ομιλία του Πρωθυπουργού
Κυρίες και κύριοι, αγαπητέ Albert, πρώτα απ’ όλα σε ευχαριστώ για τα εξαιρετικά κολακευτικά σου λόγια. Ευχαριστώ θερμά το Atlantic Council που με τιμά με το βραβείο Global Citizen. Θα ήθελα, ωστόσο, να ξεκινήσω επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Προέδρου της Γκάνας, λέγοντας ότι πραγματικά αισθάνομαι πως αυτό το βραβείο ανήκει, πάνω απ’ όλα, στον ελληνικό λαό, για την ανθεκτικότητα και την επιμονή του και για όσα έχει επιτύχει τα τελευταία χρόνια.
Ο Albert Bourla είχε δίκιο όταν περιέγραψε τη μεταμόρφωση μιας χώρας που θεωρήθηκε πριν από μερικά χρόνια ως ο «ασθενής» της Ευρώπης, που υπέστη βαθιά οικονομική ύφεση, που βίωσε κοινωνικές αναταραχές, που πειραματίστηκε με τον λαϊκισμό, αλλά τώρα έχει ξεκάθαρα γυρίσει σελίδα και αναδεικνύεται, και πάλι, σε μια σταθερή δημοκρατία με μια αναπτυσσόμενη οικονομία.
Σκέφτηκα, στη σύντομη παρέμβασή μου, να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις σχετικά με το γιατί πιστεύω ότι η ελληνική εμπειρία μπορεί να έχει σημασία για άλλες χώρες και γιατί αυτό που πετύχαμε μπορεί να έχει απήχηση πέρα από τα σύνορά μας. Όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους -διότι είναι σημαντικό ότι η Ελλάδα είναι πλέον ένας σταθερός και προβλέψιμος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών και συνολικά ένας πυλώνας σταθερότητας σε ένα πολύ ταραγμένο μέρος αυτού του κόσμου. Πιστεύω ότι η ελληνική εμπειρία μάς διδάσκει και κάποια άλλα μαθήματα, τα οποία είναι, εκτιμώ, σημαντικά για τις δημοκρατίες ανά τον κόσμο, καθώς παλεύουμε με τα κύματα του λαϊκισμού και με τις νέες διαιρέσεις που τείνουν να προκαλούν ρήγματα στις κοινωνίες μας.
Πιστεύω ότι στην Ελλάδα καταφέραμε να αποδείξουμε ότι μπορεί κανείς να κυβερνήσει από το πολιτικό κέντρο. Ότι μπορεί να είναι υπέρ της ανάπτυξης αλλά και δημοσιονομικά πειθαρχημένος. Ότι μπορεί να είναι κανείς -επιτρέψτε μου να επαναλάβω εδώ τα λόγια της καλής μου φίλης, Giorgia Meloni- πραγματικός πατριώτης, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ισχυρή άμυνα και προστατεύοντας ταυτόχρονα τα σύνορα, αλλά, επίσης, μπορεί να είναι κοινωνικά φιλελεύθερος, εστιάζοντας στην παροχή δημόσιων αγαθών υψηλής ποιότητας αλλά και τη μείωση των ανισοτήτων.
Αυτό που αποκαλώ «νέα τριγωνοποίηση» έχει την ικανότητα να φέρει κοντά ανθρώπους που έχουν διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές και να δημιουργήσει έναν ευρύτερο συνασπισμό, ο οποίος αποκαθιστά τη θεμελιώδη εμπιστοσύνη στην πολιτική.
Η κυβέρνησή μου έχει επικεντρωθεί περισσότερο στη χάραξη και εφαρμογή πολιτικών (policy) παρά στην πολιτική (politics). Πιστεύω ότι σε γενικές γραμμές, σε αυτούς τους καιρούς όπου μερικές φορές δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση στην καθαρή ιδεολογία από ό,τι θα έπρεπε, θα πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα. Το κλειδί της επιτυχίας για κάθε κυβέρνηση είναι, εν τέλει, η αποτελεσματική υλοποίηση.
Δεν είναι όλα τα ζητήματα ιδεολογικά. Νομίζω ότι είναι ευθύνη μας, ως ηγέτες, να αναζητούμε αποτελεσματικές λύσεις, όπου μπορούμε να τις βρούμε. Θα κριθούμε, τελικά, από το πόσο θα βελτιώσουμε τις ζωές των πολιτών. Δεν θα κριθούμε απλώς από το πόσο εύγλωττοι είμαστε στις δημόσιες ομιλίες μας, δεν είναι αυτό το μέτρο με το οποίο αξιολογεί κανείς την πολιτική επιτυχία ενός ηγέτη σήμερα.
Τέλος, σε αυτές τις εποχές έντονης πόλωσης, θα ήθελα να επισημάνω ότι είναι κρίσιμο όταν αντιμετωπίζουμε λαϊκιστές, που πιστεύουν ότι έχουν απλές λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα, να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι πίσω από αυτούς τους λαϊκιστές υπάρχουν πραγματικά παράπονα. Τα παράπονα των πολιτών που ψηφίζουν τους λαϊκιστές είναι πραγματικά, ανεξαρτήτως αν σχετίζονται με την εισοδηματική ανισότητα, με ζητήματα ταυτότητας, με τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, τους νικητές και τους ηττημένους που αυτή παράγει. Αυτά είναι πραγματικά παράπονα και πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε με μεγάλη προσοχή, σε καμία περίπτωση να δίνουμε την εντύπωση ότι αντιμετωπίζουμε αφ’ υψηλού τις ανησυχίες του μέσου πολίτη.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μία φράση ενός ευρωπαίου ηγέτη τον οποίο σέβομαι βαθύτατα. Ο τέως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Jean-Claude Juncker, είπε κάτι που μου έκανε εντύπωση, πριν καν γίνω Πρωθυπουργός. Είπε ότι, μόλις εκλεγούμε, «όλοι γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε, απλώς δεν ξέρουμε πώς θα επανεκλεγούμε αν κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε». Αν υπάρχει, λοιπόν, ένα μάθημα από την ελληνική εμπειρία, είναι ότι ο αγαπητός μου φίλος έκανε λάθος. Επανεκλεγήκαμε κάνοντας ακριβώς αυτό που ήταν σωστό, και ο ελληνικός λαός μάς αντάμειψε γι’ αυτό.
Ευχαριστώ, λοιπόν, και πάλι το Atlantic Council για αυτό το βραβείο, το οποίο, θα το επαναλάβω, ανήκει στον ελληνικό λαό. Σας ευχαριστώ πολύ.