ΑρχικήΠαραπολιτικάΠώς ο Μαρκουλάκης μπήκε στην καρδιά των Νεοδημοκρατών και στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας

Πώς ο Μαρκουλάκης μπήκε στην καρδιά των Νεοδημοκρατών και στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας

Ο γνωστός ηθοποιός Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης είχε κάνει αίσθηση στο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας και μπήκε στην καρδιά των νεοδημοκρατών με την ομιλία του. Χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι θα βρίσκεται στη 12η τιμητική θέση του Επικρατείας της ΝΔ.

Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης με ένα “γράμμα” που δημοσίευσε στο Facebook εξηγεί πως οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση:

Αγαπημένε μου Φάνη,
Στις 7 Ιουλίου, το βράδυ, ξέρω πού θα βρίσκομαι: στην Επίδαυρο, στο αρχαίο θέατρο. Θα ψηφίσω το μεσημέρι και μετά, ταξίδι και προετοιμασία μέσα στη νύχτα για τις τελικές δοκιμές, για τον Οιδίποδα Τύραννο που σκηνοθετώ. Θα κάνω δηλαδή τη δουλειά που αγαπώ -κι έχω επιλέξει- να κάνω. Στη χώρα, την ίδια ώρα, θα έχουν ολοκληρωθεί οι εκλογές, κι απ’ αυτές τις εκλογές θα κριθεί, σε μεγάλο βαθμό, η πορεία της τα επόμενα χρόνια.
Θα κριθεί, καταρχάς, αν θα τελειώσουμε με αυτήν την κυβέρνηση που, το νοιώθεις κι εσύ, διέψευσε απόλυτα τις προσδοκίες των ανθρώπων που την πίστεψαν, όλων αυτών που, όταν η ζωή τους όπως την ήξεραν κατέρρεε, γοητεύτηκαν από την ιδέα ότι υπάρχει ένας άλλος, μαγικός δρόμος, απ’ τον οποίον «η ελπίδα έρχεται».
Εγώ δεν ήμουν απ’ αυτούς που γοητεύτηκαν, οπότε δεν έπεσα απ’ τα σύννεφα. Έτσι κι αλλιώς, η δεκαετία της κρίσης που περάσαμε, όσο σκληρή κι αν ήταν, διέλυσε μια σειρά από ψευδαισθήσεις, όπως ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε με ελλείματα και δανεικά, ότι μπορούμε να μπλοφάρουμε κι οι αγορές να χορεύουν, ότι μπορεί να υπάρξει ισχυρό κοινωνικό κράτος χωρίς επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα, ότι μπορεί ο κόσμος γύρω μας να αλλάζει με ταχύτητες φωτός κι εμείς να μένουμε καθηλωμένοι στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν κρίση. Ήταν η επώδυνη ενηλικίωση της χώρας.
Κι αυτά τα 4,5 χρόνια, η ελπίδα τελικά δεν ήρθε, ήρθαν μόνο λάθη, ανικανότητα, επιπολαιότητα, μισαλοδοξία, διχασμός, απίστευτη αλαζονεία και ψέματα – αδιανόητα ψέματα. Κι αυτό το περίφημο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, κερδισμένο κάποτε με αγώνες και θυσίες, αποδείχτηκε, στην πράξη, κενό δοχείο. Ταιριάζει εδώ ο στίχος του Σαββόπουλου, γραμμένος 30 χρόνια πριν: «Ημασταν πάντοτε μιας ήττας που νικάει την εξουσία, και ξαφνικά μας παρεδόθη αληθινά – τι τραγωδία»
Ενώ λοιπόν θα κάνω πρόβα στην Επίδαυρο, θα έχουμε, ελπίζω, τελειώσει μ’ αυτό το αποτυχημένο πείραμα – το τελευταίο γέννημα της κρίσης. Αλλά αυτό, πίστεψέ με, δεν φτάνει. Σ’ αυτές τις εκλογές θα κριθεί, στην ουσία, αν θα έχουμε μια νέα, αυτοδύναμη κυβέρνηση, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ισχυρό πρωθυπουργό, που θα μπορεί, ανεμπόδιστος από αναγκαστικούς συμβιβασμούς, να εφαρμόσει το πρόγραμμά του.
Κι αν νομίζεις πως είναι καλύτερο να μην έχουμε αυτοδύναμη κυβέρνηση, κάνεις λάθος, για δύο λόγους: ο πρώτος είναι ότι, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, υπάρχει ορατός κίνδυνος να μην μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση, να οδηγηθούμε ξανά σε εκλογές με απλή αναλογική και, ακολούθως, σε μια περίοδο ακυβερνησίας και ομηρίας απ’ τους σημερινούς κυβερνώντες, που θα μεγαλώσει την ζημιά που έχει ήδη γίνει στη χώρα.
Ο δεύτερος είναι και ο πιο σημαντικός και μάλλον τον μαντεύεις: πιστεύω στον Κυριάκο. Σου θυμίζω πως αυτός ο κεντρώος, φιλελεύθερος πολιτικός κατάφερε να εκλεγεί αρχηγός της ΝΔ, ενός παραδοσιακού, συντηρητικού σχηματισμού, χάριν της κινητοποίηση πολιτών, εντός αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και εκτός κόμματος, που είδαν τη σπάνια ευκαιρίανα υποστηρίξουν, σε ένα κόμμα εξουσίας, κάποιον που είναι, επί της ουσίας, διαφορετικός. Έκτοτε, ο λόγος και οι πράξεις του έδειξαν πως έχει πράγματι, την δύναμη και την αποφασιστικότητα να αλλάξει, πρώτα το κόμμα του και μετά τη χώρα. Και μπορεί να εκφράσει, και να ενώσει ένα ευρύτερο τμήμα της κοινωνίας.
Κι αν το πρόβλημά σου είναι πως δεν τον βρίσκεις αρκετά «χαρισματικό» επικοινωνιακά, έχω να σου πω πως αυτό ακριβώς με ευχαριστεί ιδιαιτέρως. Φτάνει πλέον με τους «χαρισματικούς» -η λέξη έχει χάσει πια το νόημά της-, φτάνει με το πρότυπο του ηγέτη που έχουμε σ’ αυτή τη χώρα και μας εβλαψε τόσο. Του ηγέτη δημαγωγού, που το ταλέντο του εξαντλείται στο να χαϊδεύει τα αυτιά των ψηφοφόρων του. Χρειαζόμαστε, πάνω απ’ όλα, έναν ηγέτη που τολμάει να λέει την αλήθεια στους πολίτες. Που δεν υπόσχεται ό,τι δεν μπορεί να υλοποιήσει. Έναν ηγέτη ψύχραιμο, μετριοπαθή κι ενωτικό, που να μπορεί να καταλάβει πως η κοινωνία αποτελείται από ομάδες με διαφορετικές απόψεις, επιδιώξεις και συμφέροντα. Και πως κάθε βήμα μπροστά πρέπει να γίνεται προσεκτικά, ώστε να τους περιλαμβάνει όλους. Χρειαζόμαστε έναν ηγέτη που αντιλαμβάνεται τη σύγχρονη εποχή και τις μεγάλες προκλήσεις της, που έχει την κατάρτιση για να κατανοήσει τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται στον πλανήτη.
Ο Κυριάκος είναι σίγουρα η καλύτερη επιλογή στην παρούσα συγκυρία, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Αλλά πιστεύω πως έχει τις ικανότητες και την ευκαιρία, αν επιδείξει τόλμη, να είναι ένας εξαιρετικός πρωθυπουργός, και το εύχομαι, προς το καλό και την ευημερία όλων μας, ανεξαρτήτως κομμάτων. Και πως μπορεί πραγματικά να αλλάξει τη χώρα.
Το έργο όμως που αναλαμβάνει, αυτός και το στενό του επιτελείο, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Για να τα καταφέρει, πρέπει να είναι αρκετά ισχυρός, ώστε να κάνει τις λιγότερες δυνατές παραχωρήσεις και να μην υποκύψει σε συμβιβασμούς. Και, να σου πω την αλήθεια, αν και είμαι, επί της αρχής, υπέρ των ευρύτερων συναινέσεων, δεν βλέπω να υπάρχει πιθανότητα εκλογής στην επόμενη Βουλή άλλου κόμματος που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διακυβέρνηση της χώρας προς την κατεύθυνση που νομίζω σωστή. Η αυτοδυναμία της κυβέρνησής του θα του δώσει λοιπόν τη δυνατότητα που χρειάζεται. Μαζί, φυσικά, με την ευθύνη.
Την γνώμη μου για τον Κυριάκο πιθανόν την ξέρεις, την έχω εκφράσει δημοσίως αρκετές φορές. Δεν σου κρύβω πως είμαι ένας από τους χιλιάδες Έλληνες που έχουν υπάρξει πολύ συχνά ανέστιοι πολιτικά, που δεν δέχτηκαν ποτέ να γίνουν ψηφοφόροι-πελάτες οποιουδήποτε κόμματος και που έχουν μια ενστικτώδη δυσανεξία με τα κόμματα εξουσίας, καθώς αυτά έχουν πάντα την τάση να μετατραπούν σε τραστ συμφερόντων. Αυτή η «έλλειψη εστίας» βέβαια έχει κι ένα καλό: μου επέτρεπε πάντα να σκέφτομαι ανεξάρτητα και ελεύθερα. Και οι απόψεις μου ήταν συχνά αντιδημοφιλείς, σε μεγάλο μέρος του κοινού και ανάμεσα στους συναδέλφους μου. Το να είσαι καλλιτέχνης στην Ελλάδα σημαίνει, σχεδόν αυτόματα, ότι είσαι, ή νοιώθεις, ή, τέλος πάντων, δηλώνεις αριστερός – ό,τι και να σημαίνει για τον καθένα αυτός ο όρος. Πριν δέκα χρόνια, δηλώνοντας κεντρώος φιλελεύθερος ακουγόμουν σχεδόν εκκεντρικός. Στο δημοψήφισμα, υποστηρίζοντας το «Ναι», άκουσα για μένα πράγματα που δεν φανταζόμουν ότι μπορούσε κάποιος να σκεφτεί.
Κι όμως, τα χρόνια πέρασαν κι αυτά που πίστευα έχουν βρει, σε μια σπάνια συγκυρία, ένα πρόσωπο να εκφραστούν, αρχηγό σε κόμμα εξουσίας. Δεν ταυτίζομαι σε όλα με τη ΝΔ – έτσι κι αλλιώς σε κάθε μεγάλο κόμμα υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και ιδέες. Δεν χρειάζεται όμως να ταυτίζεσαι, χρειάζεται απλώς να επιλέξεις, αφού σκεφτείς ψύχραιμα, την καλύτερη δυνατή λύση.
Γιατί αυτό που, στην ουσία, θα κριθεί σ’ αυτές τις εκλογές είναι το αν θα μπορέσουμε, κάποια στιγμή σύντομα, όλοι μας, ό,τι κι αν ψηφίσαμε, να αφεθούμε επιτέλους απερίσπαστοι σε ό,τι αγαπάμε κι έχουμε επιλέξει, να πάρουμε σιγά-σιγά πίσω τις ζωές μας, που μας τις έκλεψαν η κρίση και ο διχασμός, και να αισθανθούμε πολίτες μιας κανονικής χώρας για την οποία θα είμαστε υπερήφανοι.
Αυτό προσδοκώ. Γι’ αυτό αποδέχτηκα. Ελπίζω να σε κάλυψα.
Χαιρετισμούς,
Κ.
Υ.Γ: Μην σε στεναχωρήσουν όσα πιθανόν ακούσεις για μένα. Οι άνθρωποι σπανίως έχουμε τη διαύγεια να ακούσουμε κάποιον με τον οποίον διαφωνούμε, χωρίς να κρίνουμε εξ’ ιδίων ή να κάνουμε δίκη προθέσεων.
Αν σου πούνε «είχε πει, δεν θα μπει στην πολιτική», πες τους «δεν μπαίνει, η τελευταία θέση στο Επικρατείας είναι, λέμε, μη εκλόγιμη». Κι αν επιμείνουν «ε, δεν μπορεί, κάτι έχει να κερδίσει!» πες τους, «ναι, φυσικά: τη βαθιά ικανοποίηση ότι στηρίζει αυτό που πιστεύει».
Φιλιά,
Κ.

Αλλά και η ομιλία του στο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας είναι αυτή που τον έβαλε στις καρδιές των νεοδημοκρατών:

«Πιθανόν κάποιοι από εσάς αναρωτιέστε τι κάνω εγώ εδώ σήμερα. Δεν είμαι μέλος του κόμματος ή ψηφοφόρος. Κάποιες φορές ομολογώ ότι το έχω καταψηφίσει και δεν εκπροσωπώ κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό μου. Επιπλέον, ένας καλλιτέχνης με θέσεις και στάσεις σαν τη δική μου κινδυνεύει να τον αντιμετωπίσουν συνάδελφοι και κοινό το λιγότερο με καχυποψία. Υπάρχουν δυο λόγοι. Ο ένας λόγος είναι 12 χρόνων ο γιος μου ο Γιώργος, ξέρω, το ξέρουμε όλοι πως αυτά τα τελευταία χρόνια θα τα θυμόμαστε για πάντα. Είναι η κορυφαία στιγμή, η μάχη της δικής μας γενιάς. Από αυτή τη μάχη θα βγούμε μαζί κερδισμένοι ή χαμένοι. Δεν υπάρχει όμως οριστική νίκη.  Δεν υπάρχει καν κάποιο τέλος με την εκλογή του ενός ή του άλλου κόμματος. Νιώθω σαν να έχουμε μπροστά μας οι Έλληνες ένα τεράστιο βράχο που πρέπει να μετακινηθεί. Και αν σπρώξουμε όλοι μαζί μπορούμε να τον πάμε έστω ένα μέτρο παραπέρα.

Όταν λοιπόν σε κάποια χρόνια ο γιος μου με ρωτήσει ποια ήταν η δική μου συμβολή, πως πάλεψα, θέλω να μπορώ να του πω ότι έκανα ό,τι μπορούσα, πως πήρα θέση για αυτό που πίστευα σωστό. Πως έσπρωξα το βράχο. Το αξιοπρόσεκτο με αυτό το βράχο είναι ότι ξέρουμε όλοι μας τι είναι. Όλοι ή τουλάχιστον σχεδόν όλοι ξέρουμε τι πάει λάθος σε αυτή τη χώρα. Το εκφράζουμε συχνά με έναν καημό, με μια βαθιά αίσθηση απογοήτευσης.  Το περίφημο αυτή είναι η Ελλάδα. Αυτό που ζούμε δεν είναι κρίση, η κρίση είναι μια παροδική εκτροπή από την κανονικότητα. Ζούμε με αφορμή την οικονομική κρίση, την επώδυνη ενηλικίωση της χώρας. Μια Ελλάδα που πεθαίνει και μια Ελλάδα που λαχταράει να γεννηθεί. Οι κοινωνίες όταν βιώνουν ένα τέλος περνούν ακριβώς από τα ίδια στάδια με τους ανθρώπους. Άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη, αποδοχή. Την άρνηση τη ζήσαμε για δεκαετίες πριν από το 2010, κάποιοι τη νιώθουν ακόμα και σήμερα.  Συγκρούονται οι επιθυμίες του με την πραγματικότητα και φταίει η πραγματικότητα. Το θυμό τον ζήσαμε με τους αγανακτισμένους, με τις πορείες, με τα επεισόδια με τους νεκρούς, με την απίστευτη μισαλλοδοξία. Τη διαπραγμάτευση, ο Θεός να την κάνει, τη ζήσαμε και αυτή για καιρό. Και είναι το πιο κακό, αλλά και το πιο καλό που έχει κάνει η σημερινή Κυβέρνηση σε αυτή τη χώρα.

Το κακό είναι η πλήρης διάψευση των ελπίδων, των ανθρώπων που πίστεψαν ότι υπάρχει πράγματι ένας άλλος δρόμος. Πως μπορούμε να έχουμε και την πίτα και το σκύλο. Όλα τα δικαιώματα και καμία από τις ευθύνες. Το καλό είναι ακριβώς το ίδιο. Η διάψευση οδηγεί στη συνειδητοποίηση πως αυτό το βράχο δεν μπορούμε να τον προσπεράσουμε. Πρέπει οπωσδήποτε να τον μετακινήσουμε. Αυτή η συνειδητοποίηση μας έφερε στην κατάθλιψη. Το νιώθω, ένα σύννεφο μελαγχολίας και κατάθλιψης έχει απλωθεί πάνω από τη χώρα και είμαστε έτοιμοι να φτάσουμε στην αποδοχή. Στη γνώση ότι η κοινωνία μας το πώς έχουμε μάθει να ζούμε έχει πεθάνει. Και ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να σκεφτόμαστε διαφορετικά. Οφείλουμε να ενηλικιωθούμε. Αυτό που πέθανε βασίστηκε πάνω σε λέξεις εμβληματικές. Αλλαγή, εκσυγχρονισμός, επανίδρυση, ελπίδα. Μια λέξη έλειπε. Μια βασική λέξη που μέχρι πολύ πρόσφατα δεν σκέφτηκε κανένα κόμμα εξουσίας να την κάνει βασικό σύνθημα και βασικό πρόταγμα της πολιτικής του. Η αλήθεια. Χωρίς αυτήν δεν μπορεί να υπάρξει ούτε αλλαγή, ούτε επανίδρυση, ούτε τίποτα. Και την ελπίδα που έρχεται, αν δεν πούμε την αλήθεια, θα την περιμένουμε για πάντα. Δεν έχουμε όλοι όμως, την ίδια αλήθεια. Διαφορετικές ομάδες, έχουν διαφορετικές ανάγκες, διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετική ιδεολογία, διαφορετική εικόνα του κόσμου. Αυτό είναι φυσικό και θεμιτό.

Όμως, είναι αλήθεια αδιαμφισβήτητη, πως βρισκόμαστε σήμερα στα Σπάτα και είναι Κυριακή μεσημέρι. Είναι αλήθεια πως δεν μπορείς εσαεί να ξοδεύεις περισσότερα από όσα βγάζεις. Είναι αλήθεια πως τα Πανεπιστήμιά μας, η ελεύθερη διακίνηση ιδεών, δεν κινδυνεύει από την κατάργηση του ασύλου, αλλά από τις ανεξέλεγκτες ομάδες που τα χρησιμοποιούν ως ορμητήριο και τσιφλίκι τους. Ως αλήθεια λοιπόν, εννοώ αυτό το κομμάτι της πραγματικότητας, στο οποίο μπορούμε και οφείλουμε να συμφωνήσουμε, όχι εμείς εδώ μέσα, αλλά όλοι οι Έλληνες. Το ακριβώς αντίθετο, θα μου επιτρέψετε να σας πω, από αυτό που συμβαίνει στις Εξεταστικές της Βουλής. Έχουν, υποτίθεται, αυτές οι Επιτροπές, σκοπό να φτάσουν στην αλήθεια. Κάθε κόμμα βγάζει ένα δικό του πόρισμα. Για ένα γεγονός, υπάρχουν τρεις, τέσσερις, πέντε αλήθειες. Αυτό και μόνο τους αφαιρεί στα δικά μου μάτια κάθε αξιοπιστία. Πιστεύω πως κάθε πολίτης θα ήθελε να μένουν οι βουλευτές στην αίθουσα, μέχρι να βγει λευκός καπνός. Ένα πόρισμα, μία αλήθεια. Και αυτή η αλήθεια μπορεί να είναι άβολη και για εσάς τους ίδιους, γιατί θα πρέπει να βρείτε τον τρόπο και να  απαντήσετε ειλικρινά και πειστικά σε δύο ερωτήματα που ακούω πάρα πολύ συχνά.

Μα οι ίδιοι δεν μας έφτασαν ως εδώ; Και αυτοί τα ίδια δεν έκαναν. Και να μπορέσετε να πείσετε ότι δεν είστε οι ίδιοι και ότι δεν θα κάνετε τα ίδια. Να πείτε την αλήθεια. Υπάρχει ένα πρόβλημα με το να λες την αλήθεια. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να την ακούσουν. Ο άνθρωπος ξέρετε, δεν είναι λογικό ον, είναι απλά ον, με ικανότητα λογικής επεξεργασίας. Σήμερα κάποιοι, ελπίζω όχι εδώ μέσα, αλλά κάπου εδώ κοντά, πιστεύουν ότι μας ψεκάζουν, κάποιοι εναντιώνονται στα εμβόλια, κάποιοι πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη. Και πολύ σπάνια αλλάζουν τη γνώμη τους με την παράθεση επιχειρημάτων. Αντιθέτως, οχυρώνονται πίσω από αυτή, οδηγούμενοι σε όλο και πιο παράλογες θέσεις. Αυτό είναι που ονομάζω εγώ η αλαζονεία των επιχειρημάτων. Αραδιάζουμε τα επιχειρήματά μας και περιμένουμε ο άλλος να προσχωρήσει στη θέση μας. Αυτό δεν γίνεται ποτέ. Ένα σωρό γεγονότα, η εκλογή Τραμπ, το Brexit, το Δημοψήφισμα του ’15, το αποδεικνύουν περίτρανα. Και τότε κάνουμε το ολέθριο λάθος να απαξιώνουμε τους ανθρώπους που διαφωνούν. Στη στάση τους, μπορεί να μην υπάρχει λογική, υπάρχει όμως λόγος.

Ο λαϊκισμός εξαπλώνεται σαν υγρασία σε όλο τον πλανήτη. Είναι ολέθριο να μη βλέπουμε ότι τη δύναμή του την απέκτησε επειδή τα επιχειρήματα δεν μπορούσαν να απαντήσουν επαρκώς στις ανάγκες, στις αγωνίες και στους φόβους των ανθρώπων. Αν για να αλλάξει ο κόσμος, τα επιχειρήματα αρκούσαν, σχεδόν όλη η Τέχνη θα ήταν περιττή. Θα διαβάζαμε μόνο δοκίμια. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η μεταστροφή της κοινής γνώμης απέναντι στη δουλεία,  ξεκίνησε το 1852 με ένα αναπάντεχο γεγονός. Την έκδοση και τρομερή επιτυχία ενός βιβλίου, της «Καλύβας του Μπαρμπαθωμά». Οφείλεται λοιπόν, όχι μόνο να πείτε την αλήθεια, αλλά να φροντίσετε να το κάνετε με τρόπο, που να ακουμπάει στις ψυχές των ανθρώπων. Να υπερνικά την φυσική καχυποψία τους, να μαλακώνει τους φόβους τους, να αναπτερώνει την αισιοδοξία τους. Με λόγο που θα χρησιμοποιεί όλα τα πλεονεκτήματα του λαϊκίστικου λόγου, αλλά ο πυρήνας του θα είναι τα επιχειρήματα και η αλήθεια. Αν θέλετε πράγματι να αλλάξετε αυτή τη χώρα, πρέπει πρώτα να γκρεμίσετε τις ιδεοληψίες. Να μετακινήσετε τα συναισθήματα. Να αλλάξετε τις αντιλήψεις. Και πρέπει πρώτα να αλλάξετε και εσείς. Είναι δικιά σας ευθύνη να το κάνετε. Είναι δικιά σας ευθύνη, να εξηγήσετε πως η Ευρώπη, αυτή η προβληματική Ένωση Κοινοβουλευτικών Δημοκρατιών, με τις αρρυθμίες, τις δυσλειτουργίες και τα λάθη της, είναι ο φυσικός μας χώρος. Καμία κοινωνία, ποτέ και πουθενά δεν έχει πετύχει για τους πολίτες της τέτοιο βαθμό ευημερίας, ασφάλειας και ελευθερίας.

Είναι δική σας ευθύνη, να αναδείξετε την απίστευτη πρόοδο παρά τα όποια ολέθρια λάθη έχει κάνει η χώρα μας αυτά τα 40 χρόνια. Είναι δική σας ευθύνη να αναλάβετε με παρρησία το κομμάτι που σας αναλογεί από τα λάθη του παρελθόντος και να ζητήσετε συγνώμη. Όχι αναλαμβάνω την  πολιτική ευθύνη. Συγνώμη. Σας ομολογώ δεν υπάρχει πιο επιδραστική λέξη από αυτή και την έχουμε ακούσει πάρα πολύ σπάνια από χείλη πολιτικών. Είναι δικής σας ευθύνη να μην πέφτετε στην παγίδα της ατζέντας των άλλων. Οι πολίτες δεν θα συνταχθούν μαζί σας γιατί τους πείσατε ότι αυτή η Κυβέρνηση είναι καταστροφική. Αυτό το ξέρουμε ήδη. Οι πολίτες θα σας ακολουθήσουν εάν πραγματικά μπορέσετε να τους εμπνεύσετε για την επόμενη μέρα.

Είναι δική σας ευθύνη να αποδείξετε ότι δεν είστε το κόμμα της ελίτ, το κόμμα των πλουσίων, ότι το όραμά σας περιλαμβάνει όλους τους Έλληνες. Είναι δική σας ευθύνη να αποδομήσετε την άποψη, τόσο διαδεδομένη στο συλλογικό μας ασυνείδητο, ότι κάθε τι αριστερό είναι εξ ορισμού ηθικό και προοδευτικό. Αυτό είναι από τα πιο δύσκολα, είναι πράγματι από τα πιο δύσκολα. Ευτυχώς έχει ήδη βοηθήσει, έχει βάλει ένα χεράκι και η ίδια η πραγματικότητα. Είναι δική σας ευθύνη, πολύ σημαντική, να δώσετε τέλος στο διχασμό και στη μισαλλοδοξία και να απομονώσετε τις ακραίες φωνές. Κάποιοι νοσταλγούν τη δεκαετία του ’40 και αισθάνονται πως τώρα παίρνουν την ρεβάνς. Όχι, δεν υπάρχουν δύο Ελλάδες, υπάρχει μία ενιαία χώρα, η χώρα μας, ένα κοινό μέλλον, το μέλλον όλων μας. Είναι δική σας ευθύνη να κρατήσετε ψηλά τη σημαία των ατομικών δικαιωμάτων, να προστατεύσετε την ελευθερία και τις επιλογές του ατόμου από την άποψη των πολλών. Ξέρω ότι απευθύνεστε συχνά σε ένα κοινό συντηρητικό, ακόμα ίσως και οπισθοδρομικό. Παρακαλώ, όμως, ξεχάστε λίγο την περίφημη ρήση: είμαι ηγέτης του, τους ακολουθώ. Πιστέψτε, στο «είμαι ηγέτης τους, τους οδηγώ». Είναι δική σας ευθύνη να αντιστρέψετε το κλίμα κατάθλιψης και ηττοπάθειας που έχει απλωθεί στην κοινωνία. Είναι δική σας ευθύνη να εμπνεύσετε τους πολίτες ώστε να επιστρέψουν στην πολιτική.

Πολλοί Έλληνες, ιδίως οι νεότεροι, απεχθάνονται την πολιτική και τους πολιτικούς. Είναι μία άδικη γενίκευση και το καταλαβαίνω. Όμως αρκεί μία ώρα πολιτικής τηλεμαχίας, ή ακόμα χειρότερα, μία ώρα συζήτησης στη Βουλή των Ελλήνων ώστε ένας άνθρωπος να γυρίσει την πλάτη του στην πολιτική για πάντα. Είναι δική σας ευθύνη αυτούς τους ανθρώπους να τους ξανακερδίσετε, ιδίως τους νεότερους. Υπάρχει εκεί έξω, το ξέρετε πολύ καλά, μία σιωπηρή πλειοψηφία που δεν εκφράζεται από κανένα. Εγώ είμαι ένας από αυτούς. Εργαζόμαστε σκληρά, σπουδάζουμε, κάνουμε όνειρα και σχέδια, παλεύουμε, ανεβαίνουμε ένα ψηλό βουνό με ένα κράτος σχεδόν πάντα εχθρικό που μας αντιμετωπίζει σαν αιμοδότες. Και αντέχουμε και προχωράμε. Ξανακερδίστε μας, βρείτε τον τρόπο. Είναι δική σας ευθύνη να δίνετε παντού και πάντα ο παράδειγμα, με τα λόγια, τη στάση και τις πράξεις σας. Η πολιτική, το ξέρετε πολύ καλύτερα από εμένα, είναι πάνω από όλα διαχείριση συμβόλων. Είναι πολύ βαριά ευθύνη αλλά είναι δική σας. Ο Μαρκουλάκης στο συνέδριο της ΝΔ: Πιστεύω στον Κυριάκο

Είναι έργο τιτάνιο αυτό που σας ζητώ, το ξέρω, για αυτό και ομολογώ ότι δεν πίστεψα ποτέ στη φράση πολιτική χωρίς πολιτικούς, όπως δεν πιστεύω στη φράση επιστήμη χωρίς επιστήμονες ή αθλητισμός χωρίς αθλητές. Νομίζω όμως ότι έχει γίνει μία πολύ μεγάλη παρανόηση. Ο πολιτικός εκλέγεται από το λαό, άρα είναι ένας από εμάς, αυτό δεν σημαίνει όμως πως πρέπει να είναι ίδιος. Στην επιστήμη, στην τέχνη, στον αθλητισμό θαυμάζουμε ανθρώπους που ανέπτυξαν τις ικανότητές τους και κάνουν κάτι αξιοθαύμαστο που δεν μπορούμε εμείς να κάνουμε. Έχουν αρετές και δυνατότητες που εμείς δεν έχουμε. Φανταστείτε ένα γήπεδο όπου οι ποδοσφαιριστές παίζουν το ίδιο επίπεδο μπάλας με τους φιλάθλους ή ένα θέατρο όπου οι ηθοποιοί παίζουν το ίδιο ή χειρότερα από ό,τι αν έπαιζαν οι θεατές. Ο πολιτικός οφείλει να είναι καλύτερος από τον ψηφοφόρο του, πιο καταρτισμένος, πιο ώριμος, πιο ακέραιος. Ο ιδανικός πολίτης. Οφείλει να μην φοβάται να γίνει αντιδημοφιλής ακόμα και στους ψηφοφόρους του όταν πράττει το σωστό. Οφείλει να γνωρίζει ότι συχνά πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στο δυσάρεστο και το καταστροφικό. Οφείλει να πιστεύει πως αρκεί μία μόνο πράξη ενός αποφασισμένου ανθρώπου για να ξεκινήσει μία χιονοστιβάδα αλλαγών στην κοινωνία.

Η Ρόζα Παρκς εκείνο το πρωινό του Δεκεμβρίου του  1955 μέσα στο λεωφορείο στην Αλαμπάμα το πίστευε. Οφείλει, όπως τον φαντάζομαι εγώ, να γκρεμίσει το πρότυπο του ηγέτη  που έχουμε σε αυτή τη χώρα και μας έχει βλάψει τόσο πολύ. Του ηγέτη δημαγωγού που η δύναμή του εξαντλείται στο να χαϊδεύει τα αυτιά των ψηφοφόρων του. Αυτός είναι ο δεύτερος λόγος που βρίσκομαι εγώ εδώ σήμερα. Έχω την αίσθηση πως αυτός ο πολιτικός υπάρχει, κάθεται ακριβώς αριστερά μου, πίσω μου, και είναι ο Αρχηγός της παράταξής σας. Σε μία πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χώρα η τύχη το έφερε να εκλεγεί αρχηγός ένας πολιτικός με ικανότητες, ψύχραιμος και μετριοπαθής, που είχε ήδη αποδείξει με πράξεις, όπως το θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι μπορεί να σταθεί μόνος απέναντι σε όλους για αυτό που πίστευε σωστό. Όμως, δεν ήταν ακριβώς τύχη. Δεν ήταν τύχη. Ήταν η κινητοποίηση των πολιτών εντός και εκτός του κόμματος που είδαν τη σπάνια ευκαιρία να υποστηρίξουν ένα άνθρωπο που πράγματι είναι διαφορετικός και μπορεί να εκφράσει και να ενώσει όχι απλώς το κόμμα και τους ψηφοφόρους του αλλά ένα ευρύτερο κομμάτι της κοινωνίας.

Έκτοτε οι πράξεις του, όπως ο εξορθολογισμός των οικονομικών του κόμματος, οι ενέργειές του να περιορίσει τις ακραίες και μισαλλόδοξες φωνές, η σθεναρή υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων και των θεσμών, η στρατηγική διεύρυνσης της βάσης δείχνουν πως έχει πράγματι τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να αλλάξει πρώτα το κόμμα και μετά τη χώρα. Το λέω με παρρησία: πιστεύω στον Κυριάκο. Πιστεύω ειλικρινά και το εύχομαι βαθιά πως μπορεί να δώσει το παράδειγμα σε όλους τους Έλληνες, ανεξαρτήτως κομμάτων και ιδεολογίας, πως πρέπει να γίνουμε οι ίδιοι η αλλαγή που θέλουμε να δούμε.

Δεν έχω ψευδαισθήσεις. Το ξέρω, οι κοινωνίες αλλάζουν αργά, αλλάζουν με ρυθμό συνήθως πέρα από τα μέτρα της ανθρώπινης ζωής. Το βράχο όλοι εμείς, όλοι οι Έλληνες, δεν θα τον πάμε μέχρι τέρμα, κάποια στιγμή θα αναλάβουν τα παιδιά μας. Όταν όμως μας ρωτήσουν ποια ήταν η δική μας συμβολή, πώς παλέψαμε, θα μπορούμε να τους πούμε ότι κάναμε ό,τι μπορούσαμε, πως πήραμε θέση για αυτό που πιστεύαμε σωστό. Σπρώξαμε το βράχο. Ε, αυτό δεν είναι λίγο. Ευχαριστώ».