ΑρχικήΚόσμοςΟ θάνατος των νερών της Ευρώπης: Οι Βρυξέλλες άφησαν τη ρύπανση των...

Ο θάνατος των νερών της Ευρώπης: Οι Βρυξέλλες άφησαν τη ρύπανση των αγροκτημάτων να σαρώσει τα πάντα

Η πλούσια σε ρέγγες Βαλτική Θάλασσα θρέφει τη σουηδική αγάπη για το surströmming (το παραδοσιακό ζυμωμένο πιάτο με έντονη μυρωδιά) από τον Μεσαίωνα. Το πιάτο αυτό μπορεί να παρασκευαστεί σωστά μόνο με ρέγγες από τα υφάλμυρα νερά της νεότερης θάλασσας στον κόσμο, καθώς τα ψάρια αυτά είναι μικρότερα από τα συγγενικά τους του Ατλαντικού.

Ωστόσο, πλέον μεγάλο μέρος της Βαλτικής κυριολεκτικά πεθαίνει — και οι πληθυσμοί της ρέγγας καταρρέουν.

Τα πρώτα χτυπήματα τα δέχτηκε ο μπακαλιάρος. Μετά από μια μυστηριώδη αύξηση πληθυσμού στα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι αριθμοί κατέρρευσαν τη δεκαετία του 1980 και σήμερα η αλιεία μπακαλιάρου στη Βαλτική απαγορεύεται σχεδόν πλήρως βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ.

Ύστερα ήρθε η καταστροφή της ρέγγας. Οι πληθυσμοί είναι πλέον κατά 80% μειωμένοι σε σχέση με τα επίπεδα της δεκαετίας του 1970 — προκαλώντας πανικό στους τοπικούς αλιείς της Σουηδίας, σε μια χώρα όπου η ρέγγα αποτελεί θεμέλιο τόσο της οικονομίας όσο και της γαστρονομίας. Όμως η σημασία της υπερβαίνει την ανθρώπινη κατανάλωση.

«Η ρέγγα είναι ο κινητήρας ολόκληρου του οικοσυστήματος της Βαλτικής, γιατί αποτελεί ζωτικής σημασίας τροφή για τα πτηνά, τις φώκιες και είναι θηρευτής μικρότερων ψαριών», δήλωσε η Johanna Fox, διευθύντρια του προγράμματος WWF Baltic, με έδρα τη Στοκχόλμη.

«Η απώλεια του μπακαλιάρου ήταν κακή. Η απώλεια της ρέγγας είναι καταστροφική.»

Τι ευθύνεται για αυτή την καταστροφή;

Η προφανής απάντηση — η υπεραλίευση — είναι σίγουρα μέρος της εξίσωσης. Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες της θάλασσας επίσης κατηγορούνται.

Όμως υπάρχει και ένας ακόμη ύποπτος: τα περιττώματα.

Η κοπριά από τα ζώα εκτροφής στις χώρες που συνορεύουν με τη Βαλτική, μαζί με τα ούρα και τα χημικά λιπάσματα, διαπερνούν το έδαφος και τον υδροφόρο ορίζοντα, καταλήγουν στα ποτάμια και τελικά χύνονται στη θάλασσα.

Μια περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας 1,5 φορές μεγαλύτερη από τη Δανία θεωρείται πλέον η μεγαλύτερη «νεκρή ζώνη» στον κόσμο — θύμα του φαινομένου του «ευτροφισμού», κατά το οποίο τα νιτρικά και φωσφορικά από τα λιπάσματα υπερτρέφουν τα νερά, προκαλώντας υπερανάπτυξη κάποιων ειδών, όπως τα φύκη. Αυτά κυριαρχούν και σκοτώνουν άλλα είδη, μπλοκάρουν το ηλιακό φως και καταναλώνουν το οξυγόνο του νερού. Τελικά, δεν απομένει οξυγόνο — και όλα πεθαίνουν. (Αυτό το φαινόμενο ενδέχεται να συνέβαλε και στην προσωρινή αύξηση των πληθυσμών μπακαλιάρου στα τέλη της δεκαετίας του ’70.)

Πέραν της οικολογικής καταστροφής, η απουσία οξυγόνου σημαίνει ότι η νεκρή οργανική ύλη μετατρέπεται από άνθρακα σε μεθάνιο — ένα πανίσχυρο αέριο του θερμοκηπίου που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως η Βαλτική ενδέχεται να γίνει πλέον καθαρός παραγωγός αερίων που επιδεινώνουν την κλιματική αλλαγή.

Η συντριπτική αιτία της καταστροφής αυτής είναι η γεωργία. Και οι προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος αποτυγχάνουν παταγωδώς.

Ένα διαβολεμένο πρόβλημα

Η νεκρή ζώνη της Βαλτικής είναι το πιο δραματικό παράδειγμα ενός προβλήματος που πλήττει όλη την Ευρώπη. Χοιροτροφικές μονάδες στην Ισπανία μολύνουν τα υπόγεια ύδατα. Λιπάσματα που ψεκάζονται σε καλλιέργειες και οπωρώνες μολύνουν τα ποτάμια της Ιταλίας. Η κοπριά από τα γαλακτοπαραγωγικά αγροκτήματα του Βελγίου και της Ολλανδίας διαπερνά το έδαφος, βλάπτοντας τη βιοποικιλότητα και προκαλώντας τοξικές ανθίσεις φυκιών στις ακτές.

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA), το ένα τρίτο των αποθεμάτων γλυκού νερού της Ευρώπης έχει απαράδεκτα υψηλά επίπεδα νιτρικής ρύπανσης — και η κατάσταση δεν βελτιώνεται, παρά τις τρεις δεκαετίες κανονισμών.

Η λύση, σύμφωνα με τους περιβαλλοντολόγους, είναι η λιγότερο εντατική γεωργία.

Ωστόσο, η πολιτική υλοποίηση αυτής της λύσης έχει αποδειχθεί τρομερά δύσκολη — και η βούληση να δράσουν εξασθενεί. Το γεωργικό λόμπι της ΕΕ, ανέκαθεν ισχυρό, έχει ενισχύσει την επιρροή του στις Βρυξέλλες τα τελευταία 18 μήνες, οργανώνοντας διαδηλώσεις ενάντια στους πράσινους κανόνες της ΕΕ και κερδίζοντας συνεχώς περισσότερη στήριξη από την ισχυρότερη πολιτική ομάδα της Ένωσης, το συντηρητικό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.

Με τον πόλεμο προ των πυλών της Ευρώπης και τις γεωπολιτικές και εμπορικές εντάσεις να αυξάνονται, το επιχείρημα ότι η επισιτιστική ασφάλεια προηγείται της περιβαλλοντικής προστασίας αποκτά όλο και μεγαλύτερη ισχύ από την εποχή της Πράσινης Συμφωνίας στις αρχές της δεκαετίας του 2020. Οι φωνές των περιβαλλοντολόγων, που επιμένουν ότι πρόκειται για κοντόφθαλμη ανταλλαγή, ακούγονται ολοένα και πιο αδύναμες στις Βρυξέλλες.

Κατά τις πρόσφατες συζητήσεις για τη νέα Στρατηγική Ανθεκτικότητας Υδάτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πολλοί ευρωβουλευτές δήλωσαν στο POLITICO ότι κεντροδεξιοί και ακροδεξιοί βουλευτές μπλόκαραν προσπάθειες ενσωμάτωσης φιλόδοξων περιβαλλοντικών διατάξεων, μεταξύ άλλων αφαιρώντας οποιαδήποτε αναφορά στην Πράσινη Συμφωνία και απορρίπτοντας πρόταση των Πρασίνων για αυστηρότερη επιβολή των κανόνων για τα νιτρικά.

Αντιθέτως, πολλοί φοβούνται ότι οι κανονισμοί για τα νιτρικά θα εξασθενήσουν μέσω ενός ακόμη νομοσχεδίου «απλοποίησης». Η Επιτροπή δήλωσε στο POLITICO ότι εξετάζει τέτοια πολιτική, χωρίς όμως να διευκρινίζει αν θα χαλαρώσει τους κανόνες.

Ένα σύντομο μάθημα ιστορίας

Η ρύπανση από νιτρικά άρχισε να αυξάνεται στα μέσα του 20ού αιώνα, όταν ο Γερμανός χημικός Φριτς Χάμπερ ανακάλυψε τρόπο εξαγωγής αζώτου από την ατμόσφαιρα για την παραγωγή χημικών λιπασμάτων. Η ανακάλυψη αυτή επανάστασε την παραγωγή τροφίμων, κάνοντάς τη φθηνότερη και πιο μαζική.

Όμως προκάλεσε και την απελευθέρωση επικίνδυνων ποσοτήτων νιτρικών στο έδαφος και στο νερό. Όπως η εξόρυξη και καύση υδρογονανθράκων έφερε περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, αποσταθεροποιώντας το κλίμα, έτσι και η έγχυση αζώτου στο έδαφος και το νερό αποσταθεροποίησε τα οικοσυστήματα.

Προσθέστε και την κοπριά πλούσια σε νιτρικά από τη βιομηχανική κτηνοτροφία, και σε πολλές περιοχές υπάρχουν πλέον πολύ περισσότερα θρεπτικά συστατικά απ’ όσα μπορεί να διαχειριστεί η φύση.

«Ανατρέπεται η ισορροπία ολόκληρων οικοσυστημάτων», δήλωσε ο Ingo Fetzer, ερευνητής στο Κέντρο Ανθεκτικότητας της Στοκχόλμης.

«Ο ευτροφισμός δημιουργεί τεράστια έλλειψη οξυγόνου. Όλα τα υδάτινα οικοσυστήματα εξαρτώνται από το οξυγόνο. Αυτό σημαίνει ότι πεθαίνουν ψάρια, μικρά ζώα, αλλά και χερσαία οικοσυστήματα που εξαρτώνται από αυτά, όπως οι θαλασσαετοί. Και οι ανθρώπινες κοινότητες εξαρτώνται επίσης από αυτά.»

Η Οδηγία για τα Νιτρικά

Τα αίτια του ευτροφισμού είναι γνωστά εδώ και δεκαετίες. Από την εποχή που η κλιματική αλλαγή ήταν ακόμη άγνωστη έννοια, η ΕΕ θέσπισε το 1991 την Οδηγία για τα Νιτρικά.

Η οδηγία στοχεύει στον περιορισμό της ποσότητας κοπριάς και λιπασμάτων που εφαρμόζεται σε ευάλωτες περιοχές. Μέχρι σήμερα παραμένει το βασικό εργαλείο της ΕΕ για την καταπολέμηση της ρύπανσης από νιτρικά.

Το πρόβλημα είναι ότι… δεν λειτουργεί. Σύμφωνα με την έκθεση του EEA, τα επίπεδα νιτρικών στα υπόγεια ύδατα παραμένουν σταθερά από τις αρχές του αιώνα. Στα επιφανειακά ύδατα υπήρξε μια μικρή αρχική βελτίωση, αλλά τα τελευταία 15 χρόνια η πρόοδος έχει σταματήσει.

Οι ειδικοί δίνουν διαφορετικές εξηγήσεις. Άλλοι κατηγορούν τις εξαιρέσεις που δίνονται στα κράτη-μέλη. Άλλοι τους ίδιους τους αγρότες που παραβιάζουν τους κανόνες και την ανεπαρκή επιβολή τους. Άλλοι υποστηρίζουν πως οι κανόνες δεν είναι επαρκώς αυστηροί.

Η Caroline Whalley του EEA λέει ότι η ρύπανση από τη γεωργία είναι από τη φύση της δύσκολο να ελεγχθεί:

«Όταν έχεις έναν σωλήνα που βγάζει ρύπους από ένα εργοστάσιο, μπορείς να πεις “κάντε κάτι”. Όμως με τα νιτρικά και τα φυτοφάρμακα που ψεκάζονται σε εδάφη, είναι δύσκολο να εντοπίσεις υπεύθυνο. Όλοι τα χρησιμοποιούν.»

Η Sara Johansson, ειδική σε θέματα νερού από το European Environmental Bureau, λέει ότι βασικά προβλήματα είναι η κακή εφαρμογή και οι πολιτικές εξαιρέσεις — ή «παρεκκλίσεις» στη γλώσσα των Βρυξελλών — που χορηγούνται σε χώρες όπως η Δανία, η Ολλανδία και η Ιρλανδία.

Η Δανία έχει δηλώσει ότι δεν θα επιδιώξει άλλες παρεκκλίσεις. Η Ιρλανδία και η Ολλανδία όμως «κρατούν σφιχτά τις παρεκκλίσεις τους και προσπαθούν να βρουν τρόπους να παρακάμψουν τους κανόνες ώστε να διατηρήσουν τα υπερβολικά υψηλά κοπάδια τους». Η Ολλανδία, σημείο υψηλής ρύπανσης από νιτρικά, ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι θα καθυστερήσει τους στόχους της για το άζωτο κατά πέντε χρόνια — παραβιάζοντας το ενωσιακό δίκαιο.

Η μάχη για τις παρεκκλίσεις

Ωστόσο, η εποχή των παρεκκλίσεων ίσως πλησιάζει στο τέλος της.

Κάθε τέσσερα χρόνια, οι χώρες που θέλουν παρέκκλιση πρέπει να την αιτιολογήσουν στην Επιτροπή Νιτρικών της ΕΕ. Από την αρχή της οδηγίας, η Ιρλανδία έπαιρνε πάντα αυτό που ήθελε — άδεια για εφαρμογή 250 κιλών νιτρικών ανά εκτάριο, αντί του στάνταρ ορίου των 170.

Αλλά στον τελευταίο κύκλο, η Επιτροπή επέβαλε μείωση στα 220 κιλά — κατά τη διάρκεια της «πράσινης» θητείας της Κομισιόν, όταν η περιβαλλοντική ατζέντα ήταν ψηλά.

Η επόμενη ακρόαση της Ιρλανδίας επίκειται τους επόμενους μήνες, και ο Edward Burgess, ειδικός στα γεωργικά υδρογραφήματα στην υπηρεσία Teagasc, δεν ξέρει πού θα κάτσει η μπίλια. Από τη μία, υπάρχει η τάση περιορισμού των παρεκκλίσεων. Από την άλλη, η νέα Κομισιόν δείχνει να βάζει πλέον τους αγρότες πάνω από το περιβάλλον.

Ο Burgess υποστηρίζει πως η κατάργηση των παρεκκλίσεων μπορεί τελικά να φέρει χειρότερα αποτελέσματα:

«Το όριο των 250 κιλών δεν προέκυψε τυχαία για να προκαλέσει ρύπανση. Βασίστηκε σε έρευνες που έδειξαν ότι όσοι το τηρούν σωστά δεν βλάπτουν την ποιότητα του νερού.» Οι αγρότες με παρέκκλιση ελέγχονται αυστηρότερα, κάτι που οδηγεί σε βελτίωση των πρακτικών τους. Αν τους την αφαιρέσεις, αυτό το πλαίσιο επιτήρησης ενδέχεται να χαθεί.

«Δεν είναι τόσο απλό όσο το “αν αφαιρέσουμε την παρέκκλιση, όλα θα φτιάξουν”. Μάλλον το αντίθετο θα συμβεί», τονίζει.

Το πρόβλημα, όπως λέει, δεν είναι απλώς ποσοτικό. Εξαρτάται από το έδαφος, τη γεωγραφία, τη γεωλογία. Μια πραγματικά αποτελεσματική πολιτική θα έπρεπε να τα λαμβάνει όλα αυτά υπόψη — αλλά αυτό θα απαιτούσε τεράστιους πόρους για εκπαίδευση και ελέγχους.

Αγρότες εναντίον περιβάλλοντος

Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι, το γεγονός παραμένει: η ρύπανση των υδάτων από νιτρικά στην Ευρώπη δεν μειώνεται, και οι Βρυξέλλες δείχνουν μικρή διάθεση να το αντιμετωπίσουν.

Ένα προσχέδιο της επερχόμενης Στρατηγικής Ανθεκτικότητας Υδάτων της Επιτροπής, που εξασφάλισε το POLITICO, δεν περιλαμβάνει ούτε μία αναφορά στα νιτρικά. Η γενική αναφορά στη ρύπανση από θρεπτικά εμφανίζεται μόνο τρεις φορές στο 34σέλιδο έγγραφο.

Ξεχωριστά, η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Επιτροπής λαμβάνει σχόλια από τη βιομηχανία για την αποτελεσματικότητα της Οδηγίας για τα Νιτρικά, με σκοπό την έκδοση σχετικής έκθεσης μέχρι το τέλος του έτους. Ωστόσο, δεν δεσμεύεται για πιθανή μεταρρύθμιση των κανόνων.

«Τα σχόλια από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, περιλαμβανομένων των αγροτών, δείχνουν ότι [η οδηγία] παραμένει σημαντική και επίκαιρη για τη βελτίωση της ποιότητας του νερού μέσω μείωσης της ρύπανσης από γεωργικές πηγές», δήλωσε αξιωματούχος της ΕΕ στο POLITICO, προσθέτοντας πως η αξιολόγηση εξετάζει και την «απλοποίηση και τη μείωση διοικητικού φόρτου».

Η λέξη «απλοποίηση» έχει γίνει το μότο της τρέχουσας Επιτροπής, ως μέρος της προσπάθειας μείωσης της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις. Όμως είναι λέξη που ανησυχεί τον Μίκαλ Βιέζικ, ευρωβουλευτή της φιλελεύθερης Renew Europe και επικεφαλής του φακέλου για την πρόσφατη κοινοβουλευτική έκθεση για την ανθεκτικότητα των υδάτων.

«Το λένε απλοποίηση, εγώ το λέω απορρύθμιση», είπε.

Ο Βιέζικ δηλώνει πως η Ευρώπη έχει ανάγκη από μια ισχυρή στρατηγική για τα νερά. «Αλλά δεν νομίζω ότι θα είναι αρκετά ισχυρή στο τέλος. Η πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο θέλει να την “κατεβάσει” σε κάτι που δεν απαιτεί πολλές θυσίες από τους αγρότες. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα: κάθε φορά που η νομοθεσία αφορά τη γεωργία, η στάση είναι “να προστατεύσουμε τον αγρότη”.»

Ο ίδιος λέει ότι το ισχυρό λόμπι των Ευρωπαίων αγροτών, που εκπροσωπείται από την Copa Cogeca, έχει εντυπωσιακή επιρροή στους νομοθέτες — κάτι που τον ξαφνιάζει.

Το POLITICO επικοινώνησε επανειλημμένα με την Copa Cogeca για συνέντευξη, αλλά δεν έλαβε απάντηση.

Το κοινό ευρωπαϊκό αγροτικό φάντασμα

Καθώς οι πολιτικές ισορροπίες στις Βρυξέλλες αλλάζουν, οι τεράστιες νεκρές ζώνες στη Βαλτική παραμένουν ένα ορατό σύμβολο της οικολογικής καταστροφής που προκαλεί η υπερβολική χρήση λιπασμάτων.

Πάνω απ’ όλα, λέει η Fox του WWF, αιωρείται η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) — η τεράστια χρηματοδότηση της γεωργίας που καταλαμβάνει σχεδόν το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ. Αυτή, λέει, συχνά έρχεται σε αντίθεση με τους περιβαλλοντικούς στόχους — άποψη που συμμερίζεται και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.

«Η ΚΑΠ προωθεί τη μεγάλη, εντατική γεωργία», λέει η Fox, οδηγώντας σε «πιο εντατική χρήση λιπασμάτων». Η Οδηγία για τα Νιτρικά δεν επαρκεί για να ελέγξει αυτόν τον γίγαντα — εκεί είναι που απαιτείται η πραγματική μεταρρύθμιση.

Όμως η θεμελιώδης αλλαγή στην ΚΑΠ θα σήμαινε σύγκρουση με τους αγρότες — κάτι για το οποίο η Κομισιόν δείχνει μικρή όρεξη, όπως δείχνουν και τα πρόσφατα γεγονότα.

 

 

Πηγή: Politico