ΑρχικήΕκλογική ΣκακιέραΠούτιν, ψηφοφόροι και Ουκρανία. Κοιτώντας εκλογικά έναν πόλεμο

Πούτιν, ψηφοφόροι και Ουκρανία. Κοιτώντας εκλογικά έναν πόλεμο

Ένα μεγάλο λάθος που συνήθως κάνουν αρκετοί δυτικής προελεύσεως αναλυτές είναι το ότι προσπαθούν να εξηγήσουν τα πάντα μέσα από το πρίσμα το οποίο αυτοί βλέπουν τον κόσμο. Αυτό τους οδηγεί στο να υπερεκτιμούν κάποιους παράγοντες, να υποτιμούν άλλους και έτσι να καταλήγουν σε λανθασμένα συμπεράσματα. Η Ρωσία και ο Πούτιν δεν μπορούν να αναλυθούν με βάση τη λογική ενός φιλελεύθερου αστού δημοκράτη. Έχουν το δικό τους τρόπο σκέψης, τη δική τους λογική, τα δικά τους χαρακτηριστικά. Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με δύο από αυτά που θεωρώ πως εξηγούν σε ένα βαθμό την αντιμετώπισή τους απέναντι στον Πούτιν αλλά και στον πόλεμο στην Ουκρανία.

Οι Ρώσοι είναι ένας λαός που σύμφωνα με τον Hofstede χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλά επίπεδα απόστασης ισχύος. Ο δείκτης αυτός έχει να κάνει με το βαθμό αποδοχής σχέσεων εξουσίας μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας. Η Ρωσική κοινωνία λοιπόν αποδέχεται τις ανισότητες. Σε πολιτικό επίπεδο δέχεται πως οι κάτοχοι εξουσίας έχουν περισσότερα οφέλη από τους λιγότερο ευνοημένους πολίτες. Η συμπεριφορά λοιπόν του καθενός πρέπει να αντικατοπτρίζει το ρόλο του. Ο δείκτης αυτός είναι ένας παράγοντας που εξηγεί το γεγονός της αρχής του ενός που λαμβάνει την πλήρη ευθύνη. Επίσης εξηγεί την ανοχή της μεγαλύτερης μερίδας του εκλογικού σώματος σε μη δημοκρατικές πρακτικές των αρχόντων της χώρας, όπως για παράδειγμα την απόρριψη υποψηφίων (στην οποία έχει επιδοθεί ο Ρώσος Πρόεδρος). Ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τους Ρώσους είναι τα υψηλά αποτελέσματα στο δείκτη της αποφυγής αβεβαιότητας (ορίζει τον βαθμό ανοχής μιας κοινωνίας απέναντι στην «αβεβαιότητα και την ασάφεια» και άρα το βαθμό αποδοχής/φόβου απέναντι σε κάθετι «καινούριο» είτε αυτό είναι για παράδειγμα προϊόν, είτε ιδέα). Κάθε λαός με υψηλή αποφυγή αβεβαιότητας προσπαθεί να ελέγξει τον φόβο του για το μέλλον. Έτσι μένουν προσκολλημένοι σε παραδόσεις που τους κάνουν να αισθάνονται ασφαλείς. Σε πολιτικό επίπεδο οδηγούμαστε σε πιστούς ψηφοφόρους που ψηφίζουν «αυτόν που ξέρουν» φοβούμενοι να δοκιμάσουν κάτι καινούριο. Ο συνδυασμός των δύο παραπάνω χαρακτηριστικών είναι που κάνει τους Ρώσους ένα εκλογικό κοινό ευάλωτο σε χειριστικές συμπεριφορές της εξουσίας. Δείχνουν μεγάλη ανοχή, υπακοή στην ανώτερη αρχή ακόμα και όταν δε συμφωνούν. Επίσης ακόμα και όταν σκέφτονται την αλλαγή φοβούνται να κάνουν το βήμα.  Έτσι καταλήγουμε σε εκλογές με έλεγχο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και άρα προνομιακή μεταχείριση του Πούτιν και  πολυάριθμες καταχρήσεις εξουσίας. Σε ένα δηλαδή απολυταρχικό σύστημα με όλες τις εξουσίες συγκεντρωμένες στα χέρια ενός ανθρώπου, του Πούτιν.

Αυτό είναι δύο χαρακτηριστικά που μαζί με άλλα διαμορφώνουν το Ρωσικό πλαίσιο. Μέσα σε αυτό η Δύση βλέπεται παραδοσιακά με δυσπιστία ως ένας εν δυνάμει επιτιθέμενος, όπως και ήταν από το Ναπολέοντα μέχρι τον ψυχρό πόλεμο. Και παρόλο που η τάση στις τελευτές έρευνες ήταν η Δύση να αρχίσει να βλέπεται με πιο θετική ματιά (Levada Centre), είναι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ που το 85% των Ρώσων θεωρεί πως «ανακατεύονται» στα εσωτερικά χωρών. Θεωρούν δηλαδή πως απειλούνται και αυτό, και εξαιτίας υψηλών επιπέδων αποφυγής αβεβαιότητας, τους κάνει να αισθάνονται άβολα. Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη πως το 60% των Ρώσων ψηφοφόρων θεωρούν πως η εισβολή στη Ρωσία έγινε για να προστατευτούν τα σύνορα της χώρας (FOM). Ούτε πως το 50% θεωρεί υπεύθυνο και επιτιθέμενο το ΝΑΤΟ και 16% την Ουκρανία, με μόλις ένα 4% να θεωρεί πως για την κατάσταση την ευθύνη έχει η Ρωσία (Levada Centre). Μια μεγάλη πλειοψηφία βλέπει δηλαδή την εισβολή στην Ουκρανία ως μία στρατηγική άμυνας «προληπτική επίθεση», όπου δηλαδή επιτίθεσαι πρώτος πριν σου επιτεθούν ώστε να αλλάξεις τα δεδομένα υπέρ σου. Η αναφορά ειδικά σε πιθανές βάσεις του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία ενισχύει το φόβο τους και άρα την πεποίθησή τους πως η εισβολή είναι μια σωστή κίνηση. Σε αυτό βοηθούν και η χειραγώγηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης (πολλοί πομποί – ένα μήνυμα) αλλά και τα βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο αρχηγός του δευτέρου μεγαλύτερου κόμματος στη Δούμα (Κομμουνιστικό – 19%) Ζιουγκάνοφ είχε καλέσει πριν την εισβολή σε αναγνώριση των δύο «λαϊκών δημοκρατιών του Ντονιέτσκ και του Λουχάνσκ». O Ζιρινοφσκι, αρχηγός του τρίτου σε σειρά κόμματος σε ποσοστά (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα – Ζιρινόφσκι 7,5%) καλούσε από το Δεκέμβριο τον Πούτιν να βομβαρδίσει την Ουκρανία, ενώ ο Μιρόνοφ (Δίκαιη Ρωσία – 7,5%) καλούσε τους Δυτικούς να σεβαστούν το δικαίωμα της Ρωσίας να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της.

Γιατί τα αναφέρω αυτά; Διότι εκτός από το ότι ο Πούτιν πρέπει να δείχνει πως κατέχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας ώστε να δείχνει πως «κατέχει» τη θέση του, πρέπει να προβαίνει και σε σχετικές κινήσεις εξαιτίας της αντιπολίτευσης που με όσα υποστηρίζει τον κάνει να φαίνεται μετριοπαθής (το 25% των ψηφοφόρων που είναι ενάντια στον πόλεμο εκπροσωπείται από μεμονωμένους βουλευτές στη Δούμα και από πολλούς πολιτικούς στη φυλακή). Ειδάλλως μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμα και ως ενδοτικός, χαρακτηριστικό που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα που θα πρέπει να έχει ο ηγέτης, ειδικά σε απολυταρχικά συστήματα. Ας μην περιμένουμε λοιπόν ο Πούτιν να αλλάξει στρατηγική, όχι μόνο για γεωπολιτικούς αλλά και για εκλογικούς λόγους, ούτε οι ψηφοφόροι να ξεσηκωθούν μαζικά (παρά σε περίπτωση πολύ μεγάλου οικονομικού στρες που θα τους κάνει να ψηφίσουν όποιον τους υποσχεθεί επιστροφή στην πρότερη κατάσταση – πράγμα δύσκολο καθώς ήδη πρόκειται για φτωχό λαό).

Αξίζει να σημειωθεί πως τα τελευταία χρόνια υπήρχε μια αυξανόμενη τάση, κυρίως των νέων ψηφοφόρων, σε μια πιο φιλική προσέγγιση της Δύσης, με σχεδόν το 80% να επιθυμεί πιο φιλικές σχέσεις (Levada Centre). Αυτό πλέον πρέπει να ξεχαστεί. Ίσως οι κυρώσεις να λειτούργησαν σε ένα βαθμό και ως δικαιολογία για τον Πούτιν να κόψει την πρόσβαση των νέων προς τη Δύση και να σταματήσει αυτήν την τάση. Αυτό διότι γνωρίζει πως για να λειτουργήσει η φιλελεύθερη αστική δημοκρατία στη Ρωσία σημαίνει πως η Ρωσία θα πάψει να λειτουργεί ως αυτοκρατορία (διότι πλέον δε θα το ζητάνε οι ψηφοφόροι). Κι αυτό δεν είναι διατεθειμένος να το κάνει καθώς έρχεται σε αντίθεση με το προφίλ που έχει χτίσει δυο δεκαετίες και πλέον τώρα αλλά και με τις γεωπολιτικές του επιδιώξεις.