Το μεγάλο κρακ της παγωμένης λίμνης

41 mins read

To Μοναδικό Ανταγωνιστικό Πλεονέκτημα (ΜΑΠ) (στα αγγλικά Unique Selling Point (USP)) είναι το χαρακτηριστικό που κάνει μια επιχείρηση να διαφέρει από τους ανταγωνιστές της. Είναι δηλαδή το όφελος που θα πάρει ο καταναλωτής εάν προτιμήσει το προϊόν της εταιρίας από ότι αυτά των υπολοίπων της αγοράς. Αυτό θα πρέπει να είναι κάτι που η εταιρία κάνει καλά (ώστε να μπορεί να το υπερασπιστεί) αλλά που ταυτόχρονα το ζητά η αγορά. Στην πολιτική το ΜΑΠ είναι η απάντηση στην ερώτηση του ψηφοφόρου «γιατί να σε ψηφίσω;». 

 

Για τη Νέα Δημοκρατία το ΜΑΠ ήταν η ικανότητα διαχείρισης των ζητημάτων της χώρας και της καθημερινότητας του πολίτη, η αποτελεσματικότητα. Σε αυτή τη βάση χτίστηκε το αφήγημα της κυβέρνησης αρίστων και του επιτελικού κράτους. Είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο η ΝΔ ψηφίστηκε από αρκετές ομάδες ψηφοφόρων στις εκλογές του 2019. Έδωσε στους ψηφοφόρους κάτι που ζητούσαν (σταθερότητα μέσω της ικανότητας διαχείρισης των πραγμάτων) και δεν έβρισκαν κάπου αλλού. Οι διαφορές μεταξύ Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα στο ερώτημα της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης διαφόρων ζητημάτων ήταν μεγάλες. Με την αντιμετώπισης της κρίσης της πανδημίας (πρώτο κύμα), της αντιμετώπισης της τουρκικής προσπάθειας δημιουργίας θερμού επεισοδίου στον Έβρο, με το ψηφιακό κράτος, η κυβέρνηση υπερασπίστηκε το ΜΑΠ της, το δυνάμωσε.Όταν ήρθε το σκάνδαλο των υποκλοπών, παρά την πίεση της αντιπολίτευσης, η ΝΔ δεν κουνήθηκε στις δημοσκοπήσεις. Αυτό διότι δεν είχε εκλεγεί με σημαία τη διαφάνεια, αλλά την ικανότητα. Και στην βάση της ικανότητας αυτής είχε δημιουργήσει σχέσεις εμπιστοσύνης με κάποια κοινά που την κρατούσαν ψηλά δημοσκοπικά. Τόσο που είχε φτάσει να φλερτάρει με την αυτοδυναμία σε ενδεχόμενο δεύτερων εκλογών λίγες εβδομάδες πριν οι ψηφοφόροι βρεθούν στις κάλπες (εάν πάρουμε ως δεδομένο πως η ημέρα των εκλογών θα ήταν η 9η Απριλίου). Μέχρι που ήρθε η τραγωδία των Τεμπών. 

 

Η τραγωδία αυτή άλλαξε τα πάντα μέσα στην εκλογική αγορά (εάν είναι σε μεγάλο βαθμό προσωρινές ή μόνιμες οι αλλαγές μένει να φανεί). Αυτό όχι μόνο διότι έβγαλε στην επιφάνεια (όπως έχω περιγράψει σε προηγούμενο άρθρο) όλες τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος αλλά κυρίως για ένα συνδυασμό δύο παραγόντων. Πρώτον, έγινε σε μια διαδρομή που θα μπορούσε να είχε κάνει ο καθένας από τους πολίτες. Άρα υπάρχει μεγάλη ψυχολογική ταύτιση των ψηφοφόρων με τα θύματα και τις οικογένειές τους. Δεύτερον, έγινε με τρόπο αδιανόητο (δύο τρένα συγκρούστηκαν μεταξύ τους σε μια γραμμή). Το δεύτερο στοιχείο, σε συνδυασμό με πρόσφατες δηλώσεις περί ασφάλειας των τρένων από την κυβέρνηση, δίνει ένα σημαντικό χτύπημα στο ΜΑΠ της. Η ψυχολογική ταύτιση κάνει τις συνέπειες του χτυπήματος να κρατάνε στο χρόνο (μετράμε ήδη δυο εβδομάδες και βρισκόμαστε στο ίδιο πλαίσιο). Η ένταση του πλήγματος δημιουργεί αμφιβολίες σε πολίτες για την ικανότητα της κυβέρνησης να υπερασπιστεί το ΜΑΠ της. Κλονίζεται με άλλα λόγια η εμπιστοσύνη και δημιουργείται το ερώτημα εάν η κυβέρνηση όντως διαχειρίζεται σωστά τα θέματα της χώρας και η τραγωδία των Τεμπών ήταν ένα μεμονομένο περιστατικό ή διαχειρίζεται τα πάντα όπως το συγκεκριμένο ζήτημα. Φαίνεται, προς το παρόν τουλάχιστον, πως η κυβέρνηση χάνει τη μάχη σε αυτό το ερώτημα. 

 

Με το ΜΑΠ υπό αμφισβήτηση πλέον είναι σαν να έχει χαθεί το όπλο με το οποίο η ΝΔ εισέβαλε σε νέες αγορές στόχους (κυρίως σε αυτές του κέντρου) αλλά και κράτησε σε μεγάλο βαθμό τη συντηρητική βάσης της όταν αυτή δήλωνε τη δυσαρέσκειά της για τη θέση της κυβέρνησης σε σειρά ζητημάτων. Το επιχείρημα «θέλεις να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ;», υπονοώντας εκτός από συγκεκριμένες θέσεις σε εθνικά θέματα και την ικανότητα διαχείρισης των ζητημάτων του κράτους από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λειτουργούσε αποτρεπτικά σε όποια σκέψη να ψηφίσουν κάποιο άλλο κόμμα που είναι πιο κοντά τους ιδεολογικά από τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το ΜΑΠ δηλαδή είχε κάνει τον πρωθυπουργό να μοιάζει για σημαντική μερίδα ψηφοφόρων ως η μοναδική κυβερνητική εναλλακτική (TINA εκ του There Is No Alternative). Πλέον αυτό έχει δεχθεί πλήγμα (μαζί και το αφήγημα περί ασφάλειας) και έχουν δημιουργηθεί ρωγμές στο λόγο για τον οποίο η Νέα Δημοκρατία ζητά από τους ψηφοφόρους την ψήφο τους. 

 

Το μέγεθος των ρωγμών αυτών (επαναλαμβάνω πως ο βαθμός στο οποίο είναι μόνιμες ή προσωρινές θα φανεί το επόμενο χρονικό διάστημα) φαίνονται στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Στην ερώτηση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση διαφόρων ζητημάτων ο πρωθυπουργός δεν προηγείται πια πολλών μονάδων του Αλέξη Τσίπρα. Μάλιστα σε κάποια εκ των ζητημάτων (όπως ακρίβεια, διαφάνεια και δημόσια υγεία) ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται καταλληλότερος για την αντιμετώπισή τους (στο ζήτημα που ο πρωθυπουργός κρατάει πολύ μεγάλη διαφορά από τον αντίπαλό του είναι τα ελληνοτουρκικά). Αυτό δε συμβαίνει επειδή ο Αλέξης Τσίπρας ανεβαίνει, αλλά κυρίως επειδή πέφτει, λόγω κλονισμού της εμπιστοσύνης των πολιτών προς αυτόν, ο πρωθυπουργός. Η κρίση στην οποία έχει μπει ο ίδιος προσωπικά είναι μεγάλη. Και όσο μένει σε αυτό το πλαίσιο θεωρώ πως η κρίση θα βαθαίνει αντί να μειώνεται. 

 

Σε τέτοιες περιόδους κρίσεων ένας πολιτικός βρίσκει στήριγμα στην «οικογένεια» του κόμματος, τη βάση του ώστε να σταθεροποιηθεί, να πάρει δύναμη και να βγει, όταν είναι έτοιμος, στην αντεπίθεση. Αυτό προϋποθέτει να πατά στέρεα σε αυτήν. Ο πρωθυπουργός όμως αποφάσισε από την αρχή της θητείας του να αναζητήσει νέα κοινά. Προσπάθησε να διεισδύσει στο λεγόμενο κέντρο (ορθώς αφού δεν υπήρχε αντίπαλος) αλλά και σε άλλες μικρές αγορές (κακώς καθώς και το αποτέλεσμα ήταν αμφίβολο και μερικές από τις επιθυμίες των ομάδων αυτών ερχόταν σε αντίθεση με τις επιθυμίες της βάσης). Το μεγάλο ρίσκο της εγκατάλειψης της βάσης θεωρώντας την δεδομένη το επισημαίνω τρία χρόνια τώρα. Είναι κίνηση ενάντια στη λογική του στρατηγικού μάρκετινγκ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αδικαιολόγητη κίνηση με υψηλό παρονομαστή στο κλάσμα όφελος/ρίσκο. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε ένα σημείο όπου θα πρέπει να επαναπροσεγγίσει την πληγωμένη και θυμωμένη βάση της. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος εάν και πότε θα το επιχειρήσει. Το ερώτημα βέβαια είναι το κατά πόσο, όταν αποφασίσει να το κάνει, θα τη βρει εκεί που την άφησε. 

 

Facebook Comments

Τελευταία Νέα