Ο πονοκέφαλος που ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι με την οριστικοποίηση του deal μεταξύ United και των πρώην μετόχων της Wind, συνεχίζεται έναν χρόνο μετά για τη Vodafone, χωρίς η εταιρεία να μπορεί να βρει γιατρικό. Όσοι υποστήριζαν ότι ελλείψει επενδύσεων και στρατηγικής, η εταιρεία θα βρεθεί συν τω χρόνο τρίτη και καταϊδρωμένη στην εγχώρια αγορά χαμογελούν καθώς βλέπουν τις προβλέψεις τους να επιβεβαιώνονται.
Το κρίσιμο σημείο ωστόσο δεν είναι το ποια θέση στο βάθρο θα κατέχει τα επόμενα χρόνια η θυγατρική του βρετανικού κολοσσού αλλά το αν θα ελέγχει τις δραστηριότητες της ελληνικής εταιρείας.
Το κρίσιμο σημείο στην ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της εταιρείας, αφορούσε προφανώς το μέσο έσοδο ανά πελάτη. Όπως και σε ολόκληρο τον κλάδο, το έσοδο ήταν μειωμένο κατά την τελευταία χρήση. Οι δύο ανταγωνιστές της Vodafone ωστόσο, αναζητούν αντίδοτο με την πώληση άλλων υπηρεσιών και κυρίως της της τηλεόρασης και της μετατροπής των συνδέσεων internet σε πιο γρήγορες συνδέσεις internet.
Το πρόβλημα λοιπόν για τη Vodafone είναι ότι και στους δύο αυτούς τομείς, υστερεί του ανταγωνισμού. Η Cosmote αποτελεί τον πλέον εδραιωμένο παίκτη στην αγορά τηλεοπτικών υπηρεσιών ενώ η Wind με την προσθήκη της Nova (EON), κατοχυρώνει τη δεύτερη θέση. Σε ότι αφορά στις σταθερές συνδέσεις internet, ο όμιλος της United (WInd-Nova) βρίσκεται ξεκάθαρα στη δεύτερη θέση από πλευράς αριθμού συνδέσεων και άρα έχει μια μεγαλύτερη δεξαμενή πελατών για να τους μετατρέψει τις συνδέσεις.
Το πώς βρέθηκε σε αυτή τη “δεινή” θέση η Vodafone, αποτελεί ένα μίγμα διαφόρων παραγόντων. Συγκυριακών και μη. Η εταιρεία παρά τα δεκάδες εκατομμύρια που δαπάνησε μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών, δεν μπόρεσε ποτέ να ανακτήσει την πρότερη αίγλη της στην ελληνική αγορά. Οι διοικήσεις -κατά κανόνα- στερούνταν οράματος και βασίζονταν περισσότερο στο όνομα της βρετανικής εταιρείας παρά στη σκληρή και συστηματική δουλειά. Η ίδια η μητρική αδιαφορούσε για το μέγεθος της Ελληνικής αγοράς όπως και για τα λάθη των διοικήσεων. Το αποτέλεσμα είναι μια εταιρεία που τρέχει στον “αυτόματο” χωρίς εντυπωσιακές επιδόσεις. Τουναντίον θα έλεγε κανείς.
Τους τελευταίους μήνες, η εταιρεία δίνει την εντύπωση ότι έχει αφεθεί στη μοίρα της και μοιάζει σαν οι “ιδιοκτήτες” να περιμένουν κάτι. Αυτό το κάτι δεν μπορεί να είναι άλλο από την πώληση σε νέους ιδιοκτήτες. Κάτι που ακούγεται πολύ στην αγορά αλλά μέχρι στιγμής κανείς δεν μπορεί αν επιβεβαιώσει. Ωστόσο, το γεγονός ότι από τα κεντρικά της Βρετανίας δεν αποφασίζουν να αλλάξουν τη διοίκηση, παρά τις χαμηλές επιδόσεις, ίσως δείχνει προς αυτή την κατεύθυνση. Αν μέχρι τώρα δεν υπήρχε βιασύνη για κάτι τέτοιο, η κατάσταση έχει αλλάξει καθώς τα απογοητευτικά αποτελέσματα (η εταιρεία τρέχει με χαμηλές επιδόσεις ακόμη και σε επίπεδο τζίρου) μπορεί να σημαίνουν ότι αν πουληθεί αργότερα, η αξία της θα έχει απομειωθεί περαιτέρω.