ΑρχικήΘυμάσαι τότε που…15/1/1919: Δολοφονείται «Η κόκκινη Ρόζα»- Η ιστορία της Ρόζα Λούξεμπουργκ

15/1/1919: Δολοφονείται «Η κόκκινη Ρόζα»- Η ιστορία της Ρόζα Λούξεμπουργκ

Στις 15 Ιανουαρίου 1919, δολοφονείται από παρακρατικές ακροδεξιές ομάδες η Γερμανίδα επαναστάτρια, Ρόζα Λούξεμπουργκ.

«Η κόκκινη Ρόζα» γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου 1871 στο Ζάμοστς της Ρωσίας (σημερινή Πολωνία). Ήταν το νεότερο από τα πέντε παιδιά μιας μεσοαστικής εβραϊκής οικογένειας.

Σπούδασε ταυτόχρονα φιλοσοφία, ιστορία, πολιτική, οικονομικά και μαθηματικά στη Ζυρίχη. Κατά την διάρκεια των σπουδών της ήρθε σε επαφή με το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα και γνώρισε σημαντικούς εκπροσώπους της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, όπως Γκεόργκι Πλεχάνοφ και ο Πάβελ Άξελροντ.

Το 1893, μαζί με τους Λέο Γιόγκιχες και Γιούλιαν Μαρχλέφσκι, ίδρυσε την εφημερίδα Sprawa Robotnicza (Εργατική Υπόθεση), σε αντιπολίτευση των εθνικιστικών πολιτικών του Πολωνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Η Λούξεμπουργκ πίστευε πως η ανεξαρτητοποίηση της Πολωνίας θα μπορούσε να έρθει μόνο μέσα από επαναστάσεις  στην Γερμανία, την Αυστρία και την Ρωσία.

Μαζί με τον Λέο Γιόγκιχες, συνίδρυσε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του Βασιλείου της Πολωνίας (SDKP), που αργότερα έγινε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του Βασιλείου της Πολωνίας και της Λιθουανίας (SDKPiL).

Παρόλο που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής της στη Γερμανία, η Λούξεμπουργκ παρέμεινε η βασική θεωρητικός των Πολωνών Σοσιαλδημοκρατών, και οδήγησε το κόμμα σε συνεργασία με τον Γιόγκιχες, τον βασικό του οργανωτή.

Το 1898, απέκτησε γερμανικά πολιτικά δικαιώματα μέσω του γάμου της με τον Γκούσταφ Λίμπεκ, και μετακόμισε στο Βερολίνο, όπου δραστηριοποιήθηκε στο αριστερό ρεύμα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD).

Η Ρωσική Επανάσταση του 1905, διέψευσε κάποια από τα πιστεύω της Λούξεμπουργκ. Μέχρι τότε θεωρούσε ότι η Γερμανία ήταν η χώρα στην οποία ήταν περισσότερο πιθανό να γεννηθεί η παγκόσμια επανάσταση. Τώρα πλέον πίστευε ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει στη Ρωσία. Πήγε στη Βαρσοβία, συμμετείχε στον αγώνα, συνελήφθη και φυλακίστηκε. 

Από την εμπειρία αυτή γεννήθηκε η θεωρία της για την επαναστατική μαζική δράση, που εξέθεσε στο κείμενό της «Μαζική απεργία, κόμμα και συνδικάτα». Η Λούξεμπουργκ πίστευε τώρα ότι η μαζική απεργία θα μπορούσε να ριζοσπαστικοποιήσει τους εργάτες και να αποτελέσει το σημαντικότερο μέσο τού προλεταριάτου για την επίτευξη της σοσιαλιστικής νίκης. Σε αντίθεση με τον Λένιν, υποτιμούσε την ανάγκη συμπαγούς κομματικής δομής, πιστεύοντας ότι η οργάνωση θα μπορούσε να προκύψει κατά φυσικό τρόπο από τον αγώνα. Για τον λόγο αυτό, κατ’ επανάληψη επικρίθηκε έντονα από τα ορθόδοξα κομμουνιστικά κόμματα.

Μετά την απόλυσή της από τη φυλακή της Βαρσοβίας, δίδαξε στη σχολή του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο Βερολίνο (1907-1914), όπου έγραψε το βιβλίο «Η συσσώρευση τού κεφαλαίου». Στην ανάλυση αυτή περιγράφει τον ιμπεριαλισμό και το αποτέλεσμα δυναμικής επέκτασης του καπιταλισμού στις υπανάπτυκτες περιοχές του κόσμου. Την περίοδο αυτή διέκοψε εντελώς τη σχέση της με την επίσημη κομματική ηγεσία των Άουγκουστ Μπέμπελ και Καρλ Κάουτσκι, οι οποίοι διαφωνούσαν με την αδιάκοπες εκκλήσεις της για την ριζοσπαστικοποίηση των μαζών.

Στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, παρέμεινε σταθερή στην πεποίθησή της ότι οι απλοί Γερμανοί πολίτες δεν πρέπει να εγγραφούν για να πολεμήσουν σ´ έναν πόλεμο που έχει σχεδιαστεί για να ωφελήσει– σύμφωνα με τις απόψεις της- τις ελίτ στη Γερμανία και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη.

Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, όμως, υποστήριξε τη γερμανική κυβέρνηση, απόφαση με την οποία διαφώνησε η Λούξεμπουργκ, περνώντας αμέσως στην αντιπολίτευση. Συμμάχησε με τον Καρλ Λίμπκνεχτ και άλλα ριζοσπαστικά στοιχεία της αριστερής πτέρυγας και σχημάτισαν την Ένωση Σπάρτακος, που είχε ως αποκλειστικό στόχο να θέσει με επανάσταση τέλος στον πόλεμο και να εγκαθιδρύσει προλεταριακή κυβέρνηση. Τα μέλη της ήταν γνωστοί και ως «Σπαρτακιστές».

Το 1915 συνελήφθη (η ανοιχτή αντίθεσή της στον πόλεμο θεωρούνταν παράνομη στη Γερμανία), και πέρασε τα επόμενα τρία χρόνια στη φυλακή. Η Λούξεμπουργκ απελευθερώθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1918 και μαζί με τον Λίμπκνεχτ που είχε επίσης απελευθερωθεί πρόσφατα, έκαναν την εφημερίδα Die rote Fahne (η Κόκκινη Σημαία). Σ’ ένα από τα πρώτα άρθρα που έγραψε, η Λούξεμπουργκ απαίτησε αμνηστία για όλους τους πολιτικούς κρατουμένους και κάλεσε στον τερματισμό της θανατικής ποινής.

Στις 15 Ιανουαρίου 1919, χτύπησε την πόρτα της η αστυνομία. Πήγε με τους αστυνομικούς στο αυτοκίνητο χωρίς διαμαρτυρία, μεταφέρθηκε στο αρχηγείο του στρατού για αναγνώριση και στη συνέχεια επέστρεψε στο αυτοκίνητο, όπου την πυροβόλησαν στο κεφάλι. Μέσα σε λίγες ώρες σκότωσαν με τον ίδιο τρόπο και τον Λίμπκνεχτ. Δύο μήνες αργότερα, ο Jogiches ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου σε ένα στρατώνα στην άκρη της πόλης.

Οι άνδρες που τους σκότωσαν, ήταν μέλη των Freikorps, μιας παράνομης παραστρατιωτικής οργάνωσης που, δεκατέσσερα χρόνια μετά, θα αποτελούσαν τον πυρήνα των φαιοχιτώνων του Χίτλερ.

Οι τελευταίες τις γνωστές λέξεις, που γράφτηκαν το απόγευμα εκείνης της ημέρας ήταν:

«Η ηγεσία απέτυχε. Ακόμα κι έτσι, η ηγεσία πρέπει να δημιουργηθεί εκ νέου, από τις μάζες και μέσα από τις μάζες. Οι μάζες είναι το αποφασιστικό στοιχείο, είναι ο βράχος πάνω στον οποίο θα κτιστεί η τελική νίκη της επανάστασης. Οι μάζες ήταν στα ύψη() ανέπτυξαν την “ήττα” αυτή σε μία από τις ιστορικές ήττες που είναι η τιμή και η δύναμη του διεθνούς σοσιαλισμού. Και γι’ αυτό η μελλοντική νίκη θα ανθίσει από αυτή την “ήττα”».

Με πληροφορίες από: sansimera.gr, lifo.gr