Σκληρή -αναδρομική- κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ και από τον Στέλιο Κούλογλου

46 mins read

Με άρθρο του στο tvxs ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου αναλύει τις αιτίες της εκλογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ και αναδεικνύει τη δυσκολία της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καταλάβει τη συμβαίνει στη μεσαία τάξη με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα δυναμικό αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Προφανώς το άρθρο του δεν θα αρέσει στην Κουμουνδούρου.
Αναλυτικά το άρθρο του Στέλιου Κούλογλου στο tvxs
«Τον Οκτώβριο του 2017, δύο χρόνια πριν τη συνταγματική ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών, το Tvxs δημοσίευσε μια δημοσκόπηση της Palmos Analysis, που αποτελούσε μια ηχηρή προειδοποίηση για την επερχόμενη ήττα. Αν αυτή και παρόμοιες έρευνες είχαν ληφθεί σοβαρά υπόψιν, οι πολιτικές εξελίξεις θα μπορούσαν να είναι διαφορετικές και σε ποιο βαθμό;
Το σχέδιο των προγραμματικών θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ που μόλις κυκλοφόρησε, δεν αναφέρεται-και δικαιολογημένα- στις αιτίες της εκλογικής ήττας. Η συζήτηση όμως για αυτές είναι αναγκαία, όταν μάλιστα διαδεδομένες απόψεις μέσα στο συριζαϊκό στρατόπεδο αποδίδουν μονομερώς την ήττα σε παράγοντες όπως η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης ή, από την άλλη πλευρά, η εγκατάλειψη των αριστερών προτεραιοτήτων κ.λπ.
Ο παρακάτω πίνακας από τα ποιοτικά στοιχεία εκείνης της έρευνας- που είναι και τα πιο σημαντικά, ιδίως όταν οι κάλπες είναι μακριά- δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχανε κατά κράτος από τη ΝΔ σε όλους τους τομείς. Υπολειπόταν ακόμη και σε τομείς (Υγεία, Παιδεία, Κοινωνική Πρόνοια, Εισόδημα Νοικοκυριών ή και καταπολέμηση της διαφθοράς/διαπλοκής) που θεωρούνται προνομιακοί για την αριστερά και στους οποίους η τότε κυβέρνηση έπαιρνε θετικά μέτρα, όπως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους ή η κοινωνική πρόνοια. 

Αυτά τα στοιχεία σοκ, που επιβεβαιώθηκαν αργότερα σε δεκάδες έρευνες όχι μόνο της Palmos, δείχνουν ότι ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας, είχε γυρίσει από το 2017 την πλάτη του στον ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς επρόκειτο για κοινωνικά στρώματα και ψηφοφόρους στο χώρο της μεσαίας τάξης ή του κέντρου- κεντροαριστεράς, αλλά εδώ δεν πρόκειται απλώς για την -υπαρκτή- υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης. Αλλά για γενικότερη απόρριψη που έχει να κάνει με τους παρακάτω παράγοντες:
-τη διάψευση των ελπίδων το καλοκαίρι του 2015, με το δημοψήφισμα και όσα είχαν προηγηθεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι σωστή η βαρουφάκειος λύση της εξόδου από το ευρώ, ο πολύ οδυνηρός συμβιβασμός ήταν αναγκαίος. Οδηγεί όμως στο συμπέρασμα ότι οι όποιες συγκρούσεις και ρήξεις πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένες, ιδίως όταν πρόκειται για ισχυρότερους αντιπάλους. Η αντίδραση των τελευταίων υποτιμήθηκε, ενώ όχι μόνο δεν υπήρχε προετοιμασία, αλλά δηλώσεις υπεροψίας και εφησυχασμού.
Η υπόσχεση για ένα παράλληλο, με το 3ο μνημόνιο, κοινωνικό πρόγραμμα ελάχιστα υλοποιήθηκε. Ελήφθησαν κοινωνικά μέτρα (κατώτατο εισόδημα, νοικοκύρεμα ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ) που χρειάστηκε χρόνο να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν. Το συμπέρασμα είναι ότι όταν ορκίζεσαι την Τρίτη μετά τις εκλογές, πρέπει να έχεις έτοιμο πρόγραμμα για την άλλη Δευτέρα. (Ο Μητσοτάκης είχε νεοφιλελεύθερα μεν, αλλά  πιο έτοιμα νομοσχέδια)
Παρά τους ασφυκτικούς μνημονιακούς περιορισμούς,  μπορούσαν πολλά να γίνουν για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, την απαλλαγή από τη βασανιστική γραφειοκρατία κ.λπ . Σε μια πρώτη εκδήλωση μετά τις εκλογές, με την Ε. Αχτσιόγλου και τον Ε. Τσακαλώτο, παρουσίασα την ιστορία ενός φιλικά προσκείμενου, πολύ γνωστού συνθέτη, ο οποίος κοιμόταν έξω από την εφορία,  από το προηγούμενο βράδυ, για να πάρει ένα πιστοποιητικό (το βίντεο στο τέλος). Αυτά που έκανε ο Πιερρακάκης σε μια κυβέρνηση της αναχρονιστικής δεξιάς, θα έπρεπε να τα κάνει μια μοντέρνα, προοδευτική κυβέρνηση της αριστεράς.
 Το 2017, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν μετά από το Βατερλό με τις τηλεοπτικές άδειες, το οποίο είχε  απασχολήσει για μήνες την πολιτική αντιπαράθεση (τον Ιανουάριο το ΣΤΕ είχε θεωρήσει τον νόμο αντισυνταγματικό). Όλες οι έρευνες εκείνη την εποχή έδειχναν ότι η κοινή γνώμη επικροτούσε την προσπάθεια νοικοκυρέματος της ασυδοσίας. Αλλά όχι μια κατά μέτωπο, δογματική (4 μόνο άδειες κλπ) αντιπαράθεση, που συχνά συνδυαζόταν με μηχανορραφίες ή συμπεριφορές παρόμοιες με αυτές του παλιού συστήματος, καθώς και με δόσεις αλαζονείας που εκφράστηκε και σε πολλούς άλλους τομείς διακυβέρνησης, και σε κατώτερο επίπεδο.
Οι κεντρώοι  της μεσαίας τάξης, απεχθάνονται τις κομματικές κοκορομαχίες. Η πιο προοδευτική πτέρυγα θέλει κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, αλλά χωρίς μικροπολιτικές ακρότητες. Η περίπτωση της ταυτότητας φύλου, που είχε εκείνες τις μέρες απασχολήσει την κοινή γνώμη, αποτελεί case study.
Η ελληνική κοινωνία, ώριμη, τασσόταν με την αλλαγή ταυτότητας φύλου (55% υπέρ). Αλλά η πλειοψηφία ήταν αντίθετη με την επιμονή της κυβέρνησης το δικαίωμα να αποκτάται στα 15 χρόνια. Η θέση της δεν ήταν πλειοψηφική, ούτε καν σε όσους «αυτοπροσδιορίζονταν» ως αριστεροί, ενώ στο χώρο των κεντροαριστερών και κεντρώων ψηφοφόρων υπερτερούσαν συντριπτικά όσοι τάσσονται υπέρ του ορίου των 18 χρόνων. Η κυβέρνηση έριχνε γροθιές στο μαχαίρι.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ελάχιστα ασχολήθηκε με το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία από το 35-35% των ψηφοφόρων που κέρδισε στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, δεν έπεσαν από το ουρανό, αλλά ήταν βασικά ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ. Όλες οι προαναφερθείσες αδυναμίες, χώρια τα σοβαρότατα λάθη στην ΕΡΤ που λειτουργεί συμβολικά ως δημόσια εικόνα, οι παλαιοκομματικές πρακτικές στην εκπαίδευση ή στο μοίρασμα της «13ης σύνταξης» την τελευταία, προεκλογική στιγμή (ενώ θα έπρεπε να είχε ανακοινωθεί για το τέλος της χρονιάς)  συνετέλεσαν στη δημιουργία του Αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, το οποίο η Κουμουνδούρου δεν συνειδητοποίησε παρά μετά τις εκλογές. Όταν ήταν πολύ αργά.
Την τετραετία 2025-19 έπρεπε είχε γίνει μια σοβαρή δουλειά στις τάσεις της κοινής γνώμης, όχι  για να επιβάλλουν πολιτική οι δημοσκοπήσεις αλλά να δώσουν την πραγματική εικόνα. Η διακυβέρνηση έπρεπε να είναι λιγότερο ερασιτεχνική και περισσότερο επιστημονική, άρα και πιο ριζοσπαστική. Επίσης, αν είχαν καλύτερα ενημερωθεί οι πολίτες για όσα καλά έγιναν ανά υπουργείο (τα οποία συχνά δεν ήξεραν ούτε οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, πολύ περισσότερο οι πολίτες ), το εκλογικό αποτέλεσμα ίσως να ήταν διαφορετικό.  Ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε κατά κράτος στη μάχη της επικοινωνίας, πριν χάσει αυτήν των εκλογών.
Σε μία αναμέτρηση με μετακινήσεις ψηφοφόρων μεταξύ βασικά δύο κομμάτων, όταν το ένα χάνει 1% του εκλογικού σώματος στην πραγματικότητα χάνει 2 μονάδες, γιατί η διαφορά αυξάνει υπέρ του αντίπαλου κόμματος. Τον Ιούλιο του 2017 ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 4 μονάδες σε σχέση με το 2015, τις οποίες  -σχηματικά- πήρε η ΝΔ φθάνοντας το 40%.  Για ένα κόμμα που είχε εφαρμόσει μνημόνιο, το 32% ήταν πολύ καλό αποτέλεσμα.  Αν όμως είχε συγκρατήσει τις 2 από αυτές τις 4 μονάδες, μπορεί να είχε χάσει τις εκλογές, αλλά χωρίς την αυτοδυναμία Μητσοτάκη και τις καταστροφικές της συνέπειες.»

Facebook Comments

Τελευταία Νέα