ΑρχικήΕκλογική ΣκακιέραΗ λίμνη ξαναπαγώνει...

Η λίμνη ξαναπαγώνει…

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την ήττα του στις εκλογές του 2019 (στην ουσία μετά το Σεπτέμβριο του 2015) ήταν μπροστά σε σταυροδρόμι. Ο πρώτος δρόμος ήταν να συνεχίσει με την ίδια στρατηγική, απευθυνώμενος στο ίδιο κύριο κοινό. Ο δεύτερος να μετατοπίσει την τοποθέτησή του στην εκλογική αγορά και να έρθει πιο κοντά σε ένα κοινό που ήδη κρατούσε στην πλειοψηφία του (μέσω ψήφου εξουσίας – ψηφίζουν δηλαδή κυβερνητική επιλογή) και ταυτόχρονα να δώσει τη «μάχη του κέντρου» με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η δεύτερη επιλογή είχε κάποιο ρίσκο διότι το, μικρότερο σε μέγεθος αλλά βασικό, κοινό του ΣΥΡΙΖΑ αποτελείται από ψηφοφόρους που ψήφισαν το κόμμα το Μάιο του 2012 κυρίως με βάση την ιδεολογία του και όχι τις πιθανότητες να κυβερνήσει. Αυτοί οι ψηφοφόροι και είναι σε ένα βαθμό φανατικοί με τις θέσεις τους και βρίσκονται μακριά σε σημαντικά θέματα από τα υπόλοιπα κοινά που είτε ψηφίζουν ήδη ΣΥΡΙΖΑ είτε θα προσεγγίζονταν από το ΣΥΡΙΖΑ εάν αυτός επέλεγε το δεύτερο δρόμο. Εάν δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεγε τη μετατόπιση υπήρχε ο κίνδυνος, εάν όχι η βεβαιότητα, πως θα έχανε σημαντικό κομμάτι αυτών των ψηφοφόρων είτε προς ΜεΡΑ25 είτε προς άλλο κόμματα της «αριστεράς». Τελικά επέλεξε να συνεχίσει ως είχε. Έτσι, για τα επόμενα δύο χρόνια οι δημοσκοπήσεις έδειχναν μια παγωμένη εκλογική λίμνη.

Η επιλογή αυτή, όχι τόσο ως τοποθέτηση αλλά κυρίως ο τρόπος επικοινωνίας και αντιπολίτευσης, είχε δύο αποτελέσματα. Άρχισε να δημιουργεί δυσαρέσκεια στην πιο μετριοπαθή ομάδα ψηφοφόρων που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ το 2019. Δεύτερον, άφησε ελεύθερο το πεδίο στο λεγόμενο «κέντρο» για επέλαση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η λάθος στρατηγική ΠΑΣΟΚ της περιόδου σε συνδυασμό με το γεγονός πως οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι ΣΥΡΙΖΑ έδιναν κυρίως ψήφο εξουσίας (άρα δύσκολα θα ψήφιζαν το ΠΑΣΟΚ που ήταν καθηλωμένο στο 8%) μείωνε τον κίνδυνο της εκροής ψήφων από το ΣΥΡΙΖΑ προς ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη, η ίδια στρατηγική άφηνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να κινείται πιο ελεύθερος σε ομάδες ψηφοφόρων του «κέντρου». Παρά μια πρόσκαιρη άνοδο των ποσοστών της ΝΔ όμως (λόγω διαχείρησης πρώτου κύματος κόβιντ) η λίμνη παρέμενε παγωμένη. Μπορεί δηλαδή να υπήρχαν υπόγεια ρεύματα, όμως αυτά δεν φαινόταν στην επιφάνεια. Μέχρι την εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ που τάραξε τα νερά.

Η νίκη Ανδρουλάκη έδωσε ελπίδα σε δυσαρεστημένους ψηφοφόρους ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σε σοσιαλδημοκράτες που είχαν ψηφίσει τη Νέα Δημοκρατία το 2019 εντασσώμενοι στο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Η νίκη αυτή έκρουσε καμπανάκι κινδύνου και προς τα δύο μεγάλα κόμματα. Κυρίως στο ΣΥΡΙΖΑ διότι απειλούσε απευθείας μεγάλο ποσοστό του, δυσαρεστημένου, κοινού του αλλά και προς τη Νέα Δημοκρατία. Όχι μόνο για δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του «κέντρου» που είτε είχαν βρεθεί «δανεικοί» στη Νέα Δημοκρατία του 2019 είτε διεκδικούσε η ΝΔ με τη στρατηγική της (αυτοί απειλούνταν άμεσα και σε πρώτο χρόνο), αλλά και για αυτούς της «δεξιάς».

Τους συντηρητικούς ψηφοφόρους οι οποίοι ήταν δυσαρεστημένοι σε μια σειρά θεμάτων από την κυβερνητική στροφή προς άλλες ομάδες ψηφοφόρων. Μια τοποθέτηση Ανδρουλάκη στην εκλογική αγορά που δε θα τους φόβιζε (όπως κάνει αυτή του Τσίπρα) ως κυβερνητική εναλλακτική θα τους έδινε τη δυνατότητα να δώσουν ψήφο ιδεολογίας σε μικρότερα συντηρητικά κόμματα (να ψηφίσουν δηλαδή κάποιο κόμμα που τους εκφράζει περισσότερο). Αυτό θα έθετε τη ΝΔ προς ένα δίλημμα. Θα συνέχιζε τη μάχη σε ομάδες ψηφοφόρων του «κέντρου» ή θα έκανε στροφή προς υπεράσπιση της συντηρητικής βάσης της; Το δίλημμα δεν τέθηκε διότι απλά το ΠΑΣΟΚ δεν ακολούθησε τη στρατηγική που θα δημιουργούσε τις συνθήκες για να γίνει. Η, κατά την άποψή μου, λανθασμένη στρατηγική που επέλεξε ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, μαζί με την ακλόνητη στάση του ΣΥΡΙΖΑ από την τοποθέτησή του οδηγεί την εκλογική αγορά κοντά στα προ εκλογής Ανδρουλάκη δεδομένα. Και πλέον τα βλέπουμε να επαναλαμβάνονται σε δημοσκοπήσεις. Η λίμνη δηλαδή ξαναπαγώνει.

Αυτό δε σημαίνει πως τα υπόγεια ρεύματα παύουν να υπάρχουν. Δυσαρεστημένοι συντηρητικοί ψηφοφόροι υπάρχουν. Και είναι πολλοί. Δυσαρεστημένοι «κεντρώοι» στη ΝΔ υπάρχουν. Όπως και δυσαρεστημένοι μετριοπαθείς στο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που δεν υπάρχει είναι το όχημα που θα τους δώσει την ελπίδα πως η ψήφος τους δε θα πάει χαμένη. Οι συντηρητικοί επιθυμούν να ψηφίσουν κάποιον που θα μπει στη Βουλή και θα ακουστούν οι θέσεις τους (ή και που θα τραβήξει πιθανώς τη Νέα Δημοκρατία σε μια πιθανή συγκυβέρνηση σε πιο συντηρητικές θέσεις). Οι «κεντρώοι» ίσως ψάχνουν φιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές και μεγαλύτερο σεβασμό στους θεσμούς. Οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι ΣΥΡΙΖΑ ένα ευρωπαϊκών προδιαγραφών σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που θα μπορεί (σημαντικό για εκείνους) να διεκδικήσει την κυβέρνηση. Τίποτα από τα τρία δε φαίνεται να υπάρχει (προφανώς για τους δυσαρεστημένους συντηρητικούς ΝΔ δεν αποτελεί επιλογή το κόμμα Κασιδιάρη. Πρόκειται για ψηφοφόρους με πολλά και σημαντικά διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτούς του Κασιδιάρη). Και όσο δε βρίσκεται κάτι, δε θα γίνεται αλλαγή. Και όσο δε γίνεται αλλαγή τα υπόγεια ρεύματα μπορεί να εντείνονται αλλά η επιφάνεια της λίμνης θα παραμένει παγωμένη.