ο Παναγιώτης Καρκατσούλης
Για πολλοστή φορά η δημόσια σφαίρα κυριαρχείται από μια μεταφυσική αντίληψη της ηγεσίας. Αναζητούνται ηγέτες: Στα κόμματα που παρουσιάζουν εικόνα στα όρια της κοινωνικής από-νομιμοποίησης, στον ιδιωτικό τομέα που κυριαρχείται από τον καπιταλισμό της απληστίας και στην κοινωνία πολιτών η οποία εξακολουθεί να παραμένει δυσδιάκριτη.
Ηγεσία επίσης αναζητείται για καθένα από τα δημόσια προβλήματα που χρονίζουν, όπως είναι η διαφθορά, η υδροκέφαλη ανάπτυξη, η άνιση και άδικη φορολογία. Οι αρνητικές επιπτώσεις τους πολλαπλασιάζονται λόγω της εμφάνισης νέων, ιδιαίτερα δυσεπίλυτων παγκοσμιοποιημένων προβλημάτων, όπως είναι η κλιματική αλλαγή και η χρονίζουσα κρίση των θεσμών.
Το ενδιαφέρον στην αναζήτηση της ηγεσίας, σήμερα, βρίσκεται στο ότι έχει χαρακτηριστικά εξω-κοινωνικά, μεταφυσικά και παράλογα. Ο Ηγέτης, μεσούσης της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και μιας εκπληκτικής, άνευ προηγουμένου τεχνολογικής και επιστημονικής ανάπτυξης, προσομοιάζει περισσότερο προς Σαμάνο που θα οδηγήσει το ταλαιπωρημένο και, εν πολλοίς, παραιτημένο πλήρωμα στη γη της επαγγελίας παρά προς τον ορθολογικό μάνατζερ που ξέρει να λύνει προβλήματα.
Γνωρίζουμε ότι ανάλογες θεωρίες και ιδέες εμφανίζονται όταν υπάρχουν ανυπέρβατες κρίσεις η καταστροφές των οποίων το αποτέλεσμα ξεπερνάει τις προγνωστικές και επιχειρησιακές δυνατότητες μιας κοινωνίας και των υποκειμένων της, ξεχωριστά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βιώνουμε μια τέτοια εποχή πολυ-κρίσεων και μονιμο-κρίσεων.
Δεν υπάρχει, όμως, και καμία αμφιβολία ότι η υποκατάσταση του ορθολογισμού από μεσιαννισμούς δεν θα λύσει αλλά θα κουκουλώσει, στην καλύτερη περίπτωση, τα προβλήματα.
Αξίζει, λοιπόν, να ενσκήψουμε και στην δική μας χώρα και στη δική μας περίπτωση για να δώσουμε ένα παράδειγμα:
Το βασικό επιχείρημα των οπαδών της χαρισματικής ηγεσίας είναι ότι οι ηγέτες διαθέτουν κάποια επιπλέον χαρακτηριστικά στοιχεία στην προσωπικότητά τους, τα οποία δεν απαντώνται στον υπόλοιπο πληθυσμό. Στην πράξη, όμως, αντί για ηγέτες-ηγήτορες έχουμε ηγέτες καυχησιάρηδες που καλούν σ’ έναν ακόμη γύρο τον αντίπαλό τους. Κι ενώ, οι αυτόκλητοι ηγέτες βρίσκονται στο πεδίο εδώ και καιρό, οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να τους εμπιστεύονται, με αποτέλεσμα ο «κανένας» να έρχεται, μόνιμα, πρώτος με διαφορά σε κάθε διερεύνηση της ηγετικότητάς τους.
Μια πρόδηλη ερμηνεία είναι ότι το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται στο ότι οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι Οδηγητές δεν είναι χαρισματικοί. Να, γιατί:
Στα χαρακτηριστικά του χαρισματικού ηγέτη συμπεριλαμβάνεται η ικανότητά του να εμπνεύσει τους άλλους για να μοιραστούν μαζί του ένα κοινό όραμα, κοινές αξίες και συλλογική δράση. Ο χαρισματικός ηγέτης δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη δράση και στην αλλαγή του status quo. Εμπνέει μέσω των πράξεών του, που έχουν ένα ηρωικό στοιχείο, ένα στοιχείο αυτοθυσίας, με την ανάληψη προσωπικού ρίσκου και με μη συμβατικές συμπεριφορές.
Συχνά χρησιμοποιεί μια συμπεριληπτική γλώσσα για να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη των ακολούθων του. Μ’ αυτό τον τρόπο επηρεάζει τις πράξεις τους και τους καθιστά συμμέτοχους στη στρατηγική και την πρακτική εφαρμογή των ριζοσπαστικών ιδεών του.
Ξεχωρίζουμε από τα προηγούμενα το ότι ο ηγέτης δίνει έμφαση στη δράση και την αλλαγή του status quo. Aλλά, για να υπάρξει αυτό, χρειάζονται προγράμματα επίλυσης των δημόσιων προβλημάτων. Αντ’ αυτών παρουσιάζονται, συχνότατα, ως προτάσεις-λύσεις διάφορες ατάκες ή προτάσεις άνευ ουσίας. Μάλιστα, σε μια προσπάθεια χειραγώγησης ενός απαίδευτου και εύπιστου κοινού, πολλές απ’ αυτές παρουσιάζονται ως «κοστολογημένες».
Αντί, όμως αυτής της φθηνής προπαγάνδας θα έπρεπε να υπήρχε μια αξιόπιστη καταγραφή βασικών οικονομικών, κοινωνικών και διοικητικών δεδομένων ώστε να μπορεί να διατυπωθεί μια πρόταση-λύση με βάση την επιστήμη της δημόσιας πολιτικής.
Αυτή θα έπρεπε να συνοδεύεται από ένα πρόγραμμα εφαρμογής, παρακολούθησης και αξιολόγησής της, έτσι ώστε να μπορεί το κόμμα η ο ηγέτης να διορθώνει τα λάθη και τις αποκλίσεις.
Μπορεί, εν τέλει, να υπάρξει ο Ηγέτης χωρίς το πρόγραμμα; Όχι είναι η δική μας απάντηση. Μπορεί, από την άλλη, να υπάρξει ένα πρόγραμμα για όλους; Ξανά όχι. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις και οι διαφορετικοί ηγέτες πρέπει να δίνουν το δικό τους στίγμα στην διακυβέρνηση.
Δυστυχώς, στη δική μας περίπτωση, η πενία του ενός συμπαρασύρει και το άλλο. Δεν έχουμε ηγέτες που να μπορούν να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα παρεμβάσεων και λύσεων στα μείζονα ζητήματα που παραμένουν άλυτα.
Κι όσο δεν έχουμε το ένα δεν θα έχουμε ούτε και το άλλο.
Ο αγώνας για όσους πιστεύουν στην συν-εξέλιξη της ηγεσίας και των προγραμματικών λύσεων είναι μονόδρομος: Οι ηγέτες θα αναδειχθούν μέσα από τις λύσεις των προβλημάτων και δεν θα μπορέσουν ποτέ να υπάρξουν ξέχωρα απ’ αυτές.