Με παρέμβαση στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ευρωβουλευτής του ΕΛΚ, Ελεονώρα Μελέτη, τόνισε την επείγουσα ανάγκη για την εξάλειψη της μισθολογικής ανισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Υπογράμμισε δε ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να αμείβονται λιγότερο για την ίδια εργασία, ακόμα και όταν διαθέτουν ίσα ή περισσότερα προσόντα.
Η κ. Μελέτη, αναφερόμενη σε στοιχεία που δείχνουν ότι οι γυναίκες αμείβονται κατά μέσο όρο λιγότερο από τους άνδρες, επεσήμανε πως αυτή η διάκριση δεν αποτελεί μόνο προσβολή για την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά οδηγεί σε φτώχεια, ενισχύει την οικονομική βία, ενώ δημιουργεί και συνταξιοδοτικό χάσμα που συνοδεύει τις γυναίκες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Η ευρωβουλευτής της ΝΔ εξήρε την ευρωπαϊκή οδηγία για τη μισθολογική διαφάνεια, τονίζοντας πως αποτελεί ένα θετικό βήμα, αλλά κάλεσε τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την νομοθεσία και να διασφαλίσουν ασφαλή εργασιακά περιβάλλοντα, όπου η μισθολογική δικαιοσύνη θα είναι εγγυημένη. Κλείνοντας, προέτρεψε όλους να συνδράμουν για την κατάργηση αυτής της βαθιάς ανισότητας ώστε να διασφαλιστεί «ότι κανείς δεν θα μείνει πίσω, ούτε εμείς ούτε οι κόρες μας, ούτε οι μητέρες μας, ούτε οι γιαγιάδες μας», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε η κα Μελέτη.
Το πλήρες κείμενο της παρέμβασης:
«Υπάρχει κανείς μέσα σε αυτή την αίθουσα που θα μπορούσε να μου εξηγήσει με λογικά επιχειρήματα για ποιο λόγο μία γυναίκα αμείβεται με λιγότερα χρήματα για μία θέση εργασίας για την οποία οι άντρες πληρώνονται παραπάνω, ακόμα και αν έχουν λιγότερα προσόντα; Αν υπολογίσουμε πόσα χρήματα βγάζουν λιγότερα ετησίως οι γυναίκες σε σχέση με τους άντρες για να κάνουν την ίδια δουλειά, θα δούμε πως αυτά αντιστοιχούν στην αμοιβή ενάμιση μήνα.
Πώς θα σας φαινόταν αν εσείς δεν πληρωνόσασταν για ενάμιση ολόκληρο μήνα; Μη μου πείτε πως φταίει το γεγονός ότι οι γυναίκες διαπραγματεύονται λιγότερο επιθετικά τους μισθούς τους. Μη μου πείτε ότι οι γυναίκες κάποια στιγμή στην εργασία τους θα χρειαστεί να κάνουν ένα διάλλειμα για να φροντίσουν τα μωρά τους. Γιατί την ακούμε συχνά αυτή την επιχειρηματολογία, αλλά είναι αυτή ακριβώς που συντηρεί και αναπαράγει το πρόβλημα.
Μία μέρα μετά την Διεθνή ημέρα της εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών, συζητάμε την ανάγκη να καταρρίψουμε ακόμα μία βίαιη ανισότητα. Μόνο που αν το καλοσκεφτούμε, για να το πετύχουμε αυτό, δεν χρειάζεται κάποιος ευφάνταστος νόμος ή κάποια πολύπλοκη πολιτική στρατηγική. Χρειάζεται απλά οι άνδρες και οι γυναίκες όταν καλούνται να κάνουν την ίδια δουλειά να πληρώνονται τα ίδια χρήματα. Τόσο απλά. Γιατί όσο δεν γίνεται αυτό, συντηρείται μία βαθιά άδικη διάκριση που προσβάλει την κοινωνική δικαιοσύνη, σε πολλές περιπτώσεις παραβιάζονται οι εργατικές νομοθεσίες, ενισχύεται η φτώχεια κάνοντας τις γυναίκες, τις μητέρες, οικονομικά πιο ευάλωτες, τροφοδοτείται η οικονομική βία που συνδέεται με άλλες μορφές βίας, μετατρέποντας τις γυναίκες σε υπόδουλες. Αυτή η οικονομική ανισότητα και οι επιπτώσεις της διαρκούν καθ’ όλη την διάρκεια ζωής μίας γυναίκας γιατί το μισθολογικό χάσμα μετατρέπεται και σε συνταξιοδοτικό χάσμα.
Η οδηγία για τη διαφάνεια αμοιβών είναι μία καλή νομοθετική πρωτοβουλία. Τα κράτη μέλη όμως έχουν κι άλλη δουλειά να κάνουν. Οφείλουν να νομοθετήσουν εθνικά με τρόπο τέτοιο ώστε να αποτρέπεται η μισθολογική διάκριση αλλά να δημιουργήσουν και πιο ασφαλή εργασιακά περιβάλλοντα όπου θα ενθαρρύνεται η καταγγελία σε περιπτώσεις που αυτό δεν συμβαίνει. Οφείλουμε, αγαπητοί συνάδελφοι, να εργαστούμε όλοι για να αποκαταστήσουμε αυτή την κοινωνική αδικία και να διασφαλίσουμε ότι κανείς δεν θα μείνει πίσω, ούτε εμείς ούτε οι κόρες μας, ούτε οι μητέρες μας, ούτε οι γιαγιάδες μας.»