Ο Ιούλιος του 2024 ήταν κατά τι λιγότερο θερμός από τον αντίστοιχο μήνα του 2023, μολαταύτα το δεδομένο αυτό δεν είναι διόλου καθησυχαστικό.
Σύμφωνα με το παρατηρητήριο της κλιματικής αλλαγής στο ευρωπαϊκό ινστιτούτο Κοπέρνικος, είναι πλέον «ολοένα πιο πιθανό» πως το 2024 θα γίνει η χρονιά με τις υψηλότερες θερμοκρασίες στα παγκόσμια χρονικά.
Η σειρά 13 συναπτών μηνιαίων ρεκόρ ζέστης στην επιφάνεια της Γης «έλαβε τέλος, αλλά παρά τρίχα», τόνισε η Σαμάνθα Μπέρτζες, υποδιευθύντρια της υπηρεσίας κλιματικής αλλαγής (C3S) στο ινστιτούτο Κοπέρνικος.
Κατά τη διάρκεια του περασμένου μήνα, που σημαδεύτηκε από ρεκόρ ζέστης στην Ελλάδα και στην Ιαπωνία, ενώ στο Μαρόκο ο υδράργυρος ξεπέρασε τους 48° Κελσίου προκαλώντας 21 θανάτους σε 24 ώρες, η μέση θερμοκρασία στην επιφάνεια του πλανήτη ήταν 16,91° Κελσίου, με άλλα λόγια 0,04° Κελσίου από το προηγούμενο ρεκόρ, τον Ιούλιο του 2023, σύμφωνα με το μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο του C3S του Κοπέρνικου.
Η ζέστη έγινε ιδιαίτερα αισθητή στις δυτικές ΗΠΑ και στον Καναδά, στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας, καθώς και στην ανατολική Ανταρκτική, ενώ η Ευρώπη έζησε τον δεύτερο πιο θερμό Ιούλιο μετά το 2010.
Σε παγκόσμια κλίμακα, τον περασμένο μήνα η θερμοκρασία ήταν 1,48° Κελσίου πάνω από το φυσιολογικό επίπεδο της περιόδου 1850-1900 — της προβιομηχανικής εποχής, δηλαδή προτού η ανθρωπότητα αρχίσει μαζικές εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Έμεινε ελάχιστα κάτω από το συμβολικό όριο του 1,5° Κελσίου, που ξεπερνιόταν κάθε μήνα επί έναν χρόνο.
Ωστόσο ο Ιούλιος της τρέχουσας χρονιάς είναι ο δεύτερος θερμότερος που έχει καταγραφτεί ποτέ, υπογραμμίζει η υπηρεσία.
Η συνολική εικόνα «δεν έχει αλλάξει: το κλίμα μας συνεχίζει να θερμαίνεται», τόνισε η κυρία Μπέρτζες. «Οι καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής άρχισαν πολύ πριν από το 2023 και θα συνεχιστούν ώσπου οι παγκόσμιες εκπομπές που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου φθάσουν στο μηδέν», στην κλιματική ουδετερότητα.
«Ο κόσμος οδεύει να γίνει υπερβολικά καυτός», είπε με ανησυχία χθες η Σελέστε Σάουλο, η αντιπρόεδρος του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (ΠΜΟ).
Ο περασμένος μήνας κάθε άλλο παρά ήταν απαλλαγμένος από φαινόμενα που θεωρείται ότι οφείλονται στις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Κύματα καύσωνα έπληξαν την κεντρική Ευρώπη και τη Μεσόγειο. Πλημμύρες άνευ προηγουμένου σάρωσαν το Πακιστάν και την Κίνα. Κυκλώνες όπως ο Μπέριλ έπληξαν την Καραϊβική και τις ΗΠΑ. Φονικές κατολισθήσεις έπληξαν την πολιτεία Κεράλα της Ινδίας. Γιγαντιαίες πυρκαγιές ρήμαξαν δασικές εκτάσεις στην Καλιφόρνια.
Εξάλλου ο κόσμος έσπασε δυο συνεχόμενες ημέρες τον Ιούλιο το ρεκόρ της υψηλότερης μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας που έχει καταγραφεί ποτέ (22η, 23η).
Και οι ωκεανοί, που απορροφούν το 90% της πλεονάζουσας θερμότητας η οποία οφείλεται στις ανθρώπινες δραστηριότητες, συνεχίζουν να υπερθερμαίνονται και αυτοί. Η μέση θερμοκρασία στην επιφάνεια των θαλασσών τον Ιούλιο ήταν 20,88° Κελσίου, η δεύτερη υψηλότερη τιμή οποιουδήποτε Ιουλίου στα χρονικά, μόλις 0,01° Κελσίου από το απόλυτο ρεκόρ, που καταγράφηκε τον Ιούλιο του 2023, έπειτα από 15 συναπτούς μήνες που έσπασαν ρεκόρ.
Αυτό παραμένει ανησυχητικό, παρότι μπορεί να αναμένεται μεγαλύτερη πτώση καθώς το κλιματικό φαινόμενο Ελ Νίνιο, που αυξάνει τη θερμοκρασία των ωκεανών, φθάνει στο τέλος του.
Οι θερμοκρασίες στις περιοχές του ισημερινού στον Ειρηνικό, όπου το φαινόμενο Ελ Νίνιο γίνεται ιδιαίτερα αισθητό, έχουν αρχίσει να μειώνονται, κάτι που «υποδεικνύει ότι αναπτύσσεται (φαινόμενο) Λα Νίνια», αντίστροφο από το Ελ Νίνιο, που γενικά ρίχνει τη θερμοκρασία του πλανήτη.
Παρά την εξέλιξη αυτή, ειδικοί προεξοφλούν πως το 2024 θα σπάσει το ρεκόρ του 2023 και θα γίνει η πιο θερμή χρονιά στα χρονικά.
Από τον Ιανουάριο η μέση παγκόσμια θερμοκρασία είναι ήδη 0,27° Κελσίου από ό,τι το αντίστοιχο διάστημα του 2023, τονίζει το C3S. Θα απαιτείτο μεγάλη μείωση ως το τέλος της χρονιάς ώστε το 2024 να ολοκληρωθεί με μέση θερμοκρασία χαμηλότερη από αυτή του 2023.
Κάτι που «σπάνια συμβαίνει» αφότου άρχισαν οι μετρήσεις, άρα γίνεται «ολοένα πιο πιθανό ότι το 2024 θα γίνει η πιο θερμή χρονιά που έχει καταγραφτεί ποτέ», καταλήγει η υπηρεσία.
Οι θερμοκρασίες νερού στον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο αυτή την δεκαετία ήταν οι μεγαλύτερες των τελευταίων 400 ετών
Οι θερμοκρασίες του νερού μέσα και γύρω από τον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο της Αυστραλίας την τελευταία δεκαετία ήταν οι θερμότερες εδώ και 400 χρόνια, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature.
Τα κοράλλια είναι ευαίσθητα στο θερμικό στρες και αυτές οι περίοδοι αύξησης της θερμοκρασίας αυξάνουν τον κίνδυνο μαζικής λεύκανσης και θνησιμότητας των κοραλλιών, ενώ πιθανότατα οφείλονται στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή. Ήδη ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος, ένα Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, έχει υποστεί μια σειρά μαζικών φαινομένων λεύκανσης τα τελευταία χρόνια και τα φαινόμενα αυξάνονται σε συχνότητα από τα πρώτα καταγεγραμμένα επεισόδια τη δεκαετία του 1980.
Στην παρούσα έρευνα οι επιστήμονες ανακατασκεύασαν δεδομένα επιφανειακής θερμοκρασίας της θάλασσας από το 1618 ως το 1995, χρησιμοποιώντας δείγματα σκελετού κοραλλιών από τη Θάλασσα των Κοραλλιών, στην οποία βρίσκεται ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος. Στη συνέχεια συνέδεσαν αυτό το σύνολο δεδομένων με καταγεγραμμένα δεδομένα επιφανειακής θερμοκρασίας της θάλασσας από το 1900 ως το 2024.
Οι ερευνητές εντόπισαν σχετικά σταθερές θερμοκρασίες πριν από το 1900, ωστόσο από το 1960 ως το 2024 παρατήρησαν μια μέση ετήσια αύξηση της θερμοκρασίας από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο κατά 0,12 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία. Όπως σημειώνουν, οι μέσες επιφανειακές θερμοκρασίες της θάλασσας για τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο κατά τα έτη μαζικής λεύκανσης των κοραλλιών 2016, 2017, 2020, 2022 και 2024 ήταν σημαντικά υψηλότερες από ό,τι σε οποιοδήποτε έτος της ανακατασκευής πριν από το 1900 και ήταν πέντε από τα έξι θερμότερα χρόνια που έχει βιώσει η περιοχή τους τελευταίους τέσσερις αιώνες. Περαιτέρω μοντελοποίηση δείχνει ότι αυτός ο ρυθμός θέρμανσης μετά το 1900 μπορεί να αποδοθεί στην ανθρώπινη επίδραση.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες αβεβαιότητες στα δεδομένα ανακατασκευής της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας λόγω του ότι ορισμένες από τις χημικές αναλογίες στα κοράλλια που χρησιμοποιούνται για τη μοντελοποίηση των θερμοκρασιών επηρεάζονται και από άλλες μεταβλητές. Ωστόσο, αυτές οι αβεβαιότητες θα μπορούσαν να μειωθούν με πρόσθετη δειγματοληψία πυρήνων κοραλλιών από την περιοχή.